Επί χρόνια ήταν η πιο όμορφη γωνιά της πόλης και αποτυπώθηκε από πολλούς επισκέπτες της. Από τον 17ο αιώνα που εντοπίζεται η πρώτη απεικόνιση της Λάρισας στο οδοιπορικό του Edward Brown μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, έχουμε εκατοντάδες απεικονίσεις σε χαρακτικά και φωτογραφίες. Όμορφες είναι οι εικόνες της περιοχής που έχουν αποτυπωθεί από διάφορους φωτογράφους σε επιστολικά δελτάρια όχι μόνον Αθηναίων εκδοτών (Ελληνική Ταχυδρομική Υπηρεσία, Πάλλης-Κοτζιάς, Ελευθερουδάκης, Κουρτίδης, κλπ.), αλλά και από άλλα μέρη της Ελλάδος (Στουρνάρας και Παρασκευόπουλος από Βόλο, Καλουτάς από Σύρο, Γρηγορούδης από Θεσσαλονίκη, κλπ.) και φυσικά και Λαρισαίων (Γεώργιος Βελώνης, Ιωάννης Κουμουνδούρος, Μίμης Γεντέκος και άλλοι).
Η σημερινή εικόνα θεωρείται μία από τις καλύτερες της περιοχής αυτής. Είναι ευκρινής, θαυμάσια φωτισμένη και αποτυπώνει με λεπτομέρειες πολλά από τα εμβληματικά σημεία της Λάρισας της εποχής εκείνης: την πέτρινη γέφυρα του Πηνειού, τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αχιλλίου, το παλιό τουρκικό ρολόι και πολλά άλλα κτίρια που θα αναλύσουμε στη συνέχεια. Προέρχεται από τον φακό του Fr. Caloutas, όπως αναγράφεται στην οπίσθια πλευρά της κάρτας. Ο Φραγκούλης Ευαγγέλου Καλουτάς ή Francois E. Caloutas (1887-1952) γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου, ήταν φωτογράφος και περιόδευε σε πολλές πόλεις για να φωτογραφήσει τοπία, με σκοπό να τα χρησιμοποιήσει σε επιστολικά δελτάρια τα οποία διακινούσε πανελλήνια. Τοποθετείται μέσα στους δέκα μεγαλύτερους εκδότες καρτών στην Ελλάδα. Η αναγραφή του ονόματός του ήταν συνήθως στη γαλλική γλώσσα και σε μερικές και στην ελληνική. Οι κάρτες του έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά: Η αρίθμηση και ο τίτλος της φωτογραφίας είναι αποτυπωμένα μέσα στο πλαίσιο της φωτογραφίας και ο τίτλος εκτός από τα ελληνικά, είναι γραμμένος και στα γαλλικά. Οι κάρτες του είναι αριθμημένες. Για τη Λάρισα έχουν ιδιαίτερη αρίθμηση, είναι συνολικά περίπου δέκα όσες έχουν εντοπισθεί και τις οποίες τις αρίθμησε από 1-10. Στη Λάρισα ήλθε απ’ όσο γνωρίζω περί το 1915 και η κάρτα που δημοσιεύεται σήμερα φέρει τον αριθμό 10, ενώ στην οπίσθια όψη της έχει τυπωμένα τα στοιχεία του: Francois E. Caloutas – Syra.
