Ο τελευταίος, από τους σημαίνοντες προκρίτους της Μουσουλμανικής Κοινότητας της Λάρισας, ήταν κάτοχος τεράστιας ακίνητης περιουσίας (αστικά ακίνητα, δάση, αγροτεμάχια, ιχθυοτροφεία, μεταλλεία κλπ) τόσο στην περιφέρεια της πόλης όσο και στην υπόλοιπη Θεσσαλία. «Κατά τους χρόνους της Τουρκικής δυναστείας εχρησιμοποίει την δύναμίν του υπέρ των δυναστευομένων Χριστιανών δια τούτο κατά τας πρώτας βουλευτικάς εκλογάς τας ενεργηθείσας εν Θεσσαλία ούτος εστάλη εκ Λαρίσσης εις την Βουλήν του Ελλήνων» [1]. Πράγματι ο Σερέφ βέης αφού έλαβε την ελληνική ιθαγένεια εκλέχθηκε βουλευτής Λαρίσης στις εκλογές της 20ης Δεκεμβρίου 1881 [2]. Τέσσερις ημέρες μετά την εκλογή του (24 Δεκεμβρίου 1881) τιμήθηκε από τον βασιλέα Γεώργιο Α΄ με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Β. Τάγματος του Σωτήρος (ΦΕΚ 30/Α/30-4-1882). Ορκίστηκε βουλευτής στη συνεδρίαση της Βουλής της 18ης Ιανουαρίου 1882 [3]. Η βουλευτική του θητεία έληξε στις 11 Φεβρουαρίου 1885. Το 1886 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, διορίζοντας ως πληρεξούσιο επίτροπο και διαχειριστή της περιουσίας του στη Λάρισα τον γιο του Χασήπ Σερέφ βέη.
Απόφοιτος της Νομικής Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως ο Χασήπ Σερέφ βέης, εργάστηκε ως δικηγόρος στη Λάρισα κατά την περίοδο πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας. Μετά από αυτήν (1881) συμμετείχε με επιτυχία στις εξετάσεις για την αναγνώριση του πτυχίου του και την άδεια εξασκήσεως του λειτουργήματος εντός της ελληνικής επικράτειας. Έλαβε την ελληνική ιθαγένεια και στις 22 Οκτωβρίου 1881 διορίσθηκε πάρεδρος στο Πρωτοδικείο της Λάρισας (ΦΕΚ 4/Α/27-1-1882). Ο διορισμός του επικυρώθηκε στις 4 Απριλίου 1882 (ΦΕΚ 89/Α/29-8-1882). Παραιτήθηκε τον επόμενο χρόνο και εργάστηκε ως δικηγόρος εξυπηρετώντας αφιλοκερδώς τα συμφέροντα κυρίως των οικονομικά αδύνατων κοινωνικά τάξεων. Για τον λόγο αυτό ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στον λαό, ο οποίος τον τίμησε με την ψήφο του λίγα χρόνια αργότερα. Ομιλούσε και έγραφε άπταιστα εκτός από την Τουρκική, την Ελληνική και Γαλλική γλώσσα. Τα έσοδά του προέρχονταν κυρίως όχι από την άσκηση της δικηγορίας, αλλά από την εκμετάλλευση της τεράστιας περιουσίας του πατέρα του.
Τον Μάιο του 1890 του προτάθηκε να λάβει μέρος στην εκλογική αναμέτρηση της 3ης Ιουνίου 1890 (εκλογή Λάρισας) για την ανάδειξη Νομαρχιακού Συμβούλου στη θέση του Ιωάννη Βελλίδη. Σημαίνοντες προσωπικότητες της Λάρισας όπως ο Αχιλλέας Λογιωτάτου, ο Αναστάσιος Ζαρμάνης και ο Θεόδωρος Μαρκίδης, καθώς και σύσσωμος ο τοπικός Τύπος στήριξαν την υποψηφιότητά του [4]. Ο Χασήπ Σερίφ βέης εκλέχθηκε Νομαρχιακός Σύμβουλος αφού υπερίσχυσε των αντιπάλων του: του Αριστείδη Αλέκου και του Δημητρίου Ζάχου [5].
Τον Απρίλιο του 1892 έθεσε υποψηφιότητα για βουλευτής με το «Νεωτεριστικό» κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη [6]. Στις Κοινοβουλευτικές εκλογές που διενεργήθηκαν στις 3 Μαΐου 1892 εκλέχθηκε βουλευτής Λαρίσης μαζί με τους Αργύριο Διδίκα και Νικόλαο Καραστεργίου. Ο Χασήπ βέης ορκίστηκε στη συνεδρίαση της Βουλής της 25ης Μαΐου 1892 [7]. Διετέλεσε βουλευτής μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου 1895.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκικής κατοχής στη Θεσσαλία (1897-1898) του ζητήθηκε να παραμείνει στη Λάρισα όπου διορίσθηκε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης [8].
