Φωτογραφίες και χαρακτικά της πόλης της εποχής εκείνης που έχουν διασωθεί, δείχνουν πόσο έχουν αλλάξει σήμερα ορισμένες περιοχές της, σε σημείο που να δυσκολεύουν την ταυτοποίηση όσων απεικονίζουν.
Το χαρακτικό που παρουσιάζεται σήμερα δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία γαλλική εφημερίδα Le Monde Illustre των Παρισίων, στο φύλλο της 17ης Απριλίου του 1897, σελ. 244. Όπως σημειώνεται στη λεζάντα του, είναι πιστή αντιγραφή φωτογραφίας του Γάλλου δημοσιογράφου Henri Turot, απεσταλμένου της γαλλικής εφημερίδας στο μέτωπο του ελληνοτουρκικού πολέμου. Ως εκ τούτου η αξιοπιστία του δεν αμφισβητείται. Απεικονίζει την περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το Δημοτικό Ωδείο με τη γειτονική πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος και την Πλατεία Λαού (Μπλάνα).
Ο φωτογράφος στάθηκε στο σημείο που σήμερα είναι το πεζοδρόμιο της οδού Κύπρου, στο ύψος περίπου της εισόδου του υπόγειου σταθμού αυτοκινήτων της πλατείας και έστρεψε τον φακό του προς τα βόρεια. Μπροστά διακρίνεται ένας ανοικτός, ανώμαλος και αδιαμόρφωτος χώρος. Την περίοδο εκείνη υπήρχαν πολλοί τέτοιοι ακάθαρτοι χώροι μέσα στην πόλη, οι οποίοι δημιουργούσαν πολύ συχνά σοβαρά προβλήματα υγιεινής. Στις αρχές του 20ού αιώνα ο χώρος αυτός ισοπεδώθηκε, διαμορφώθηκε σε πλατεία και περιμετρικά φυτεύτηκαν δύο σειρές δένδρων. Το 1922 γέμισε με παράγκες, οι οποίες στέγασαν τα πρόχειρα καταστήματα των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής. Το 1932 η δημοτική αρχή απομάκρυνε τους πρόσφυγες και έκτισε τη Δημοτική ή Νέα Αγορά όπως την αποκαλούσε ο κόσμος, η οποία τελικά κατεδαφίστηκε επί δημαρχίας Μπλάνα για να δημιουργηθεί η σημερινή πλατεία που φέρει το όνομά του, με τον υπόγειο χώρο στάθμευσης.
Το πρώτο κτίριο από αριστερά είναι το κονάκι των αδελφών Χουσνή μπέη και Χαϊρή μπέη, από τους οποίους το αγόρασε το 1881 ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ και το διαμόρφωσε σε ανάκτορο, το οποίο χρησιμοποιούσε το φθινόπωρο κάθε χρόνο, όταν γίνονταν τα μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια στην περιοχή και παρέμενε έναν με δύο μήνες στη Λάρισα. Όπως φαίνεται και στο χαρακτικό, το κτίριο είναι περιφραγμένο και περιβάλλεται από αυλή. Με λίγη προσοχή μπορεί κανείς να διακρίνει και ένα στρατιωτικό φυλάκιο, επειδή τις ημέρες εκείνες του 1897 τα ανάκτορα φιλοξενούσαν τον διάδοχο Κωνσταντίνο και συγχρόνως στέγαζαν το στρατηγείο των πολεμικών επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού. Το 1915 το ανάκτορο με όλη τη γύρω περιοχή και την πλατεία αγόρασε ο Δήμος από τον πρίγκιπα Νικόλαο, γιο του βασιλιά Γεωργίου Α΄, από τον οποίο το κληρονόμησε. Σήμερα στη θέση αυτή βρίσκεται το οικοδομικό συγκρότημα του Δημοτικού Ωδείου.
