Η παλαιότερη ονομασία της συνοικίας αυτής επί τουρκοκρατίας ήταν Tabagli, και για τους χριστιανούς όπως αναφέρθηκε, Ταμπάκικα, ονομασίες που υποδηλώνουν συνοικία των βυρσοδεψείων. Η περιοχή οριοθετείται κατά το πλείστον από μια μεγάλη καμπύλη της μαιανδρικής πορείας του Πηνειού ποταμού, η οποία νότια συμπληρώνεται από την οδό Γεωργιάδου. Η συνοικία αυτή φαίνεται να υπάρχει από τα πρώτα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ως μουσουλμανική κοινότητα (στοιχεία των ετών 1454 και 1506), ενώ αναφορά για την παρουσία Χριστιανών υπάρχει από τα μέσα του 18ου αιώνα (1750 περίπου) σε κατάστιχα των Μετεωρίτικων μονών, χωρίς να υπάρχει στην περιοχή ναός. Οι κάτοικοί της εκκλησιάζονταν στον μητροπολιτικό ναό του Αγ. Αχιλλίου, ο οποίος βρισκόταν στον γειτονικό Λόφο της Ακρόπολης και όταν αυτός δεν λειτουργούσε, βάδιζαν μέχρι τον οικισμό Καλύβια στην εκκλησία της Αγ. Μαρίνας, η οποία υπάρχει μέχρι και σήμερα τελείως ανακαινισμένη.
Ο πρώτες ενέργειες για την κατασκευή ναού στη συνοικία αυτήν τοποθετούνται κατά τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας. Στη Λάρισα την περίοδο εκείνη εκτός του ναού του Αγ. Αχιλλίου, η παρουσία του οποίου ανιχνεύεται από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, είχαν ήδη ανεγερθεί κατά σειράν οι Άγ. Νικόλαος (1857), 40 Μάρτυρες (1863) και Άγ. Αθανάσιος (ολοκληρώθηκε 1869). Η ανέγερση ναού στη συνοικία Ταμπάκικα περιβάλλεται από νεφελώδεις πληροφορίες που υπάρχουν γύρω από την ανεύρεση της θαυματουργού εικόνας του ναού. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση που είναι διάχυτη από πολλά χρόνια, όχι μόνο στη συνοικία αλλά και σε ολόκληρη την πόλη, το 1876 ο ιδιοκτήτης του χώρου όπου σήμερα υπάρχει ο ναός της Παναγίας θέλησε να κτίσει έναν ταμπαχανέ, δηλ. βυρσοδεψείο. Είναι γνωστό εξάλλου ότι η περιοχή αυτή διέθετε κατά τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας και πολλά άλλα βυρσοδεψεία, λόγω της θέσεώς της ακριβώς δίπλα από το ποτάμι της πόλης, τον Πηνειό, καθώς η επεξεργασία των δερμάτων απαιτούσε μεγάλες ποσότητες ύδατος. Κατά την εκσκαφή για την κατασκευή των θεμελίων του ταμπαχανέ, οι εργάτες κάποια στιγμή έφθασαν σε σημείο όπου το έδαφος ήταν υγρό και όσο η εκσκαφή προχωρούσε άρχιζε να αναβλύζει νερό, μέσα από το οποίο φανερώθηκε ξαφνικά ένα εικόνισμα της Παναγίας. Μετά τον καθαρισμό της φάνηκε ότι παρίστανε τη Θεοτόκο με τον μικρό Ιησού στην αγκάλη της και μεταφέρθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγ. Αχιλλίου για προσκύνηση από τους πιστούς.
Μια δεύτερη ιστορική πηγή βασίζεται στη μαρτυρία της υπέργηρης κόρης του πρώτου νεωκόρου του ναού, η οποία αναφέρει ότι κατά την περίοδο εκείνη (1875-76), δίπλα από ένα μικρό εικονοστάσι που υπήρχε κοντά σε πηγάδι, στο κέντρο περίπου της περιοχής Ταμπάκικα, ζούσε η μοναχή Θεοφανία. Κάποια στιγμή εμφανίσθηκε σε όνειρο η Θεοτόκος, η οποία της υπέδειξε ότι στον πυθμένα του γειτονικού πηγαδιού βρισκόταν επί χρόνια θαμμένη η εικόνα της. Έπειτα από πολλές προσπάθειες έγινε πιστευτή η διήγηση της μοναχής και τελικά με εντατικές εργασίες κατορθώθηκε να ανευρεθεί η εικόνα. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε ως θαύμα και οι πιστοί της συνοικίας έκτισαν ακριβώς στη θέση αυτήν ένα μικρό παρεκκλήσιο αφιερωμένο στη Ζωοδόχο Πηγή.