Στις Αυγούστου του 1909 κυκλοφόρησαν φήμες σύμφωνα με τις οποίες κάποιος από τους Οθωμανούς προκρίτους της Λάρισας, προέβη σε εικονικές μεταβιβάσεις του συνόλου σχεδόν της ακινήτου και κινητής περιουσίας του (αξίας 500.000 δρχ.) σε συγγενικά του πρόσωπα. Προηγουμένως είχε δανειστεί τεράστια ποσά από τρίτους με εγγύηση την ακίνητη περιουσία του [9]. Οι φήμες επαληθεύτηκαν όταν διαπιστώθηκε ότι ο Χασήπ Σερέφ βέης, ο άλλοτε αγαπητός συμπολίτης, δικηγόρος και βουλευτής της πόλης θα «έριχνε το μεγαλύτερο φαλιμέντο της τελευταίας εικοσιπενταετίας» στην αγορά και θα αναχωρούσε «λάθρα» από την πόλη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, τα χρήματα που χρωστούσε στο σύνολο σχεδόν της Λαρισαϊκής κοινωνίας ανερχόταν στο μυθικό για την εποχή ποσό των 250.000 δρχ. Αυτοί που επλήγησαν περισσότερο ήταν οι αργυραμοιβοί, τα τραπεζικά ιδρύματα και οι εύποροι κτηματίες της Λάρισας και του Βόλου. Κατατέθηκαν μαζικές αγωγές χωρίς κανένα ιδιαίτερο αποτέλεσμα αφού πλέον δεν υπήρχε τίποτα στο όνομά του για να κατασχεθεί. Στο λιμάνι του Βόλου κάποιος δανειστής πρόλαβε και κατέσχεσε τα πανάκριβα έπιπλα της έπαυλής του στη Λάρισα λίγο πριν μεταφερθούν με ατμόπλοιο στην Θεσσαλονίκη. Διαδραματίστηκαν σκηνές απείρου κάλλους όταν άλλοι δανειστές επιχείρησαν να «κατασχέσουν» τις παλλακίδες και τους υπηρέτες του. Ο εκδότης Μιχαήλ Τσόγκας, ο άνθρωπος που προσέφερε επί μια δεκαετία την υποστήριξή του σε αυτόν μέσω της εφημερίδας του έγραψε: «Η παρ’ ημίν κοινωνία βοά σύμπασα εναντίον του απατεώνος τούτου κατορθώσαντος να ξεκοκαλίση τόσον ποσόν εις βάρος των Λαρισαίων» [10].
Ο Χασήπ Σερέφ βέης εγκαταστάθηκε τελικά στη Θεσσαλονίκη. Τον ακολούθησαν αργότερα οι συγγενείς του (θυγατέρα και γαμπροί) [11]. Η διαμονή τους όμως στη Θεσσαλονίκη ήταν σύντομη αφού παραμονές της εισόδου του Ελληνικού στρατού στην πόλη (1912) αναχώρησαν οριστικά προς τα ενδότερα της παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 36 (2 Ιουνίου 1890).
[2]. Βουλευτές Λαρίσης εκλέχθηκαν επίσης ο Αναστάσιος Ζαρμάνης, ο Κωνσταντίνος Ισχόμαχος και ο Οθωμανός κτηματίας Δερβίς βέης Χαλήλ βέη
[3]. Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής (από 18 Ιανουαρίου 1882 έως 19 Ιουνίου 1882). Εν Αθήναις: εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, 1885, σ. 5-6.
[4]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 35 (29 Μαΐου 1890). Πρβλ. το άρθρο του Μιχαήλ Τσόγκα: «Χασήπ Σερέφ βέης: Υποψήφιος Νομαρχιακός Σύμβουλος», φ. 33 (15 Μαΐου 1890) και φ. 34 (22 Μαΐου 1890).
[5]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 37 (12 Ιουνίου 1890).
[6]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 129 (13 Απριλίου 1892).
[7]. Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής (από 25 Μαΐου 1892 έως 27 Ιουλίου 1892). Εν Αθήναις: εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, 1892, σ. 5.
[8]. Σωτηρία (Αθήνα), φ. 82 (31 Μαΐου 1897).
[9]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 1005 (9 Αυγούστου 1909).
[10]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 1006 (16 Αυγούστου 1909).
[11]. Η θυγατέρα του Λαμιά Χανούμ «αληθές ουρί του Παραδείσου» (γεν. 1885), παντρεύτηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1903 τον Λαρισαίο κτηματία Αλή βέη Βεχήτ βέη. Βλ. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 670 (23 Φεβρουαρίου 1903). Απεβίωσε στις 3 Σεπτεμβρίου 1903. Βλ. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 698 (6 Σεπτεμβρίου 1903) και Όλυμπος (Λάρισα), φ. 303 (5 Σεπτεμβρίου 1903). Η άλλη θυγατέρα του Μεχρημπάν Χανούμ παντρεύτηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1903 με τον Οθωμανό μεγιστάνα Χαλήλ Μουβαφάκ εφένδη. Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 333 (23 Σεπτεμβρίου 1907) και Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 908 (23 Σεπτεμβρίου 1907).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου