σχετικά με την ύψωση του λαβάρου της επανάστασης του 1821 στην μονή της Αγίας Λαύρας από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Ειδικότερα ο Χρήστος Μούλιας περιγράφει στο Πρακτορείο: «Μεταξύ των ιστορικών κειμηλίων (πίνακες, όπλα, χαρακτικά, έγγραφα κ.λπ.), που ανήκουν στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία Πελοποννήσου, είναι και το αρχείο του Μητροπολίτη Αθηνών Θεόφιλου Βλαχοπαπαδόπουλου (1790-1873), το οποίο δωρίθηκε από την τελευταία απόγονό του, αείμνηστη συμπολίτισσα Ανθίππη Στάμου, προ εικοσαετίας».
Το αρχείο αυτό, που αποτελείται από πολλά και σπουδαία έγγραφα, παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον, διότι ο Θεόφιλος Βλαχοπαπαδόπουλος ήταν αρχιδιάκονος του Παλαιών Πατρών Γερμανού Γ΄ και έζησε άμεσα τα γεγονότα της Ελληνικής Επαναστάσεως.
«Ως Μητροπολίτης Αθηνών, ο Θεόφιλος, παρέλαβε το 1871, στον σιδηροδρομικό σταθμό στο Μοναστηράκι, τα λείψανα του Εθνομάρτυρα Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄, που με δική του πρωτοβουλία, μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα, πενήντα χρόνια μετά τον απαγχονισμό και την ταφή του στην Οδησσό (1821) και τοποθετήθηκαν σε μαρμάρινη λάρνακα στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα», λέει ο κ. Μούλιας.
Μαζί με το αρχείο του, δωρίθηκε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία Πελοποννήσου και ένα σπάραγμα από το κάλυμμα του Ευαγγελίου, με το οποίο είχε ταφεί ο Γρηγόριος Ε΄ στην Οδησσό, το οποίο σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο της, στην Πάτρα.
«Προφανώς βρέθηκε κατά την εκταφή του και μεταφέρθηκε μαζί με τα λείψανά του στην Αθήνα και ο Θεόφιλος το αντικατέστησε με άλλο καινούργιο και κράτησε το κατεστραμμένο εξώφυλλο», επισημαίνει ο κ. Μούλιας και προσθέτει ότι: «στο αρχείο Βλαχοπαπαδόπουλου σώζεται, μεταξύ πολλών άλλων εγγράφων και το χειρόγραφο της προσφώνησης του Μητροπολίτη Αθηνών Θεόφιλου, κατά την τελετή της ανακομιδής των λειψάνων του Γρηγορίου Ε΄, όπου, απευθυνόμενος στον νεκρό του Πατριάρχη, είπε επί λέξει, «...ο αείμνηστος Παλαιών Πατρών Μητροπολίτης (εννοεί τον Γερμανό Γ΄), ο συμπολίτης σου, ο ποτέ ιεροδιάκονός σου, και κατόπιν συνάδελφος και συλλειτουργός σου, πρώτος ανταπεκρίθη εις τα ευγενή και γενναία αισθήματά Σου. Εκεί, εν τη Αγία εκείνη Μονή (εννοεί την Αγ. Λαύρα), κατασκευάσας εθνικήν σημαίαν από το ράσον του και την φουστανέλλαν του Ζαΐμη, εχάραξεν επ΄ αυτής τον άγιον και Ζωοποιόν Σταυρόν, και κρατών με την αριστεράν χείρα του τα πρακτικά της προ μικρού συγκροτηθείσης μυστικής εν Αιγίω συνελεύσεως, και με την δεξιάν την σημαίαν του Σταυρού, αναγεγραμμένον έχουσα το σύνθημα «Ελλάς ανάστηθι ανεξαρτησίαν ή θάνατον ομνύομεν επί τω ονόματί Σου», ως από πυρσού τότε ουρανοκρύφου, μετά των συν αυτώ περιβλέπτων Αχαιών και Αρκάδων κατηλέκτρισεν άπασαν την Ελληνικήν φυλήν διά του θείου κηρύγματός του. «Δεύτε λάβετε φως εκ της λαμπάδος της υπέρ πίστεως και πατρίδος αναφθείσης και αναγγείλατε πάσι τοις έθνεσιν, ότι η φωνή μου, είναι φωνή αυτού του κυρίου παντοκράτορος...».
ΤΟ ΛΑΒΑΡΟ
Η μαρτυρία αυτή έχει ιδιαίτερη αξία και αποτελεί ισχυρή απόδειξη του γεγονότος ότι υψώθηκε λάβαρο στην Αγία Λαύρα, όχι βέβαια αυτό που εκτίθεται σήμερα, το οποίο είναι της οθωνικής περιόδου, όταν καθιερώθηκε ο επίσημος εορτασμός της Επαναστάσεως (1838).
Άλλωστε, η κατασκευή του λαβάρου που εκτίθεται, προϋπέθετε προετοιμασία, που αποδεδειγμένα δεν υπήρχε, ενώ η ύψωση του λαβάρου, ήταν κάτι αυθόρμητο, που ακολούθησε την μυστική συνέλευση της Βοστίτσας.