Είναι όμως γεγονός ότι στο σημείο όπου ανευρέθηκε η εικόνα της Παναγίας, οι πιστοί της συνοικίας έκτισαν το 1877 ένα ταπεινό εκκλησάκι το οποίο αναφέρεται και στον κώδικα του ναού του Αγίου Αχιλλίου (1810-1881) με το όνομα «Παρεκκλήσιον Φανερωμένης» ή «ΠαρεκκλήσιονΤαμβάκικα». Έπειτα από τρία χρόνια (1880), στη θέση του παρεκκλησίου άρχισε η ανοικοδόμηση του γνωστού προπολεμικού ναού της Ζωοδόχου Πηγής. Μάλιστα ο μητροπολίτης Λαρίσης Νεόφυτος Πετρίδης απηύθυνε στο ποίμνιο της Μητροπόλεως παραινετική επιστολή, με την οποία τους προέτρεπε να συμβάλλουν οικονομικά στην ταχύτερη αποπεράτωση του ναού. Όλοι οι πιστοί και κυρίως οι κάτοικοι της συνοικίας ανταποκρίθηκαν πρόθυμα στο κάλεσμα για την ανέγερση, όχι μόνον οικονομικά, αλλά και με την προσφορά εθελοντικής εργασίας. Αρωγοί στην προσπάθεια αυτήν ήλθαν και οι συντεχνίες των βυρσοδεψών, των σαμαράδων, των τσαρουχάδων και σανδαλοποιών που είχαν τα εργαστήριά τους στη συνοικία.
Εν τω μεταξύ ήλθε η στιγμή της απελευθέρωσης της Λάρισας από τους Τούρκους και επειδή αργούσε η ολοκλήρωση του ναού λόγω οικονομικών δυσχερειών, έγινε περιφορά της εικόνας και στις όμορες επισκοπές της μητροπόλεως Λαρίσης. Στην παραινετική επιστολή του Λαρίσης Νεοφύτου, προστέθηκαν και αντίστοιχες του μητροπολίτου Δημητριάδος και των επισκόπων Γαρδικίου και Πλαταμώνος. Πρώτη περιοδεία της εικόνας έγινε στη Μητρόπολη Δημητριάδος με άδεια του οικείου μητροπολίτου Γρηγορίου, στις 22 Ιανουαρίου 1881. Εν συνεχεία μεταφέρθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1882 στην επισκοπή Γαρδικίου, που είχε έδρα το Ζάρκο, έπειτα από παραίνεση του επισκόπου Γρηγορίου και τέλος έπειτα από επτά χρόνια (29 Νοεμβρίου 1889) η εικόνα ταξίδεψε μέχρι τα Αμπελάκια έπειτα από έγκριση του επισκόπου Πλαταμώνος Αμβροσίου Κασσάρα. Τα εκπληκτικό στην όλη προσπάθεια συγκέντρωσης χρημάτων απετέλεσε και η περίπτωση του διορισμένου πρώτου δημάρχου της Λάρισας μουσουλμάνου Χασάν Ετέμ, ο οποίος δώρισε ένα σημαντικό ποσό για την ανέγερση του ναού.
Ο ναός ολοκληρώθηκε σταδιακά, ενώ η λειτουργία του άρχισε το 1881. Η τελική μορφή του ναού αποτυπώνεται στη φωτογραφία η οποία συνοδεύει το σημερινό κείμενο. Ήταν μια κομψή τρίκλιτη βασιλική με συμμετρικές αναλογίες. Όμως η ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής σύνθεσης επικεντρωνόταν στη μορφή της δυτικής πρόσοψης του ναού. Στο κατώτερο τμήμα υπήρχαν τρία τοξωτά ανοίγματα, τα οποία οδηγούσαν στο εσωτερικό του ναού, ενώ πάνω από την αετωματική απόληξη της δυτικής πλευράς, υψωνόταν το κωδωνοστάσιο σε μια ασυνήθιστη θέση, η οποία συναντάται κυρίως σε απλούς ναούς της νησιωτικής Ελλάδας.
Σε υπόγειο χώρο στη βορειοδυτική γωνία του ναού και στο σημείο όπου ανευρέθηκε η εικόνα, υπήρχε το αγίασμα, το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα και έχει επιτελέσει στα 144 χρόνια παρουσίας του πλείστα όσα θαύματα. Είναι μια μικρή τετράγωνη αίθουσα η οποία στην ανατολική πλευρά της έχει εντοιχισμένη μεγάλη λεκάνη και τον μηχανισμό άντλησης του αγιάσματος από τον βυθό του πηγαδιού. Η αρχιτεκτονική δομή του νέου σημερινού ναού σχεδιάσθηκε με τέτοιον τρόπο ώστε να μη θιγεί ο χώρος του αγιάσματος.
Με τον σεισμό του 1941, ο ναός υπέστη σοβαρές καταστροφές, οι οποίες επιδιορθώθηκαν ώστε να γίνει λειτουργικός. Κατεδαφίσθηκε το 1990 και στη θέση του ανεγέρθηκε ο σημερινός μεγαλοπρεπής ναός, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν τον Απρίλιο του 2004.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com