Αχιλλέας Ε. Κούμπος – συγγραφέας
«Σημερινός καλεσμένος είναι ο συνθέτης και ενορχηστρωτής, κύριος Νίκος Αντύπας. Έχει συνεργαστεί με τον Μανώλη Ρασούλη, τον Γιώργο Νταλάρα, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, τον Θάνο Μικρούτσικο κ.ά. Ενορχήστρωσε τους αδερφούς Κατσιμίχα στα «Ζεστά ποτά» (1985) και την Ελευθερία Αρβανιτάκη στο «Μένω εκτός» (1991). Το 1992 κυκλοφορεί το «Δι΄ ευχών» της Χάρις Αλεξίου σε μουσική δική του. Είναι από τους αφανείς ήρωες της ελληνικής μουσικής ανανεώνοντας τους ήχους μας με τις δυτικές ενσωματώσεις και την ανανεωτική του συνδρομή σε όργανα και εκτελέσεις.
* Αγαπητέ κύριε Αντύπα, χαίρομαι που ανταποκριθήκατε στην πρόσκληση να συνομιλήσουμε μέσω της «Ελευθερίας». Πριν ξεκινήσουμε θα ήθελα να σας ρωτήσω πού μεγαλώσατε και τι θέλατε να γίνετε, όταν ήσαστε μικρός;
-Μεγάλωσα στην Αθήνα, στις περιοχές της Καλλιθέας, της Νέας Σμύρνης και του Παγκρατίου. Παρακολουθώντας τον εαυτό μου να εξελίσσεται σαν έφηβος με διάθεση να αλλάξει τον κόσμο, η μουσική ήταν αυτή που με βρήκε και την βρήκα!
* Οι επιρροές που δέχτηκε και δέχεται η ελληνική μουσική, από την αγγλική ροκ μέχρι τους ρυθμούς της Ανατολής, φαίνονται ξεκάθαρα σε ό,τι ακούμε σήμερα. Υπάρχει «ελληνική ταυτότητα» στη μουσική;
- Για μένα η μουσική είναι μια γλώσσα παγκόσμια. Είναι τέχνη και μόνο τέχνη. Ο διαχωρισμός της μουσικής ή των τραγουδιών σε ροκ, λαϊκά, κλασικά ποτέ δεν μ᾽ ενδιέφερε, ούτε μ᾽ ενδιαφέρει η εθνική τους ταυτότητα. Δεν μιλάμε για αποκλειστικότητα γης, αλλά για «πολιτισμική δραστηριότητα». Οι πολιτισμοί ανταλλάσσουν στοιχεία, έχουν επιρροές στο πέρασμα του χρόνου, έτσι η μουσική έχει συλλογική ταυτότητα. Πρόσφυγες που ζούσαν χρόνια με άλλους πολιτισμούς μακριά από την Ελλάδα, με διαφορετικές μουσικές παραδόσεις δημιούργησαν σε μεγάλο βαθμό το ρεμπέτικο.
* Μετά από τόσες δεκαετίες στο ελληνικό τραγούδι, τι άλλαξε από τότε που ξεκινήσατε;
- Απ’ ότι καταλαβαίνω, μέχρι σήμερα δεν ανοίγεται καμιά προοπτική να γνωρίσουμε νέους καλλιτέχνες που να έχουν αυθεντικούς και όμορφους τρόπους έκφρασης, όπως τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, που σαν νέος εγώ βίωσα. Τον μύθο της νέας γενιάς ακόμα τον ψάχνουμε. Με τη μουσική μιλάνε οι άνθρωποι διαφορετικά με έναν κώδικα ευαισθησίας που είναι το παράθυρο να δούνε το μέσα αλλά και το έξω από αυτούς.
Αυτό που έχει αλλάξει δραματικά σήμερα είναι ότι οι περισσότεροι νέοι μουσικοί συσσωρεύουν άχρηστες γνώσεις, επειδή σήμερα έχουν εύκολη την πληροφορία και έτσι χάνουν υπέροχες εμπειρίες που τους προσφέρονται. Πιστεύουν ότι, επειδή ανήκουν στη νέα γενιά, αυτό τους προστατεύει. Θέλουν τις γνώσεις των μεγάλων για να τις εκμεταλλευθούν και δεν θέλουν να πειραματιστούν μόνοι τους ή να παράξουν οι ίδιοι!
*Η μουσική σας, αν κρίνω από το «Δι΄ ευχών», είναι ελληνική αλλά ταυτόχρονα δεν είναι. Συνειδητή επιλογή ή η ψυχή σας είναι «ανέστια»;
- Ο δίσκος «Δι’ Ευχών» - που πρέπει να σημειωθεί ότι είναι ο πρώτος μου δίσκος με ελληνικό στίχο- έχει έναν άλλο ήχο. Έχει το DNA του Έλληνα και είναι μια φωτεινή στιγμή για την ελληνική μουσική σκηνή και δισκογραφία. Ακούγοντας ξανά τις μουσικές του δίσκου παρατηρώ ότι δεν ήμουν ώριμος καλλιτεχνικά και δεν είχα και ούτε έχω την ικανότητα να φτιάχνω εύκολα μουσική και τραγούδια, όπως έχουν κάποιοι. Όμως ό,τι έγραφα και γράφω, το γράφω από αγάπη και μεράκι. Θέλω να εκφράζω συναισθήματα αλλά και να προκαλώ συναισθήματα. Δεν με νοιάζει τι θα πουν οι πολλοί, με ενδιαφέρουν πρώτα αυτοί που αισθάνονται και σκέπτονται όπως εγώ. Αυτή ήταν η μουσική στο «Δι’ ευχών».
Είναι ένας λαμπερός αποφασιστικός δίσκος που ξεπήδησε από μια άγνοια και ανιδιοτέλεια. Ο Χωκ Φινν, που ήταν ο ήρωας μου, έφυγε με μια σχεδία, έτσι κι εγώ. Η μουσική ήταν η σχεδία η οποία μου αποκάλυψε ένα καινούριο κόσμο…
*Στις δουλειές σας, το εφήμερο δεν αποτελεί επιδίωξη. Πώς προσεγγίζετε τη διαχρονικότητα στην τέχνη αλλά και στη ζωή;
- Για μένα τέχνη και ζωή είναι ένα. Όλα ξεκινούν από το προσωπικό αίσθημα του έρωτα… Για παράδειγμα, ο ύμνος στον έρωτα ή στην ομορφιά της γυναίκας, δημιούργησαν διαχρονικότητα στο τραγούδι ενώνοντας ανθρώπους με διαφορετικά βιώματα, διαφορετικές συγκυρίες και από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Έτσι κι εγώ θέλω η μουσική μου να αντιπροσωπεύει κάτι για την κοινωνία και με το στοιχείο του μεγαλείου της απλότητας να προσεγγίσω το «διαχρονικό».
* Έχω την αίσθηση ότι η έντεχνη αλλά και η σύγχρονη λαϊκή μουσική είναι μια προέκταση του αστικού τοπίου. Ένα συνονθύλευμα κτιρίων και ανθρώπων που διεκδικούν λίγο «χώρο» για να χωρέσουν τα μικρά συναισθήματα που απέμειναν σήμερα. Μένει άραγε χώρος για τα «μεγάλα συναισθήματα» που γέννησαν έργα όπως του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι ή μήπως δεν είναι αναγκαία, δεν είναι της μόδας πια;
-Η αλήθεια είναι ότι έχουμε χαθεί λίγο και ίσως χρειαζόταν αυτό το «άδειασμα». Από τη μια βλέπουμε ότι ο ιδεολόγος δεν χωράει στο «παιχνίδι», που γίνεται σήμερα, απ’ την άλλη το λεγόμενο έντεχνο τραγούδι έχει πάρει μοναχική πορεία. Στο λαϊκό αστικό τραγούδι, ακούγοντας τα σημερινά δείγματα καταλαβαίνει κανείς ότι είναι σε πλήρη σύγχυση και, κατά την γνώμη μου, δεν θα επανέλθει ποτέ εκεί που ήταν.
