Του Λεωνίδα Π. Χατζηαγγελάκη, Αρχαιολόγου, επίτιμου διευθυντή ΛΔ΄ ΕΠΚΑ (Εφορείας Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων)
Η Θέση
Η Αθαμανία, αποτελεί το μεγάλο ορεινό τμήμα της κεντρικής Πίνδου, μεταξύ των περιφερειών της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Αιτωλίας. Διαρρέεται από τον αρχαίο ποταμό Ίναχο, τον σημερινό Αχελώο - Ασπροπόταμο.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του τοπίου της χώρας των Αθαμάνων είναι οι μεγάλοι ορεινοί όγκοι με τις γυμνές κορυφές, τα άφθονα και δροσερά νερά, τα ποτάμια με τις βαθιές χαράδρες, οι διάσπαρτοι οικισμοί, τα δάση από έλατα, οξιές, κέδρους, βελανιδιές. Μέσα από τα ψηλά, απόκρημνα βουνά και τις βαθιές χαράδρες της Αθαμανίας, διαβάσεις επέτρεπαν την επικοινωνία ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Κατά την αρχαιότητα στην Αθαμανία υπήρχαν αρκετά πολίσματα, αλλά δύο ήταν σημαντικές πόλεις, η Αργιθέα και η Θεοδωρία. Η πρωτεύουσα της αρχαίας Αθαμανίας βρίσκονταν στο χωριό Αργιθέα, ενώ η Θεοδωρία στο σημερινό χωριό Βουλγαρέλι.
Σήμερα τμήμα της αρχαίας Αθαμανίας ταυτίζεται με την ορεινή περιοχή του νομού Καρδίτσας, καθώς και του ορεινού όγκου του όμορου νομού Τρικάλων.
Οι Αθαμάνες
Οι Αθαμάνες, απόγονοι του Αθάμα, θεωρούνται από τα παλιότερα ελληνικά φύλα που εγκαταστάθηκαν τη 2η χιλιετία π.Χ στην περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο.
Στους κλασικούς χρόνους οι Αθαμάνες αρχικά ήταν φιλικά προσκείμενοι των Σπαρτιατών, ενώ το 375 π. Χ. εισέρχονται στη Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία. Στις αρχές του 3ου π. Χ αι. ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος καταλαμβάνει την Αθαμανία και έκτοτε οι Αθαμάνες τον ακολουθούν στις εκστρατείες του στην Ιταλία. Στον Γ΄ Μακεδονικό πόλεμο, μετά τη μάχη της Πύδνας -168 π. X- και την ήττα των Μακεδόνων, οι Αθαμάνες, δήλωσαν υποταγή στη Ρώμη και η χώρα τους καταστράφηκε από τους Ρωμαίους.
Οι Αθαμάνες έκοψαν δικό τους νόμισμα για πρώτη φορά περί το 220 π. Χ. Τα νομίσματα είχαν παραστάσεις της Διώνης και της Αθηνάς που κρατά κουκουβάγια. Μετά το 190 π. Χ. έκοψαν νομίσματα για δεύτερη φορά με παράσταση κεφαλής του Απόλλωνα στον εμπροσθότυπο και κεφάλι ταύρου με την επιγραφή ΑΘΑΜΑΝΩΝ στον οπισθότυπο.
Οικιστικά κατάλοιπα της ευρύτερης περιοχής
Προϊστορική κατοίκηση
Τα πρώτα ίχνη μόνιμης εγκατάστασης ανθρώπων στην ορεινή περιοχή της χώρας των Αθαμάνων στο θεσσαλικό χώρο, από την αρχαιολογική έρευνα εντοπίζονται στην Εποχή του Χαλκού στη θέση «Παλαιόκαστρο» Πετρωτού. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών ερευνών αποκαλύφθηκαν αρχιτεκτονικά λείψανα αψιδωτών κατασκευών - οικιών από αργούς λίθους με προσανατολισμό από Α προς Δ. Η άφθονη κεραμική του οικισμού κυρίως χρηστική από αγγεία, αποθηκευτικά και πόσης, είναι αντιπροσωπευτική της Μέσης Εποχής Χαλκού. Πρόσθετες πληροφορίες για την οικονομία του οικισμού της Εποχής του Χαλκού αντλούνται από τα χρηστικά αντικείμενα που εντοπίστηκαν στην ανασκαφή, από οστέινα και λίθινα εργαλεία αποτυπώνονται οι καθημερινές εργασίες των κατοίκων, ενώ από τα πήλινα σφονδύλια δηλώνεται η ανάπτυξη της υφαντικής τέχνης.