Αναλύοντας τη φωτογραφία, θα τη διαιρέσουμε σε δύο επίπεδα. Στο κάτω προέχει μεγαλοπρεπής η παλιά πέτρινη γέφυρα του Πηνειού. Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές ιστορικά και κατασκευαστικά σ' αυτήν και νομίζω ότι περιττεύει να τα επαναλάβουμε. Στο σημερινό σημείωμα θα σταθούμε στα στηθαία της γέφυρας και θα αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία τα οποία μπορούν να μας βοηθήσουν ενδεικτικά στη χρονολόγηση της απεικόνισης. Τα στηθαία κατά την τουρκοκρατία ήταν λίθινες επίπεδες πλάκες τοποθετημένες κάθετα στα δύο πλάγια άκρα της γέφυρας, οι οποίες έφθαναν σε ύψος περίπου τα 80 εκ. Κατά την απελευθέρωση οι πλάκες αυτές είχαν χάσει τη συναρμολόγησή τους και είχαν καταστεί επικίνδυνες. Η πρώτη κατασκευαστική ενέργεια των ελληνικών αρχών ήταν να ενισχυθούν με ισχυρό αρμό. Επειδή όμως ήταν και χαμηλές σε ύψος, το 1886 αποφασίσθηκε, μαζί με άλλες εργασίες αύξησης του εύρους του οδοστρώματος της γέφυρας, να απομακρυνθούν και στη θέση τους να τοποθετηθούν ξύλινα κιγκλιδώματα ικανού ύψους σε σχήμα Χ. Την εργασία αυτή ανέλαβε το Τμήμα Μηχανικού του Στρατού υπό τον ταγματάρχη τότε Κων. Σαπουντζάκη. Όμως το ξύλινο υλικό των στηθαίων αποδείχθηκε ευάλωτο και σύντομα, περί το 1908, αντικαταστάθηκε από ισχυρά σιδερένια στοιχεία, τα οποία διατηρήθηκαν μέχρι τη διπλή ανατίναξη της γέφυρας κατά τη διάρκεια της κατοχής (1941 και 1944). Στη σημερινή φωτογραφία του Καλουτά διακρίνονται πολύ καθαρά τα σιδερένια στηθαία της γέφυρας, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η λήψη της φωτογραφίας έγινε μετά το 1908. Γραφική είναι και η εικόνα της άμαξας η οποία διασχίζει το οδόστρωμα της γέφυρας με κατεύθυνση προς την πόλη.
Στο επάνω επίπεδο απεικονίζονται με ιδιαίτερη ευκρίνεια όλα τα κτίρια της δυτικής πλευράς του Λόφου. Από αριστερά προέχει ο μητροπολιτικός ναός του Αγ. Αχιλλίου. Άρχισε να κτίζεται το 1900 περίπου στη θέση της βασιλικής του Καλλιάρχη, χάρη στη συνδρομή των Λαρισαίων, την αποφασιστικότητα του Δημοτικού Συμβουλίου και την έγκριση και ενεργή συμμετοχή του μητροπολίτη Λαρίσης Αμβρόσιου Κασσάρα. Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1907. Αν προσέξει κανείς, η τοιχοποιία του ναού διατηρεί την ομορφιά της κτισμένης πέτρας, με τις πλίνθινες διακοσμήσεις γύρω από τα ανοίγματα. Αργότερα άσπρο επίχρισμα σκέπασε όλους τους τοίχους και η εξωτερική εικόνα του ναού πήρε άλλη μορφή. Μπροστά από τον ναό ισχυρός τοίχος αντιστήριξης δημιουργεί ευρύ προαύλιο στη δυτική πλευρά του ναού και δίπλα απεικονίζεται το μεγάλο κλιμακοστάσιο το οποίο οδηγούσε από την εκκλησία στη δεξιά όχθη του Πηνειού.
Στη συνέχεια ακολουθούν κατοικίες αστικών οικογενειών της Λάρισας. Εμπρός διατηρείται μια οικοδομή από την περίοδο της τουρκοκρατίας με τη χαρακτηριστική ανατολίτικη αρχιτεκτονική της και πίσω εξέχει το τριώροφο αρχοντικό του Ιωάννη Βελλίδη. Δεξιότερα, κοντά στη γέφυρα προέχει το διώροφο κτίριο του Κλεάνθη Σακελλαρίδη, πίσω του ένα μέρος από τις ποινικές φυλακές της Λάρισας (πρώην χάνι των αδελφών Σαχίνη) και στο βάθος το παλιό τούρκικο ρολόι με τις καμπάνες να αναγγέλλουν την ώρα στους κατοίκους της πόλης. Τέλος, στη δεξιά πλευρά της εικόνας ορθώνεται το ξενοδοχείο "Μακεδονία" και πίσω του εξέχει το υπερώο του ξενοδοχείου "Ακροπόλ".
Σήμερα προβάλαμε μια φωτογραφία η οποία απεικονίζει μια ιδιαίτερη ομορφιά της Λάρισας η οποία βρίσκεται σε μια προνομιακή περιοχή. Αν κάποιος σταθεί σήμερα στο ίδιο σημείο που στάθηκε το 1915 ο Καλουτάς θα αντικρίσει μια τελείως διαφορετική εικόνα. Πέρασαν εκατό και περισσότερα χρόνια και δεν έμεινε τίποτα που να θυμίζει την παλιά Λάρισα. Μια σύγκριση μεταξύ των δύο απόψεων είναι αναπόφευκτη. Πότε ήταν ομορφότερη η περιοχή;
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com