Δεξιότερα στην εικόνα υπάρχει ένα μεγάλο κτίριο. Ήταν η πρώτη κατοικία του συμβολαιογράφου Ανδρέα Ροδόπουλου. Είχε έλθει από την Πελοπόννησο αμέσως μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, με σκοπό να εργασθεί σε μια περιοχή όπου έλλειπαν γενικά οι δικηγόροι. Ο Ανδρέας Ροδόπουλος ήταν παππούς του πολιτευτή Τάκη Ροδόπουλου, του λογοτέχνη Μ. Καραγάτση και της Ροδόπης, γυναίκας του διευθυντή της Αβερωφείου Γεωργικής Σχολής Φιλοποίμενος Τζουλιάδη [1]. Το οίκημα αυτό που είχε εγκαταλειφθεί λόγω παλαιότητας, με προτροπή της βασίλισσας Όλγας το αγόρασε ο Γεώργιος Α’ και το κατεδάφισε. Έτσι αυξήθηκε σημαντικά ο αύλειος χώρος και η Όλγα βρήκε την ευκαιρία να κτίσει το παρεκκλήσι του ανακτόρου, το οποίο αφιέρωσε στον Άγιο Βησσαρίωνα.
Πίσω από το κτίριο του Ροδόπουλου διαγράφεται στο βάθος ο τρούλος ενός τζαμιού [2], με τον μιναρέ του κολοβωμένο στο ψηλότερο σημείο. Πρόκειται για το τέμενος του Ομέρ μπέη, γιου του κατακτητή της Λάρισας Τουρχάν μπέη, το οποίο βρισκόταν περίπου ένα τετράγωνο πίσω από το σημερινό κτίριο του Ωδείου.
Τέλος στα δεξιά της εικόνας απεικονίζεται το Γενή τζαμί, το μοναδικό σωζόμενο σήμερα τζαμί στη Λάρισα. Κτίσθηκε ή μάλλον ανακαινίσθηκε εκ βάθρων αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης με πρωτοβουλία της βασίλισσας Όλγας και με τα χρήματα που έδωσε ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ στον εκ των ιδιοκτητών του κτιρίου Χαϊρή μπέη [3] για να το αγοράσει. Ο τελευταίος δεν δέχθηκε τα βασιλικά χρήματα και συμφώνησαν τελικά στην κατασκευή του τεμένους αυτού [4], με σκοπό να εξυπηρετήσει τις λατρευτικές ανάγκες των μουσουλμάνων κατοίκων της πόλης που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα, μια που όλα τα άλλα τζαμιά ήταν εγκαταλειμμένα και δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν. Με τον σεισμό της 1ης Μαρτίου του 1941 η κωνική απόληξη του μιναρέ κατέρρευσε και παρέμεινε ο κύριος κορμός που υπάρχει μέχρι σήμερα. Μεταπολεμικά τα κτίριο αυτό στέγασε διάφορες υπηρεσίες, μέχρι πρότινος δε φιλοξενούσε τις συλλογές του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης μας.———————————————
[1]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο συμβολαιογράφος Ανδρέας Ροδόπουλος, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 9ης Δεκεμβρίου 2015.
[2]. Από τα πολλά τζαμιά που υπήρχαν στην τουρκοκρατούμενη Λάρισα, μόνον τρία είχαν τρούλο, το επιβλητικό του Χασάν μπέη στη μεγάλη γέφυρα του Πηνειού, το Μπαϊρακλί τζαμί στην οδό Παπαφλέσσα και αυτό του Ομέρ μπέη.
[3]. Ο αδελφός του Χαϊρή μπέη, Χουσνή μπέης, είχε εγκαταλείψει τη Λάρισα και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη πολύ πριν από την είσοδο των ελληνικών στρατευμάτων στη πόλη στις 31 Αυγούστου 1881.
[4]. Από τις «Αναμνήσεις» του παλιού δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα, ένα ανέκδοτο χειρόγραφο που περιέχει τις δραστηριότητες του συγγραφέα κατά την περίοδο της δημαρχίας του και διάφορα άλλα ιστορικά στοιχεία της Λάρισας.