Λίγα χιλιόμετρα ανατολικά του Πετρωτού, στην κτηματική περιφέρεια του χωριού Καρυά και στη θέση «Αγριοκέρασο», αποκαλύφθηκε μια άλλη εγκατάσταση της Μέσης Εποχής Χαλκού. Πρόκειται για οικήματα που είχαν προσανατολισμό από Α προς Δ. Χαρακτηριστικό στοιχείο της εργαλειακής παραγωγής του οικισμού είναι μια σειρά διαφόρων μεγεθών, σχημάτων και βάρους, λίθινων σφυρών, τριπτήρων και άλλων εργαλείων από πυριτόλιθο.
Οχυρά και οικισμοί των Ιστορικών Χρόνων
Μέχρι τον 5ο π. Χ. αιώνα οι εγκαταστάσεις των Αθαμάνων όπως και των Ηπειρωτών ήταν ατείχιστες, σύμφωνα και με τη μαρτυρία του Θουκυδίδη. Μετά τον 5ο π. Χ. αιώνα παρουσιάζονται εξελικτικά μεγαλύτερες ή μικρότερες πόλεις με το συνοικισμό ενός φύλου ή μιας περιοχής. Τα ερείπια των οικισμών και των οχυρών απαντώνται τόσο κατά μήκος των αρχαίων δρόμων, των διαβάσεων και των φαραγγιών, όσο και σε ψηλά, απρόσιτα μέρη. Στην κτηματική περιφέρεια του χωριού Καρυά, στη θέση «Κάστρο», υπήρχε οχυρό της βασιλείας του Πύρρου και του Δημητρίου Πολιορκητή του 3ου π. Χ. αιώνα.
Συνεχής κατοίκηση επιβεβαιώνεται στο «Παλαιόκαστρο» Πετρωτού από τα πολύ σημαντικά και αρκετά καλά διατηρημένα ερείπια ισχυρού ελληνιστικού οχυρού. Βόρεια, στο χωριό Ελληνικά σημειώνεται κάστρο στην τοποθεσία «Κάστρο». Στα Βραγκιανά, στη θέση "Κατούνιστα" έχουν αποκαλυφθεί πέτρινοι κιβωτιόσχημοι τάφοι. Νοτιότερα στο χωριό Καταφύλλι, σ΄ ένα δελφικό τοπίο, εντοπίζεται ο αρχαιολογικός χώρος, όπου διατηρούνται τμήματα μεγάλων αναλημματικών τοίχων, ενώ κατά το παρελθόν έχουν βρεθεί αρκετοί κιβωτιόσχημοι τάφοι ελληνιστικής εποχής. Και στο χωριό Κουμπουριανά υπάρχει αρχαιολογικός χώρος και έχει σημειωθεί η ύπαρξη τάφων και αρχαίων αντικειμένων, ενώ στο χωριό Δροσάτο στον αρχαιολογικό χώρο διατηρούνται τοίχοι οικοδομημάτων και έχουν βρεθεί τμήματα αγγείων και νομίσματα. Από την περιοχή αυτή προέρχονται αρκετά αρχαία ευρήματα, όπως χάλκινοι λύχνοι και νομίσματα που έχουν παραδοθεί από ιδιώτες.
Ολοκληρώνοντας το οδοιπορικό θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι στην περιοχή του Θερινού - Αργιθέας, στη θέση «Ελληνικά» βρίσκεται ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους, τον οποίο αρκετοί περιηγητές και ιστορικοί ταυτίζουν με την αρχαία Αργιθέα, πρωτεύουσα της Αθαμανίας.
Αργιθέα
Οι ανασκαφές
Σύμφωνα με τις απόψεις πολλών περιηγητών και ιστορικών (W. Leake, Ν. Γεωργιάδης, F. Stälin) η σημαντικότερη πόλη των Αθαμάνων, η πρωτεύουσα τους Αργιθέα βρίσκεται στη θέση «Ελληνικά», ανάμεσα στα χωριά Αργιθέα και Θερινό. Η αρχαία πόλη βρισκόταν στην πορεία της πιο σύντομης οδού από τη Θεσσαλία στην Ήπειρο. Καλυπτόταν από βλάστηση και ήταν ιδρυμένη σε μεσημβρινή απότομη πλαγιά, σε σωστά επιλεγμένη ως προς τον προσανατολισμό και την ασφάλεια θέση που οριζόταν στα ΝΑ από το ρέμα Πλατανιάς.
