Ο φωτογράφος είναι άγνωστος. Πιστεύεται ότι την περίοδο εκείνη, επειδή επιτρέπονταν μόνον στρατιωτικές πτήσεις, η εικόνα αυτή να είναι από το αρχείο της 110 Π.Μ.
Στο κάτω μέρος της φωτογραφίας, αριστερά διακρίνονται τα πρώτα σπίτια του Πέρα μαχαλά (Βλαχομαχαλά). Ακολουθεί ένα στενό δρομάκι που αντιπροσωπεύει τη σημερινή οδό μητροπολίτου Δωροθέου και μετά βλέπουμε μέρος της αριστερής όχθης του Πηνειού κοντά στη γέφυρα. Στο δεξιό άκρο φαίνεται καθαρά ένα τμήμα της γέφυρας που είναι ξύλινη[1], και κατασκευάσθηκε για να γεφυρώσει πρόχειρα το χάσμα που δημιουργήθηκε από τις ανατινάξεις της κατοχής. Η νέα γέφυρα με οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν) έγινε αργότερα.
Στο μέσον της εικόνας διανοίγονται τρεις δρόμοι. Ο πρώτος αριστερά οδηγεί στο κέντρο του συνοικισμού Πέρα μαχαλάς και συνεχίζει προς Γιάννουλη και Τύρναβο, ο μεσαίος προς το κέντρο Αλκαζάρ και το ομώνυμο στάδιο και ο δεξιός στο «ανάχωμα» όπως λέγαμε την πρόχειρη παρόχθια οδό που οδηγούσε στο εξοχικό κεντράκι «Κιβωτός»[2]. Στην αρχή του δρόμου προς τον Τύρναβο διακρίνεται ένα μικρό κτίσμα με δίρριχτη στέγη από κεραμίδια. Είναι ο γνωστός «Φόρος του Τυρνάβου». Για τα κτίσματα αυτά, τους φόρους, θα αναφερθούμε πιο κάτω.
Στο βάθος της φωτογραφίας αριστερά εντοπίζεται το άγαλμα του Κρυστάλλη με το μικρό κυκλικό σιντριβάνι που είχε μπροστά του και δεξιά το μνημείο για τους πεσόντες αξιωματικούς και οπλίτες κατά τον «ατυχή» ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897[3]. Το μνημείο αυτό αποτελούσε το ηρώο της πόλεως μέχρις ότου κατασκευάστηκε κατά τη δεκαετία του 1960 το σημερινό μεγαλοπρεπές ηρώο στο Φρούριο.
Αναφέρθηκε προηγουμένως ο «Φόρος του Τυρνάβου». Με την ευκαιρία αυτή θα δώσουμε μερικά στοιχεία γι’ αυτά τα κτίσματα. Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να κάνουμε γνωστό στους νεώτερους ότι μέχρι το 1948 υπήρχαν στις κύριες εισόδους της πόλεως μικρά κτίσματα, στα οποία όσοι μετέφεραν εμπορεύματα και διάφορα προϊόντα στην πόλη σταματούσαν και πλήρωναν τα λεγόμενα «διαπύλια τέλη». Τα τέλη αυτά ήταν φορολογία η οποία εισπράττονταν από την δημοτική αρχή, για να αντιμετωπίζει τις δαπάνες επισκευής και συντήρησης του οδικού δικτύου της πόλεως. Μέχρι το 1939 ο Δήμος παραχωρούσε με δημοπρασία σε ιδιώτη την είσπραξη των τελών αυτών. Από το 1939 μέχρι το 1948 που καταργήθηκε ο φόρος, εισπράττονταν από δημοτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι στεγάζονταν στα κτίσματα που είχαν κτισθεί για τον σκοπό αυτό. Απ’ όσο γνωρίζω, τα φυλάκια αυτά των φόρων ήταν συνολικά πέντε. Του Τυρνάβου ή Γεφυρόπορτα που βλέπουμε στη φωτογραφία, η Βολιόπορτα που ήταν κοντά στις γραμμές του τρένου στο τέλος της παλιάς οδού Βόλου (σήμερα 23ης Οκτωβρίου), η πόρτα (πύλη) των Σιδηροδρόμων του Διεθνούς και του Θεσσαλικού, η Καρδιτσόπορτα που βρισκόταν στη διασταύρωση των σημερινών οδών Πολυτεχνείου και Παπαναστασίου, πάνω στο ανάχωμα της τάφρου την οποία σήμερα κάλυψε η οδός Πολυτεχνείου, δίπλα σ’ ένα γεφυράκι και η Τρικαλόπορτα που ήταν λίγο πιο κάτω από το στρατιωτικό νοσοκομείο προς τη Φιλιππούπολη.
Μέσα στους φόρους-φυλάκια που ήταν μικρά μονόχωρα κτίσματα, έμενε ο υπάλληλος του φόρου που είχε το γραφείο του, συγχρόνως όμως χρησίμευε και για κατοικία του, γιατί τότε δεν υπήρχαν οκτάωρα και ο φύλακας χρειαζόταν ακόμα και να διανυκτερεύει.
Από τους φόρους αυτούς τη μεγαλύτερη κίνηση είχε η Γεφυρόπορτα (του Τυρνάβου), ιδίως τις ημέρες της αγοράς της Τετάρτης, όταν οι σούστες και τα κάρα με τα εμπορεύματα πολλές φορές σχημάτιζαν τέτοια ουρά που έφθανε και πέρα από το γήπεδο του Αλκαζάρ. Ο έλεγχος και η ποσότητα των εμπορευμάτων γινόταν με αυτοψία του υπαλλήλου και η διαδικασία αυτή ήταν χρονοβόρα.
Εκτός όμως από τους υπαλλήλους αυτούς υπήρχαν και άλλοι οι οποίοι διακινούνταν ελεύθερα, όπως η σημερινή ΣΔΟΕ. Μερικοί περιπολούσαν στους μικρότερους συνοικιακούς δρόμους πρόσβασης στην πόλη, ενώ άλλοι περιφέρονταν στην εβδομαδιαία αγορά της Τετάρτης, για να φορολογούν εκείνους οι οποίοι προσπαθούσαν να αποφύγουν την φορολόγηση των προϊόντων τους.
Όπως γίνεται πάντοτε εδώ στη χώρα μας, οι περιπτώσεις φοροδιαφυγής και τότε ήταν πολλές, γι’ αυτό και δεν έλειπαν οι καθημερινοί καβγάδες μεταξύ ελεγκτών και εμπόρων οι οποίοι καταγράφονταν στις στήλες των εφημερίδων της εποχής και μερικές φορές οι καυγάδες αυτοί κατέληγαν να γίνονται και βίαιοι.
[1]. Η γέφυρα ανατινάχθηκε κατά τη διάρκεια της κατοχής δύο φορές. Η πρώτη ήταν τον Απρίλιο του 1941 από τους Νεοζηλανδούς, για να επιβραδύνουν την προέλαση των Γερμανών προς την Αθήνα και η δεύτερη, η πιο ισχυρότερη, τον Οκτώβριο του 1944 από τους Γερμανούς κατά την οπισθοχώρησή τους.
[2]. Σήμερα αυτός ο δρόμος έχει ασφαλτοστρωθεί και έχει καθιερωθεί από τους περιπατητές της ως «οδός bypass», επειδή τον διασχίζουν συνήθως γυμναζόμενοι εκείνοι που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση στένωσης των στεφανιαίων αγγείων της καρδιάς.
[3]. Είναι έργο του γλύπτη Γεωργίου Ξενάκη και στήθηκε το 1909. «Την ερχομένην εβδομάδα καταφθάνει εξ Αθηνών το άγαλμα του τύμβου, το οποίον παρά τη γέφυραν ανεγείρουσιν οι κ. κ. Αξιωματικοί μας εις μνήμην των κατά το 1897 πεσόντων. Είναι έργον του γλύπτου Ξενάκη, επισήμως δε θα γίνωσι προσεχώς τα αποκαλυπτήριά του». Βλέπε εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 16ης Απριλίου 1909.