Μετά από προδοσία, οι Άγγλοι πάτησαν το Λιοπέτρι. Γνώριζαν ότι στο χωριό υπήρχε οργανωμένη ομάδα ανταρτών της Ε.Ο.Κ.Α. Ο Αγγλικός στρατός απέκλεισε την περιοχή κι άρχισαν εξονυχιστικές έρευνες. Οι καταζητούμενοι αντάρτες έπρεπε να διαφύγουν. Αποφάσισαν: Θα επέβαιναν αυτοκινήτου που θα οδηγούσε ντόπιος αγωνιστής. Μόλις συναντιόντουσαν με τους Εγγλέζους, το αυτοκίνητο θ’ ανέπτυσσε τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα, θα έσπαζε τον κλοιό, ενώ ταυτοχρόνως οι καταζητούμενοι αντάρτες θα πυροβολούσαν με τα αυτόματά τους. Πραγματικά το αυτοκίνητο προχώρησε προς την έξοδο του χωριού. Οι Εγγλέζοι ήταν πολλοί. Ο Ηλίας κι ο Χρήστος, πετάχτηκαν κι άρχισαν μάχη που δεν βάσταξε όμως πολύ. Ύστερα χάθηκαν μέσα στο σκοτάδι.
Το πρωινό της 1ης Σεπτεμβρίου 1958 οι τέσσερις γενναίοι μαχητές γύρισαν στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή. Σε λίγο ακούστηκαν τα μεγάφωνα του στρατού. Στο Λιοπέτρι κηρυσσόταν κατάσταση αποκλεισμού και αναγκαστικού κατ’ οίκον περιορισμού. Κανείς δεν μπορούσε πια να κινηθεί στις στράτες εκτός απ’ τους Εγγλέζους. Οι πόρτες αμπαρώθηκαν και όλο το χωριό περίμενε με την καρδιά σφιγμένη, ανυπεράσπιστο, βουβό. Οι Εγγλέζοι μπήκαν στο σπίτι, στον αχυρώνα, κοίταξαν παντού, δεν βρήκαν ίχνη. Έφυγαν. O κόσμος συγκεντρώθηκε σε περιφραγμένους με αγκαθωτά συρματοπλέγματα χώρους. Έγιναν ανακρίσεις. Ζητήθηκαν πληροφορίες. Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Ο κόσμος γύρισε στα σπίτια του.
Μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1958, οι Άγγλοι περικυκλώνουν τον Αχυρώνα. Ένας Τούρκος αξιωματικός που ήταν συνοδεία του αγγλικού αποσπάσματος ζήτησε από τον Καλλή να καταδώσει τους αγωνιστές. Ο Παναγιώτης Καλλής αντέχει τους ανελέητους βασανισμούς και αρνείται να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία… Ο Καλλής γύρισε προς την οικογένειά του και τους είπε να προτιμήσουν τον θάνατο παρά την προδοσία. Δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρότασή του και οι Άγγλοι τον έσυραν στον αχυρώνα. Ένας Άγγλος στρατιώτης προτάσσοντας για κάλυψη τον Καλλή φώναξε στα ελληνικά: «Αν θέλετε την ζωή σας, παραδοθείτε!».
ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ, ήταν η απάντηση των αγωνιστών! Τα κλείστρα των πολυβόλων σηματοδότησαν με το ξηρό μεταλλικό κρότο την έναρξη της άνισης μάχης. Ακολούθησαν εκρήξεις χειροβομβίδων, ριπές αυτομάτων όπλων, κραυγές, φωνές πόνου, εγγλέζικες διαταγές, πανδαιμόνιο. Μια ομάδα στρατιωτών επιχειρεί να πλησιάσει τον Αχυρώνα και δέχεται τις σφαίρες βροχή. Κάποιοι, σπαράζουν στο έδαφος και οι άλλοι οπισθοχωρούν πανικόβλητοι. Τα παλικάρια τρέχουν, εναλλάσσονται, βρίσκονται σ’ όλες τις πολεμίστρες και σκορπούν τον θάνατο στους τυράννους. Ένας Άγγλος αξιωματικός διατάζει στρατιώτη να προχωρήσει. Εκείνος αρνείται. Τον πυροβολεί εν ψυχρώ με το περίστροφό του και τον αφήνει στον τόπο. Κάποιοι καταφέρνουν να βγουν αθέατοι στη στέγη του Αχυρώνα. Ανοίγουν τρύπα, πετούν ρούχα λουσμένα με βενζίνη, πυρπολούν τον Αχυρώνα. Η φωτιά σβήνει. Ένα ελικόπτερο, υπερίπταται πάνω από το Κυπριακό Χάνι της Γραβιάς και ρίχνει εμπρηστικά. Η φωτιά καίει τα πάντα! Οι αγωνιστές συνεχίζουν τη μάχη. Τους φωνάζουν να παραδοθούν. Μάταιος κόπος! Έφτασε ως τ’ Αυγόρου ο σάλαγος της μάχης. Κι η μάνα του Κάρυου βγήκε στην αυλή και φώναξε: «Δύναμην, γιε μου. Δύναμην, Να πεθάνεις λεβέντης»!
Θέριζε ο θάνατος κορμιά, μέχρι αργά το δείλι. Τα φλογοβόλα μετέτρεψαν τον προμαχώνα σε πυρακτωμένη κόλαση και οι αντάρτες άρχισαν ο καθένας με τη σειρά του, την έξοδο, καταιγιστικά πυροβολώντας, μέχρι που διάτρητοι έπεσαν ο ένας μετά τον άλλο στην αυλή του Αχυρώνα νεκροί. Όταν οι καπνοί διαλύθηκαν, οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, οι Εγγλέζοι προχώρησαν δειλά-δειλά και λόγχισαν τους νεκρούς αντάρτες. Λόγχισαν τα άψυχα κορμιά με λύσσα και πυροβόλησαν τους ήρωες με περίστροφα. Ο Διγενής σε επιστολή του τότε στον Έλληνα Πρέσβη, Α. Φρυδάν στη Λευκωσία στις 10 Σεπτεμβρίου αναφέρει: «Εις το Λιοπέτρι αι απώλιαι των Άγγλων πρέπει να είναι πολύ σοβαραί. Έλλην αστυνομικός είδε επτά νεκρούς και αρκετούς τραυματίας. Ο Ταξίαρχος έκλαιεν απροκάλυπτα μόλις αντίκρυσε την σκηνήν, ο δε αστυνόμος Βαρωσίων αφιχθείς εκεί, επυροβόλησε με το πιστόλι του τις σωρούς των νεκρών από την λύσαν του». Σύμφωνα με μαρτυρία του Χρίστου Μάστρου, συναγωνιστή των ηρώων του Αχυρώνα, τον Ανδρέα Κάρυο ειδικά, τον κομμάτιασαν κυριολεκτικά με τις λόγχες, ακόμα και το κεφάλι του!
Διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα του αρχηγού της Ε.Ο.Κ.Α. Γεωργίου Γρίβα Διγενή: «Ο ηρωικός θάνατος των με συνεκίνησε βαθύτατα υφ΄ ας συνθήκας συνετελέσθη, αλλά και με υπερηφάνειαν, ως αρχηγός, τον κατεχώρησα εις τας σελίδας της ιστορίας της ηρωικής Ε.Ο.Κ.Α., διότι έδειξε ποία στοιχεία περικλείει η Οργάνωσις… «των τρομοκρατών»!! Και από ποια υψηλά ιδεώδη ενεφορούντο οι αγωνιστές της. Και ενταύθα όπως και εις την μάχη του Μαχαιρά κατά Αυξεντίου, οι Άγγλοι στρατιώται μολονότι πολυάριθμοι και διαθέτοντες όλα τα σύγχρονα μέσα δεν κατόρθωσαν να καταβάλουν τους ελαχίστους υπερασπιστάς του αχυρώνος και εχρησιμοποίησαν βενζίνην διά να πυρπολήσουν τον αχυρώνα και εξοντώσουν απάνθρωπως τους εντός αυτού αγωνιζομένους […] Ο Κυπριακός και ο ξένος τύπος εξήρε την γενναιότητα των τεσσάρων αγωνιστών, βρεττανός δε λοχαγός εδήλωσεν ότι «κατεπλάγησαν όλοι από την μάχη που έδωσε η Ε.Ο.Κ.Α. στο Λιοπέτρι».
Οι τέσσερις αγωνιστές με τον ηρωικό τους θάνατο επισφράγισαν την εθελούσια προσφορά τους, συγκίνησαν τον απανταχού της γης Ελληνισμό και προκάλεσαν παγκόσμιο θαυμασμό. Σήμερα ο Αχυρώνας και η πέριξ αυλή διαμορφώθηκαν σ’ έναν ενιαίο Μνημειακό Χώρο για να διαιωνίζει το μεγαλείο του ηρωισμού και της αυτοθυσίας εκείνων που έδωσαν τη ζωή τους για τη Λευτεριά της Κύπρου και την Ένωσή της με τη Μητέρα Ελλάδα.
Από τον δρ. Αυγουστίνο (Ντίνο) Αυγουστή
αναπλ. καθηγητή Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
a.avgoustis@hotmail.com