Βγήκαν μεγαλειώδη τραγούδια και μουσικές από τον Μ. Χατζιδάκι και τον Μ. Θεοδωράκη βάζοντας τον πήχη ψηλά, δημιουργώντας τα «Μεγάλα συναισθήματα». Ζήσαμε μεγάλες στιγμές, με αυτούς τους δύο υψηλούς, παγκοσμίους και μοναδικούς καλλιτέχνες. Με τις συναυλίες σε γήπεδα και σε ανοιχτούς χώρους για πρώτη φορά ο Θεοδωράκης και με τους νέους τραγουδιστές στα τραγούδια του ο Χατζηδάκις που, αποφεύγοντας τους επωνύμους, υποχρέωσε με αυτόν τον τρόπο τον ακροατή να αγοράσει τον δίσκο του και να ακούσει τις μουσικές του στο σπίτι του.
Όμως με τον τρόπο τους και οι δυο έριξαν «σκιά» σε εξαίρετους προικισμένους συνθέτες στο λεγόμενο «ελαφρό τραγούδι», όπως ο Χ. Χαιρόπουλος, ο Κ. Γιαννίδης, ο Μ. Σουγιούλ, ο Αττίκ και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ατονήσει μια πολύ σημαντική πλευρά του ελληνικού τραγουδιού, θα έλεγα, με τρόπο απαξιωτικό. Ο νέος τρόπος ζωής δημιουργεί νέες ανάγκες στο συναίσθημα της μουσικής και του στίχου αλλά και νέους τρόπους έκφρασης ώστε να υπάρξουν ξανά τα «Μεγάλα συναισθήματα» που πάντα έχουμε ανάγκη.
* «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» έγραφε ο Λειβαδίτης το 1960 και δονεί ακόμα την καρδιά μας. Πού είναι οι ποιητές;
Αν ρωτήσεις σήμερα κορυφαίους ραδιοφωνικούς παραγωγούς (έχω ρωτήσει γι’ αυτό το αναφέρω) αν γνωρίζουν τον Κ. Καρυωτάκη ή τον Γ. Δροσίνη, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα τους γνωρίζουν. Πολλοί από εμάς μάθαμε τους ποιητές μας από τα τραγούδια. Σήμερα όμως οι πολυεθνικές και οι έμποροι της δισκογραφίας είναι αυτοί που ορίζουν τα δρώμενα. Τραγούδι «κοινωνικό» ή «βιωματικό» είναι μάλλον αδύνατον να περάσει μέσα από τη ραδιοφωνική κοινότητα, πόσο μάλλον ένα ποίημα μελοποιημένο. Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις που πιστεύω ότι είναι το οξυγόνο στον χώρο της μελοποιημένης ποίησης, για παράδειγμα, η Ελένη Φωτάκη, που αντλεί έμπνευση με τέτοιο τρόπο, ώστε θα είναι πάντα επίκαιρη και αναλλοίωτη στο χρόνο, έχει άλλωστε δώσει εξαιρετικά δείγματα.
* Η «διασκέδαση» έχει αντικαταστήσει την απόλαυση της μουσικής, την ψυχαγωγία με το κλασικό νόημα της λέξης. Είναι κακό να διασκεδάζουν οι άνθρωποι;
-Υπάρχει η αγωνία της δημιουργίας μουσικής ή τραγουδιού με σκοπό να μορφώσει αισθητικά και πνευματικά τον άνθρωπο. Υπάρχει και η διασκέδαση που είναι και αυτή μια ανάγκη του ανθρώπου πιο πολύ θα ‘λεγα ως εκτόνωση της στιγμής. Αλλά το τραγούδι δεν πρέπει μόνο να σε διασκεδάζει αλλά πρέπει να σε ξυπνάει, ώστε να σου αποκαλύπτει έναν καινούργιο κόσμο και να σε εξελίσσει πνευματικά.
* Ο έρωτας κυριαρχεί στον χώρο της μουσικής, σαν μια αιώνια ανάγκη που πρέπει να την υποστούμε καλώς ή κακώς. Ποια η θέση σας απέναντι στον έρωτα;
-Δεν μπορώ να φανταστώ τον κόσμο μας χωρίς αυτόν. Είναι μια βαθιά συγκινησιακή γλώσσα που δόθηκε αποκλειστικά στον άνθρωπο. Ο καλλιτέχνης παραδόθηκε στον έρωτα δεχόμενος όλους τους όρους του. Δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου έξω από αυτή τη συνθήκη. Βέβαια στην εκμετάλλευσή του έχουμε εμπλακεί όλοι, μουσικοί, στιχουργοί και -αναγκαστικά- συμμετέχουμε σε ένα «οικονομικό παιχνίδι» που δεν είναι δικό μας, αλλά του εμπόρου.
* Τα όνειρα και η μουσική είναι έννοιες αλληλένδετες. Όταν όμως ξυπνάμε, τι απομένει;
-Η μουσική είναι αφελής, υπερβολική, αισθησιακή, όπως και τα όνειρα. Όταν όμως ξυπνάμε και εισβάλλει η πραγματικότητα ανατρέπονται τα πάντα. Στην τέχνη και στα όνειρα επικρατούν άλλες αρχές…
* Ποια η ταυτότητα του Έλληνα, όχι μόνο σε αυτό που βλέπετε γύρω σας, αλλά σε σχέση και με το παρελθόν και το μέλλον του;
- Ο Έλληνας είναι καλλιτέχνης, καινοτόμος, ιδιοφυής, ερωτικός, αναρχικός. Ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Ελύτης, ποιητές παγκόσμιας εμβέλειας και καλλιτέχνες από τις δεκαετίες του ’60 και ’70, όπως οι Β. Παπαθανασίου, Ν. Μούσχουρη, Ν. Ρούσσος, που ήταν από τους πιο προοδευτικούς στην Ευρώπη, έκαναν παγκόσμια καριέρα κρατώντας ζωντανό μέσα τους το ελληνικό στοιχείο. Όσο για το τερατώδες μέλλον, παρηγοριά μας είναι «η ψυχή του Έλληνα»!
* Η «Ευρώπη» ποιο περιεχόμενο παίρνει στη σκέψη σας, βλέποντας τους πρόσφυγες να καταφτάνουν από όλο τον κόσμο για να μπουν στον δικό μας;
- Θα μιλήσω για την Ελλάδα… Οι λέξεις που μου έρχονται στο νου είναι… κρίση, αδικία, μιζέρια, κατήφεια. Πολλοί από εμάς δεν πιστεύαμε ότι θα μπορούσε να συμβεί μια τέτοια κατάσταση στον τόπο μας, ένας από αυτούς ήμουν κι εγώ. Το πολιτικό τραγούδι μας που ακούστηκε με τη Μαρία Φαραντούρη, τον Γιώργο Ζωγράφο, τον Σαββόπουλο και άλλους, το «όχι» μας απέναντι στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών μας έκανε να πιστέψουμε ότι θα παράγουμε και θα κυβερνηθούμε από πολιτικούς επιπέδου. Το αποτέλεσμα μας διαψεύδει. Οι πολύ χαμηλού επιπέδου πολιτικοί μας τα τελευταία χρόνια μας έφεραν (ως) εδώ. Το τοπίο στην Ευρώπη είναι πλέον μουντό και ομολογώ πως δεν φτάνω ως εκεί ίσως γιατί δεν θέλω να πιστέψω ότι θα γυρίσει η Ευρώπη δεκαετίες πίσω.
* Ποια είναι τα σχέδιά σας για αύριο, εννοώ την αυριανή μέρα στην κυριολεξία;
-Να μπω στο στούντιο, επειδή εκεί μόνο… ανασαίνω!
* Τελευταία ερώτηση και υποχρεωτική απάντηση: κύριε Αντύπα, ποιο είναι το νόημα της ζωής;
- «Αυτό το φως δεν λιγοστεύει» (Μ.Γκανάς)
* Σας ευχαριστώ.