«Η ημερομηνία που έλαβε χώρα το γεγονός αυτό, πρέπει να είναι η 17η Μαρτίου 1821, οπότε εορτάζετο η μνήμη του Αγίου Αλεξίου και τελείτο ολονυκτία στη Μονή, διότι στις 25 Μαρτίου, αποδεδειγμένα ο Γερμανός Γ΄ βρισκόταν στην Πάτρα. Η αποδοχή της άποψης για ύψωση λαβάρου, ενισχύεται και από την υπάρχουσα ισχυρή παράδοση, η οποία δεν μπορεί να δημιουργήθηκε χωρίς να προϋπήρχε συγκεκριμένη αιτία», λέει ο κ. Μούλιας.
Επίσης, σύμφωνα με τον Χρήστο Μούλια, «εκτός από το χειρόγραφο του Θεόφιλου, στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε, υπάρχει στο ίδιο αρχείο και το κείμενο της προσφώνησης, σε έντυπη μορφή, απαράλλακτο με το χειρόγραφο, το οποίο πρέπει να κυκλοφόρησε και να τοιχοκολλήθηκε».
Ειδικότερα αναφέρει: «Εκείνο που τεκμηριώνει την αξιοπιστία αυτής της μαρτυρίας, είναι ότι όλα τα παραπάνω ελέχθησαν δημόσια, τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν και καταχωρήθηκαν σε εφημερίδες της εποχής και δεν υπήρξε αντίδραση, παρότι τα γεγονότα που εξιστορούνται, δεν είναι πολύ παλαιότερα και υπήρχαν ακόμα αρκετοί που θα ήσαν σε θέση να τα διαψεύσουν, αν πράγματι δεν είχαν συμβεί, όπως τα παρουσίασε ο Μητροπολίτης Αθηνών. Όσο για το επιχείρημα που προβάλλεται, από όσους αμφισβητούν την ύψωση του λαβάρου, ότι δηλαδή το γεγονός αυτό δεν αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού Γ΄ και συνεπώς, για να μην το αναφέρει ο ίδιος, που ήταν ο πρωτεργάτης, άρα δεν πρέπει να συνέβη, δικαιολογείται η προβολή του μόνο από άγνοια. Διότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός Γ΄, δεν άφησε ολοκληρωμένα απομνημονεύματα, με την κυριολεξία της λέξης. Αυτό που έχει διασωθεί και δημοσιευθεί, είναι ένα ανολοκλήρωτο σχέδιο, που γράφτηκε υπό το κράτος οργής και αγανάκτησης, για την εμφύλια σύρραξη των Ελλήνων, της οποίας ένα από τα πρώτα θύματα ήταν και ο ίδιος. Ως γνωστόν πέθανε πολύ νωρίς (1828) και δεν πρόφθασε να τα ολοκληρώσει, γι' αυτό και δεν αναφέρει και πολλά άλλα αναμφισβήτητα ιστορικά συμβάντα, στα οποία είχε ενεργό ανάμειξη, όπως π.χ. τα γεγονότα των Πατρών της 25ης Μαρτίου 1821».
Ένα άλλο στοιχείο, όπως περιγράφει ο Χρήστος Μούλιας, «που ανασύρεται, για να αναιρεθεί το γεγονός της ύψωσης του λαβάρου στην Μονή της Αγίας Λαύρας, είναι μία αναφορά του Σπυρίδωνα Τρικούπη, την οποία όμως, μάλλον δεν πρέπει να έχουν διαβάσει, όσοι την επικαλούνται» και συνεχίζει: «Την παραθέτουμε αυτούσια, διότι πιστεύομε ότι δεν χρειάζεται επεξήγηση, «...Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα, ότι εν τη μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτον η σημαία της ελληνικής επαναστάσεως. Την ιδέαν ταύτην εξέφρασα και εγώ εν τω επικηδείω μου λόγω εις Ανδρέαν Ζαήμην πριν εξακριβώσω την αλήθειαν».
Η παράγραφος αυτή περιέχεται για πρώτη φορά στην β΄ έκδοση της Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως του Σπυρίδωνος Τρικούπη, που εξεδόθη στο Λονδίνο το 1860, σε σημείωση υπό στοιχ. δ΄, στο Δ΄ κεφάλαιο (σελ. 312) και δεν υπάρχει στην α΄ έκδοση. Οι βαρύνουσες λέξεις είναι το «κατά πρώτον», που σημαίνει ότι ο Τρικούπης δεν αμφισβητεί την ύψωση του λαβάρου στην Μονή της Αγίας Λαύρας, αλλά ότι το λάβαρο αυτό δεν ήταν χρονικά το πρώτο που υψώθηκε. Ως γνωστόν, η κήρυξη της Επαναστάσεως σηματοδοτήθηκε με την ύψωση πάνω από τριάντα λαβάρων, σε 4 διάφορες περιοχές της χώρας και η αναφορά αυτή του ρουμελιώτη πολιτικού, στην β΄ έκδοση της Ιστορίας του, αντανακλά την διαμάχη Πελοποννησίων και Ρουμελιωτών, για τα πρωτεία στην κήρυξη της Επανάστασης.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