«Ο Αχελώος είναι ένας από τους πιο γνωστούς ποταμούς της αρχαιότητας και τιμόταν ως θεός. Ο μύθος λέει ότι οι Νύμφες που ζούσαν στις όχθες του, ενώ προσέφεραν θυσίες σε άλλους θεούς ξεχνούσαν να τιμήσουν κι αυτόν κατά τον ίδιο τρόπο. Για να τις τιμωρήσει λοιπόν "έσυρε την περιοχή τους στη θάλασσα" (όπως αναφέρει ο Οβίδιος) και έτσι δημιουργήθηκαν τα νησιά Εχινάδες. Αργότερα, κάποιες από αυτές μετατράπηκαν και πάλι σε ξηρά, εξαιτίας των αποθέσεων του Αχελώου (σύμφωνα με τον Ηρόδοτο). Σήμερα, οι νησίδες αυτές βρίσκονται στο μέτωπο του Δέλτα του Αχελώου, στο ΝΔ άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας, κοντά στις ακτές του Ιονίου», αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Μαριολάκος.
Πού όμως εντοπίζεται η αλήθεια της ιστορίας; «Ο μύθος αυτός είναι ένας από τους πολλούς που συμπίπτουν απόλυτα με τη φυσικο-γεωλογική εξέλιξη της ευρύτερης περιοχής της Δυτικής Ελλάδας κατά τα τελευταία 18.000 χρόνια», απαντά ο καθηγητής, εξηγώντας παράλληλα μέρος από το σκεπτικό του: «Η Μυθολογία αποτελεί την κωδικοποίηση προφορικών διηγήσεων που αναφέρονται σε ένα μακρότατο χρονικό διάστημα στο παρελθόν, το οποίο κυμαίνεται από την απώτατη προϊστορία έως τις παρυφές της "ιστορικής εποχής". Το διάστημα αυτό χαρακτηρίζεται από τις έντονες γεωπεριβαλλοντικές μεταβολές που σηματοδότησαν το τέλος της τελευταίας παγετώδους εποχής και την είσοδο της σύγχρονης θερμής μεσοπαγετώδους (Ολόκαινο), η οποία έγινε πριν από 18.000 χρόνια», σημειώνει, αναφέροντας ότι το είδος μας, Homo sapiens, λόγω της επικράτησής του ήδη πριν την έναρξη της μεσοπαγετώδους περιόδου, ήταν το μοναδικό ανθρώπινο είδος που υπήρξε μάρτυρας αυτών των συγκλονιστικών γεωπεριβαλλοντικών μεταβολών.
«Για τον λόγο αυτό, θεωρούμε ότι ένα μεγάλο τμήμα της Μυθολογίας περιγράφει με τρόπο ποιητικό και με τη χρήση συμβολισμών, άρα κρυπτογραφημένο, όλες αυτές τις διεργασίες της κλιματικής κυρίως μεταβολής και των συνεπειών της. Οι συνέπειες των μεταβολών αυτών καταγράφηκαν στη συλλογική μνήμη των ανθρώπων και μεταδόθηκαν από γενιά σε γενιά, έως την τελική επίσημη κωδικοποίησή τους», συμπληρώνει.
Ποια παλαιογεωγραφικά δεδομένα της περιοχής του Ιονίου Πελάγους που εκτείνεται ανάμεσα στη Στερεά Ελλάδα και στην Πελοπόννησο αφενός και στα Ιόνια νησιά Κεφαλλονιά, Ιθάκη και Λευκάδα αφετέρου, πριν από 18.000 χρόνια, μας αποδεικνύουν τα παραπάνω; «Περί το τέλος της Παγετώδους Εποχής, τότε που παρατηρούνται οι χαμηλότερες θερμοκρασίες σε παγκόσμια κλίμακα και συνεπώς η στάθμη της θάλασσας βρισκόταν στο χαμηλότερο σημείο, η Λευκάδα ήταν ενωμένη με τη Στερεά Ελλάδα, ενώ η Κεφαλλονιά κι η Ιθάκη ήσαν κι αυτές ενωμένες σε ένα μεγάλο νησί. Επίσης, στην πλευρά της Αιτωλο-Ακαρνανίας η ακτογραμμή, την κρίσιμη αυτή εποχή, αναπτυσσόταν πολύ δυτικότερα από τη σημερινή, ενώ η περιοχή ανάμεσα στη σημερινή ακτογραμμή και σε εκείνη πριν από 18.000 χρόνια αποτελούσε μια πεδινή έκταση με μικρή κλίση, την οποία διάσχιζε ο κάτω ρους του παλαιού ποταμού, που σήμερα είναι γνωστός ως Αχελώος. Επιπλέον, την ίδια εποχή, τα σημερινά νησιά Εχινάδες ήσαν λόφοι, ύψους από 130 μ. περίπου και πάνω. Συνεπώς, οι Εχινάδες νύμφες θα πρέπει να κατοικούσαν, σύμφωνα με τον μύθο, στις όχθες του παλαιού αυτού ποταμού. Η κοίτη όμως αυτού του "παλαιο-Αχελώου" δεν είναι γνωστή, αν και με βάση την παλαιομορφολογία της ακτογραμμής της εποχής εκείνης, φαίνεται πολύ πιθανόν, ότι το παλαιο-Δέλτα του πρέπει να αναπτυσσόταν λίγο ανατολικότερα από το νοτιότατο ακρωτήριο της Κεφαλλονιάς», διαπιστώνει ο καθηγητής.