Σήμερα, ορατά είναι τα ερείπια της πόλης, ήτοι μεγάλοι αναλημματικοί τοίχοι και τοίχοι οικοδομημάτων, κατασκευασμένοι από ντόπιους πελεκημένους λίθους, κατά μήκος του σημερινού δρόμου Μουζακίου – Άρτας. Από την ανασκαφική έρευνα αποκαλύφθηκε τμήμα του πολεοδομικού ιστού της αρχαίας πόλης. Αποκαλύφθηκαν τμήματα κτιρίων ιδιωτικού χαρακτήρα με ισχυρούς τοίχους, κατασκευασμένους από ντόπιους πλακαρούς λίθους. Τα δωμάτια των οικιών έφεραν δάπεδα από πηλό ή χαλίκια. Στα νότια και σε χαμηλότερο επίπεδο αποκαλύφθηκε μικρή πλατεία με δάπεδο κατασκευασμένο από πλακαρές πέτρες.
Ανατολικά της αρχαίας πόλης έχει αποκαλυφθεί σημαντικό τμήμα του νεκροταφείου της. Ερευνήθηκαν περισσότεροι από 250 κιβωτιόσχημοι τάφοι, κατασκευασμένοι από ντόπιες πλακαρές πέτρες, με προσανατολισμό από Α, ΒΑ προς Δ, ΝΔ. Οι τάφοι εκτείνονται σε επάλληλα στρώματα και σε πυκνή σχετικά διάταξη. Αρκετοί από τους τάφους ήταν κατεστραμμένοι και συλημένοι από την αρχαιότητα.
Στο ανατολικό όριο του νεκροταφείου ερευνήθηκε ένα ταφικό μνημείο ορθογώνιας κάτοψης, κτισμένο στο λατομημένο φυσικό βράχο με μέγιστο σωζόμενο ύψος 2.30μ., αλλά αρκετά κατεστραμμένο και συλημένο. Στο εσωτερικό του υπήρχαν δύο συλημένοι τάφοι.
Ταφικά έθιμα
Στα νεκροταφεία της Αργιθέας επικρατούσε το έθιμο του ενταφιασμού των νεκρών. Οι τάφοι περιείχαν έναν ή περισσότερους νεκρούς. Τα κτερίσματα στο εσωτερικό των τάφων χαρακτήριζαν το νεκρό που είχε ενταφιασθεί, άνδρας ή γυναίκα και ήταν αγγεία -πήλινα και μεταλλικά-, λυχνάρια, αγνύθες (υφαντικά βάρη), ξίφη, μαχαίρια, αιχμές δοράτων, κοσμήματα χάλκινα, αργυρά και χρυσά, όπως δακτυλίδια, ενώτια, κάτοπτρα, πόρπες, περόνες, καθώς και νομίσματα. Με βάση τα κτερίσματα που συνόδευαν τους νεκρούς, οι τάφοι χρονολογούνται από τον 4ο έως τον 1ο αι. π. Χ.
Η αξία και η μαγεία της έρευνας του παρελθόντος
Τα κινητά ευρήματα τόσο από τον πολεοδομικό ιστό της αρχαίας πόλης της Αργιθέας, όσο και από τη νεκρόπολη είναι κατά το πλείστον εντυπωσιακά από πολύτιμα κυρίως υλικά, αλλά και άλλα λιγότερο ή περισσότερο φανταχτερά. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για την κατανόηση της κοινωνίας και των συνηθειών των κατοίκων του οικισμού, το πολιτικό τους σύστημα, τις καθημερινές τους ασχολίες, τον πολεμικό βίο των ανδρών, το εμπόριο και τις ανταλλαγές, τις σχέσεις τους με τις υπόλοιπες πόλεις του αρχαίου κόσμου, τις θρησκευτικές τους δοξασίες, τις ταφικές τους συνήθειες και τις πεποιθήσεις τους για το θάνατο.
Σήμερα, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να δουν πολλά από τα αρχαία ευρήματα που αποκαλύφθηκαν στην Αργιθέα, να θαυμάσουν οι ίδιοι σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο και να ενημερωθούν για τα πολιτισμικά τεκμήρια των αρχαίων κατοίκων της περιοχής.
Η συνέχιση των ερευνητικών αρχαιολογικών εργασιών σε μια συστηματική βάση, η ένταξη του ανασκαμμένου πολεοδομικού ιστού και του τμήματος του ανατολικού νεκροταφείου στην Αργιθέα, θα μας δώσει τη δυνατότητα από τη μια να γνωρίσουμε πολλά περισσότερα για το παρελθόν της και από την άλληνα σταματήσει η εγκατάλειψη και να αρχίσει κάποια ανάπτυξη, έστω και στον πολιτιστικό τομέα, για την όμορφη γη των αρχαίων Αθαμάνων!
Φωτογραφικό υλικό από φυλλάδιο της ΛΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων