Γράφει ο Δημήτρης Βάλλας
Είμαστε στο βυζάντιο ο κάπου γύρω στο 668 μ. Χριστόν και η συζήτηση είναι μεταξύ του τότε αυτοκράτορα με τον ναύαρχο αρχηγό του στόλου της αυτοκρατορίας .
Για να αρχίσουμε τις σημερινές ιχνηλασίες σας τον παραθέτουμε σε ελεύθερη μετάφραση…
«Ο Δρουγγάριος Βασιλικός(Αρχηγός του στόλου), χωρίς να περιμένει να δέσει η ναυαρχίδα που είχε αράξει στη μαρμάρινη προκυμαία του Ιερού Παλατιού, πήδησε στη στεριά με μια σβέλτη κίνηση . Με γοργό βήμα άρχισε να ανεβαίνει τη σκάλα που είχε δεξιά και αριστερά της δυο λιοντάρια από μάρμαρο, ενώ τον συνόδευαν οι Βαράγγοι που περίμεναν στη στεριά. Ο Μέγας Λογοθέτης τον υποδέχτηκε στην είσοδο και τον πήρε μέσα. Πέρασαν την αίθουσα υποδοχής και έφτασαν στο θεωρείο της θάλασσας, όπου τον περίμενε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Δ’. Ο Μέγας Λογοθέτης παρουσίασε τον επισκέπτη και αποσύρθηκε αμέσως. Μπροστά στα τρία μεγάλα παράθυρα με πλαίσιο από μάρμαρο που έβλεπαν προς την Προποντίδα, καθόταν ο Κωνσταντίνος στο ανάκλιντρο του πάνω σε μεταξωτά μαξιλάρια κι έπινε κρασί από κούπα στολισμένη με πολύτιμα πετράδια. Έκανε μια αδιόρατη κίνηση με το χέρι, καλώντας το ναύαρχο να πάει κοντά του….
« Λέγε λοιπόν, Βασιλικέ, είναι το νέο μας όπλο συντριπτικό όσο η οργή του Θεού; Είδα φωτιές πάνω στη θάλασσα όσο τα πλοία σου κάνανε ελιγμούς. Το μικρό πλοίο όπου φόρτωσες τους Άραβες αιχμαλώτους και το έστειλες στ ανοιχτά, έγινε παρανάλωμα. Είναι λοιπόν τόσο δυνατό όπλο όσο ισχυριζόταν ο δημιουργός του ο Ηλιουπολίτης Καλλίνικος;
Ο Βασιλικός στεκόταν όρθιος και άκουγε με σεβασμό το βασιλιά του, προσπαθώντας, όσο γινόταν, να καλύψει τον ενθουσιασμό του. Έπειτα, πήρε το λόγο;
“Μεγάλε βασιλεύ, το όπλο αυτό είναι όντως συντριπτικό όσο η οργή του Θεού. Όπως γνωρίζετε, είχαμε πάρει και τον Καλλίνικο μαζί μας. Από πριν είχε ετοιμάσει τα βαρέλια που πάνω τους πρόσθεσε ένα σίφωνα δικής του κατασκευής. Από αυτόν τιναζόταν ένα υλικό μεταξύ στερεού και υγρού που έπαιρνε φωτιά μόλις εκσφενδονιζόταν από το σωλήνα. Η φωτιά πετούσε στον αέρα κάνοντας φρικιαστικό ήχο κι έκαιγε τα πάντα εκεί όπου έπεφτε. Ένα στρώμα μαύρου καπνού απλωνόταν παντού και μύριζε όπως η κόλαση. Το ρίξαμε στο πλοίο με τους αιχμάλωτους. Το σκάφος άρπαξε αμέσως. Οι Άραβες πήδησαν απεγνωσμένα στη θάλασσα. Αλλά καιγόταν και η θάλασσα. Κάηκαν όλοι, μέσα σε φωνές και ουρλιαχτά. Παρακολουθήσαμε το συμβάν από απόσταση ασφαλείας. Η φωτιά έκαιγε μέσα στη θάλασσα σχεδόν μια ολόκληρη ώρα»!
Περίπου αυτή ήταν η συζήτηση μεταξύ του αρχηγού του στόλου και του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Δ’, του επονομαζόμενου και Πωγωνάτου, κάπου το 668-685 μ.Χ. για τη ναπάλμ των βυζαντινών , το υγρό πυρ που μόλις είχε εφευρεθεί!
Άγνωστη παραμένει ακόμα και σήμερα η ακριβής σύσταση που είχε το «υγρόν πυρ».
Ήταν ένα από τα πιο τρομερά όπλα που φτιάχτηκαν ποτέ. Ωστόσο τα μυστικά συστατικά και η τεχνολογία που απαιτείτο για να παρασκευαστεί το «υγρόν πυρ» έχουν νικήσει πολλά επιστημονικά μυαλά από τον 12ο αιώνα ως σήμερα.
Το υγρόν πυρ ήταν ένα πύρινο μείγμα που εκτοξευόταν από τα πλοία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τον 7ο αιώνα. Η φωτιά «κολλούσε» στη σάρκα και δεν μπορούσε να σβηστεί με νερό. Το θανατηφόρο αυτό παρασκεύασμα είχε δημιουργηθεί από μια οικογένεια χημικών και μηχανικών από την Κωνσταντινούπολη και η μυστική συνταγή πέθανε μαζί τους.
Το μυστήριο του υγρού πυρός δεν περιοριζόταν όμως μόνο στα συστατικά του. «Οταν οι εχθροί κατάφερναν να πάρουν στα χέρια τους κάποια τμήματα του εξοπλισμού, απλώς δεν μπορούσαν να βρουν πώς έπρεπε να τα χρησιμοποιήσουν για να αναπαραγάγουν τα ίδια αποτελέσματα» εξηγούν οι ερευνητές . Βέβαια και οι ιστορικοί, έχοντας το ίδιο πρόβλημα, συμπεραίνουν όμως ότι μια χάλκινη αντλία ίσως ρύθμιζε την πίεση του καυτού πετρελαίου το οποίο στη συνέχεια εκτοξευόταν από ένα στόμιο και αναφλεγόταν. Το 2002 μια εκπομπή του τηλεοπτικού καναλιού National Geographic έκανε μια αναπαραγωγή χρησιμοποιώντας ένα μείγμα ελαφρού αργού πετρελαίου και ρητίνης πεύκου. Η φλόγα τους κατέστρεψε ένα πλοίο μέσα σε μερικά λεπτά.
Οι αβεβαιότητες παραμένουν, εφόσον το μυστικό δεν γράφτηκε ποτέ και πουθενά, όμως η ισχύς του υγρού πυρός είναι πέραν πάσης αμφιβολίας.
Εμπρηστικές ουσίες, βασιζόμενες σε θειάφι, πίσσα ή πετρέλαιο, χρησιμοποιήθηκαν για πολεμικούς σκοπούς αιώνες πριν την εφεύρεση του υγρού πυρός. Η χρήση εμπρηστικών βελών και δοχείων με εύφλεκτες ουσίες ανάγεται στους Ασσυρίους τον 9ο αιώνα π.Χ., και ήταν ευρέως διαδεδομένη και στον ελληνορωμαϊκό κόσμο.
Ο Θουκυδίδης αναφέρει ακόμα και τη χρήση πρωτόλειων φλογοβόλων κατά την πολιορκία του Δηλίου το 424 π.Χ. Στη θάλασσα, επί Αναστασίου Α΄ ο βυζαντινός στόλος φέρεται να χρησιμοποίησε μια θειούχα ουσία, που εφεύρε ο Αθηναίος φιλόσοφος Πρόκλος, για να νικήσει το στόλο του στασιαστή στρατηγού Βιταλιανού το 515 μ.Χ.
Ο μύθος γύρο από τη ναπάλμ των βυζαντινών παραμένει ακόμα και σήμερα και οι σύγχρονοι ερευνητές έχουν την άποψη που ίσως του αρμόζει…
Ότι δηλαδή ήταν το πρώτο όπλο τρομοκρατίας που εφευρέθηκε ποτέ….