Βρίσκεται σε στιγμές χαλάρωσης και αυτό φαίνεται καθαρά από το πηλίκιό του που είναι κυριολεκτικά «πεταμένο» ανάποδα κάτω στο έδαφος. Ήταν οι ημέρες πριν από την έναρξη του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και οι πρώτες αψιμαχίες είχαν αρχίσει ήδη να εκδηλώνονται. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος είχε ορισθεί αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και με τους συνεργάτες του είχε ορίσει ως έδρα του επιτελικού του γραφείου τα ανάκτορα [1]. Εν τω μεταξύ ο αναμενόμενος πόλεμος είχε προσελκύσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και στη Λάρισα είχαν φθάσει εκατοντάδες δημοσιογράφοι, απεσταλμένοι των μεγαλυτέρων Μέσων Ενημέρωσης της εποχής απ’ όλο τον κόσμο [2], με σκοπό να καλύψουν τις πολεμικές συγκρούσεις. Τα βασιλικά ανάκτορα της Λάρισας βρισκόταν στην πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος, ακριβώς στο σημείο όπου σήμερα υψώνεται το συγκρότημα του Δημοτικού Ωδείου.
Ο διάδοχος Κωνσταντίνος έφθασε στη Λάρισα στις 17 Μαρτίου (με το παλιό ημερολόγιο) 1897, συνοδευόμενος από τον αδελφό του πρίγκιπα Νικόλαο, για να αναλάβει την αρχηγία του στρατού στη διαγραφόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη. Λίγες ημέρες μετά, στις 25 Μαρτίου 1897, γιορτάστηκε η εθνική επέτειος, την οποία η Αμαλία Παπασταύρου περιγράφει στο βιβλίο της ως εξής: «Η ημέρα αυτή επανηγυρίσθη ως συνήθως και μάλιστα επιδεικτικώτερον χάρις εις την παρουσίαν των βασιλικών Πριγκίπων. Δεν έλειψαν ούτε κανονιοβολισμοί, ούτε η πρωινή μουσική ανά τας οδούς της πόλεως ανακρούουσα το εωθινόν, ούτε αι παρατάξεις και δοξολογίαι και επί πλέον επίσημον εν τοις ανακτόροις γεύμα, εις ό παρεκάθησαν και Οθωμανοί! Και η πλατεία των δικαστηρίων εφωταγωγήθη και πυροτεχνήματα εκάησαν και μουσική επαιάνισε μέχρι βαθείας νυκτός…». Και πιο κάτω κατακεραυνώνει τους πρίγκιπες και τους επιτελείς τους: «Πολλήν θυμηδίαν επροξένησεν εις τους εκπλήκτους Λαρισαίους η είδησις εξ Αθηνών ότι ο διάδοχος επί κεφαλής του στρατού ανήλθε και κατέλαβε την Μελούνα, ενώ κάλλιστα εδώ εγνώριζον ενταύθα όλοι ότι ο Κωνσταντίνος έμενεν εις τα ανάκτορα και όταν δεν έπαιζε με τας Αγγλίδας νοσοκόμους, ανεγίνωσκε τα νεώτερα μυθιστορήματα, τα οποία απεστέλλοντο εξ Αθηνών [3].
Για το κτίριο των ανακτόρων έχουμε μια ωραία περιγραφή του παλιού δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα, ο οποίος πρόλαβε και το επισκέφθηκε. Γράφει στις χειρόγραφες ανέκδοτες «Αναμνήσεις» του. «Ο διάδοχος μετά της ακολουθίας του εγκατεστάθη εις το μέγαρον του Χαϊρή βέη [4], το κεντρικώτερον και μεγαλοπρεπέστερον κονάκι της Λαρίσης, όπερ έκτοτε εχαρακτηρίσθη ως Ανάκτορον του ελευθερωτού Βασιλέως Γεωργίου του Α’. Ευρίσκετο τούτο εις κεντρικωτάτην θέσιν της πόλεως, ευρυχωρότατον, με δύο ορόφους, με αιθούσας ευρυτάτας, δωμάτια, θαλάμους και προθαλάμους πολλούς. Επιπλωμένον, με πλουσιωτάτους περσικούς τάπητας, μεταξωτά παραπετάσματα και επιτραπέζια σκεύη αργυρά και επίχρυσα. Το πράγματι Βασιλικόν τούτο Μέγαρον ηγείρετο εν μέσω κήπου ωραιοτάτου με άπειρον πρασινάδα, με συστάδας αειθαλών δένδρων και ανθώνας με όλως εξαιρετικά άνθη και με άφθονα ρέοντα ύδατα άτινα προωθούντο εκ του Πηνειού ποταμού δι’ ανυψωτικής αντλίας, τοποθετημένης εις τον παρά τον Πηνειόν ποταμόν ατμόμυλον των Χρ. Γεωργιάδου [5] και Ιωάννου. Διά την συντήρησιν του θαυμαστού αυτού κήπου ήσαν εις την υπηρεσίαν του Μεγάρου κηπουροί και ειδικοί ανθοκόμοι. Διά την άρδευσιν και το πότισμα υπήρχε ειδική δεξαμενή εις τον κήπον».
Η τύχη του ανακτόρου αυτού είναι γνωστή. Μετά τη δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου Α’ στη Θεσσαλονίκη το 1913, περιήλθε κληρονομικά στην ιδιοκτησία του πρίγκιπα Νικολάου. Οι υπασπιστές του ήλθαν σε επαφή το 1915 με τον δήμαρχο Λαρίσης, που τότε ήταν ο Μιχαήλ Σάπκας και τελικά το 1916 διευθετήθηκε η πώληση όχι μόνον του κτιρίου, αλλά και του περιβάλλοντος χώρου, ο οποίος περιλάμβανε και τη σημερινή πλατεία Αγ. Βησσαρίωνος.
[1]. Είναι γνωστό και από άλλα δημοσιεύματα ότι στις αρχές Οκτωβρίου 1881, έναν μήνα μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ είχε επισκεφθεί τη Λάρισα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην πόλη μας αγόρασε το κονάκι όπου φιλοξενήθηκε και το οποίο ανήκε σε δύο Οθωμανούς μπέηδες, τον Χουσνή μπέη και τον αδελφό του Χαϊρή μπέη. Κάθε φθινόπωρο, όταν γίνονταν τα μεγάλα γυμνάσια του Ελληνικού Στρατού, ερχόταν για να τα παρακολουθούν πότε ο ίδιος και πότε ο διάδοχος Κωνσταντίνος για 1-2 μήνες. Η Λάρισα την περίοδο εκείνη ήταν ακριτική περιοχή και διέθετε στρατώνες μεγάλης χωρητικότητας (περίπου 10.000 ατόμων).
[2]. Βόγιας Χαράλαμπος, «Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Κινηματογραφικές, Υγειονομικές και άλλες πρωτοτυπίες. Ευρεία Γενική Βιβλιογραφία», Λάρισα, 2017, όπου ο συγγραφέας έχει συγκεντρώσει μια εκτεταμένη βιβλιογραφία του πολέμου.
[3]. Αμαλία Κ. Παπασταύρου, Ημερολόγιον του πολέμου, ανευρεθέν εν Λαρίσση από 1-14 Απριλίου 1897, Αλεξάνδρεια, 1897.
[4]. Ο Χαϊρή μπέης ήταν συνιδιοκτήτης του αρχοντικού αυτού με τον αδελφό του Χουσνή μπέη, ο οποίος όμως είχε φροντίσει να μετακομίσει στην Κωνσταντινούπολη πριν γίνει η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα.
[5]. Ο Χρήστος Γεωργιάδης ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας και εν συνεχεία υπήρξε ο πρώτος εκλεγμένος δήμαρχος της Λάρισας για το χρονικό διάστημα (1883-1887). Από τον Σάπκα γίνεται εδώ για πρώτη φορά μνεία της τροφοδοσίας του κτιρίου των ανακτόρων με νερό του Πηνειού, μέσω ειδικής αντλίας.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com