Του Δημήτρη Βάλλα
Αudentes fortuna juvat, η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς έλεγαν χαρακτηριστικά οι Λατίνοι και η ρήση τους πέρασε στην ιστορία και έγινε γνωμικό.
Βέβαια, άλλο εννοούσαν, όμως κάθε αλλαγή του χρόνου η Ελλάδα γεμίζει από τολμηρούς που ελπίζουν να αλλάξουν τη ζωή και τη μοίρα τους με το καθιερωμένο πλέον πρωτοχρονιάτικο λαχείο που έχει γίνει παράδοση , ένα με αυτές τις ημέρες, κάτι σαν το μελομακάρονο ή τη βασιλόπιτα.
Για το …μαγικό πολύχρωμο αυτό χαρτάκι ο επίκαιρος λόγος σήμερα σε ένα σύντομο ταξίδι στον χρόνο μέσα από την πλούσια συλλογή ενός Λαρισαίου συλλέκτη που πρόθυμα δέχτηκε να φωτογραφίσουμε τα συλλεκτικά αποκτήματα του, αλλά επέμενε στο να τηρηθεί η ανωνυμία του και το σεβαστήκαμε.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛ ΓΚΡΕΚΟ…
Μια σημαντική ιστορική μαρτυρία της ύπαρξης λαχείων σε βενετοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδος βρίσκουμε στη βιογραφία του περίφημου Έλληνα ζωγράφου, Ελ Γκρέκο, (Δομίνικου Θεοτοκόπουλου), όπου καταγράφεται η διοργάνωση, από τον ίδιο, λαχειοφόρου αγοράς το 1566 στο Χάνδακα (Ηράκλειο) με σκοπό την πώληση ενός έργου του.
Τα πρώτα στοιχεία που υπάρχουν στη νεότερη ελληνική ιστορία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα πρώτα οργανωμένα λαχεία, πριν από την επανάσταση του 1821, τα συναντάμε, στη δεκαετία του 1810, στο αγγλοκρατούμενο Κράτος της Επτανήσου με την κυκλοφορία ενός παραδοσιακού κρατικού λαχείου που ο κάθε αριθμός του ήταν διαιρεμένος σε μισά, τέταρτα, όγδοα και δέκατα έκτα.
Μετά την απελευθέρωση , άρχισε σιγά-σιγά η εισαγωγή λαχείων από το εξωτερικό, αλλά και η κυκλοφορία ντόπιων λαχείων. Το φαινόμενο αυτό είχε πάρει, φαίνεται, μεγάλες διαστάσεις και ο ποινικός κώδικας του 1833 στα άρθρα 683, 684 και 685 προσπάθησε να το αποτρέψει, επιβάλλοντας ποινικές κυρώσεις σε αυτούς που διοργάνωναν λαχεία, πουλούσαν ξένα λαχεία και με οποιοδήποτε τρόπο συμμετείχαν σε διαδικασίες που αφορούσαν λαχεία.
Το 1836 με Βασιλικό Διάταγμα επετράπη η έκδοση λαχείων υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Σύμφωνα με τις διατάξεις του, επιτρεπόταν η έκδοση λαχείων εφόσον η κυκλοφορία τους είχε σκοπό να προάγει την εγχώρια βιομηχανία, η έκδοσή τους γινόταν για την κάλυψη φιλανθρωπικών δαπανών.
Η έγκριση της έκδοσης λαχείου μέχρι του συνολικού ποσού των 200 δραχμών γινόταν από τις τοπικές δημοτικές αρχές, από 201 μέχρι και 1.000 δραχμές με απόφαση της Γραμματείας του Υπουργείου Εσωτερικών, ενώ για λαχεία κεφαλαίου πάνω από 1.000 δραχμές ήταν υποχρεωτική η έκδοση Βασιλικού Διατάγματος.
Παρόλα αυτά, με την πάροδο του χρόνου οι περιορισμοί ατόνησαν και το 1855 η Γραμματεία Εσωτερικών αναγκάστηκε να στείλει αυστηρή εγκύκλιο στις αρχές που χορηγούσαν τις άδειες έκδοσης λαχείων και να τους υπενθυμίσει τις ισχύουσες διατάξεις, τις οποίες δεν θα έπρεπε να παραβαίνουν.
ΤΑ ΛΑΧΕΙΑ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ
Στην Ελλάδα στα μισά του 19ου αιώνα η Αρχαιολογική Εταιρία στην προσπάθειά της να περισώσει ό,τι περισσότερο μπορούσε από τα εκτεθειμένα στην αμάθεια των Ελλήνων και στη ληστρική μανία των ξένων, αρχαία ερείπια, αναγκάστηκε να καταφύγει στη φιλοπατρία των πλούσιων Ελλήνων με διάφορες λαχειοφόρους αγορές, όπως το «Λαχείο Οικίας» όπου ο τυχερός κέρδιζε σπίτι.
Το πρώτο όμως επίσημο λαχείο στην ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους εξεδόθη με διάταγμα του βασιλιά Γεωργίου του Α’, στις 19 Νοεμβρίου 1874. Είναι το λαχείο που σκοπό είχε να εξοικονομήσει πόρους για αρχαιολογικές ανασκαφές.
Η επιτυχία του λαχείου ήταν μεγάλη και έτσι η Αρχαιολογική Εταιρία με τους πόρους που απέκτησε, άρχισε τις ανασκαφές του Διονυσιακού Θεάτρου και της Στοάς του Αττάλου. Ετιμάτο 3,30δρχ. και έδινε στον πρώτο τυχερό 22.000 δρχ.
Στις 11 Ιουνίου του 1904, το Υπουργείο Οικονομικών εκδίδει το Λαχείο υπέρ του Εθνικού Στόλου, ενώ τον Ιούλιο του 1905 τα δύο λαχεία της Αρχαιολογικής Εταιρίας και του Στόλου συγχωνεύονται σε ένα νέο λαχείο που ονομάζεται Λαχείο υπέρ του Εθνικού Στόλου και των Αρχαιοτήτων της Ελλάδας, που είναι το μόνο κρατικό λαχείο μέχρι το 1926 και αργότερα το 1929 έγινε ειδική κρατική υπηρεσία. Πριν την ίδρυση της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων κυκλοφόρησαν τα εξής Ελληνικά Λαχεία:
«Κρατικό Λαχείο» από το Κράτος της Επτανήσου (1819) «Λαχείον Οικίας» (1849) «Λαχείο Φιλαρχαίων» (1862) «Λαχείο υπέρ των Κρητών Προσφύγων» και «Κρητικού Αγώνα» (Καλαμάτα - 1867) «Λαχείο της Επιτροπής Πολεμικού Στόλου» και «Λαχείο Ζαππείων Ολυμπιάδων» (1870) «Λαχείο Αρχαιοτήτων» (1874) «Λαχείον Συλλόγου Παρνασσός» (1875) «Λαχείο Φιλανθρωπικού Ασύλου» (Κρητική Πολιτεία -1903) «Λαχείον του Στόλου» (1904) «Λαχείον του Στόλου και των Αρχαιοτήτων» (1906) το οποίο αντικαθίσταται το 1926 από το ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΧΕΙΟΝ που κυκλοφορεί με δύο μορφές το «Λαϊκόν Λαχείον» και το «Μέγα Λαχείον», «Λαχείον Σουιπστέικ» από την «Προνομιούχο Α.Ε. Ιπποδρομιών της Ελλάδος» (1926) «Λαχείου Συντακτών» πρώιμη μορφή του (1928).
«Πωλείται ελπίς» λοιπόν και πρωτοχρονιάτικα, οι ευχές για καλή τύχη απευθύνονται σε όλους!
* (Σ.Σ. Τα ιστορικά στοιχεία είναι από τη μελέτη του πρώην διευθυντή της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων, Δημήτριου Δημόπουλου «Ιστορία των Λαχείων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» )