Και μετά από την κρίσιμη αυτή εποχή; «Μετά το 18.000 πριν από σήμερα αρχίζει η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, με αποτέλεσμα η προηγούμενη επικλινής περιοχή να αρχίσει βαθμιαία να κατακλύζεται από τη θάλασσα και οι παλιοί λόφοι να μετατρέπονται σε νησιά. Η φυσικογεωλογική αυτή διεργασία σταμάτησε όταν σταθεροποιήθηκε το κλίμα, οπότε σταμάτησε και η τήξη των παγετώνων και κατ' ακολουθία και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Από τη χρονική αυτή στιγμή, που η ακτογραμμή είχε φτάσει σχεδόν μέχρι την πεδιάδα που εκτείνεται μπροστά από το χωριό Καστράκι, αρχίζει ο Αχελώος να σχηματίζει με τις προσχώσεις του το νέο Δέλτα, με αποτέλεσμα ορισμένες από τις Εχινάδες νήσους να μεταπίπτουν και πάλι σε ξηρά, όπως υπήρξαν κατά την τελευταία μεσοπαγετώδη περίοδο, πριν 125.000 χρόνια περίπου. Την τελευταία αυτή φυσικογεωλογική διεργασία είχε προβλέψει ο Ηρόδοτος, ενώ και ο Θουκυδίδης είχε γράψει για το ίδιο θέμα. Οι διεργασίες αυτές που ξεκίνησαν πριν 18.000 χρόνια, συνεχίστηκαν μέχρι πριν 6.000 χρόνια, πάντα με ορισμένες παλινδρομήσεις. Έτσι λοιπόν κατά την περίοδο του κλιματικού Optimum του Ολοκαίνου η θαλάσσια στάθμη έφθασε στο υψηλότερο σημείο της και η τότε ακτογραμμή βρισκόταν στη σημερινή ενδοχώρα, και σε μεγάλη απόσταση από τη σημερινή ακτογραμμή. Μέχρι λοιπόν τη ‘φάση' αυτή ο μύθος ταυτίζεται απόλυτα με τη φυσικογεωλογική εξέλιξη της περιοχής», τονίζει ο κ. Μαριολάκος, που συμπληρώνει ένα ενδιαφέρον ερώτημα:
«Εάν ο χρόνος σχηματισμού των νησιών Εχινάδων είναι τόσο παλαιός, σε ποια γλώσσα η παράδοση έφτασε μέχρι την ιστορική εποχή όταν καταγράφηκε, εάν οι παλαιότεροι κάτοικοι δεν μιλούσαν μια κάποια πρωτο-ελληνική γλώσσα; Μήπως τελικά δεν υπήρξε απότομη διακοπή της συνέχειας της γλώσσας των κατοίκων του Αιγαιακού και του Περι-Αιγαιακού χώρου κάπου την 3η χιλιετία π. Χ. όπως δέχονται οι Ινδο-Ευρωπαϊστές;». Δεν μένει παρά η συζήτηση να συνεχιστεί.
Την παραπάνω έρευνα, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα στο διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο «η Αρχαία Ελλάδα και ο σύγχρονος κόσμος» που διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο Πατρών στην Αρχαία Ολυμπία, συνυπογράφουν οι καθηγητές Ι. Φουντούλης Ι. Μπαντέκας, Δ. Θεοχάρης και Ε. Καπουράνη από το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, Τομέα Δυναμικής, Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.