Είναι γραπτή μαρτυρία για τις πρώτες στιγμές του πολέμου στο Νεστόριο, του 55αχρονου τότε Ιωάννη Λιάμμου, ο οποίος κατέγραψε με κάθε λεπτομέρεια την επίθεση των Ιταλών και τους βομβαρδισμούς στο Νεστόριο, την προσφορά των κατοίκων με τις μεταφορές εφοδίων και πυρομαχικών στους στρατιώτες που μάχονταν στην πρώτη γραμμή. Τη γραπτή μαρτυρία που αποτελεί σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις με τη συμμετοχή του άμαχου πληθυσμού ως υποστήριξη στην ανατολική πλευρά του Γράμμου, διέσωσε ο πρώην δήμαρχος Νεστορίου Χρήστος Γκοσλιόπουλος.
«Οι Ιταλοί επιτέθηκαν στο φυλάκιο της «Xελώνας» που βρίσκεται στο Γιαννοχώρι στο Γράμμο, το φυλάκιο ειδοποιεί τον διοικητή του λόχου που κοιμάται στο σπίτι του Λιάππα. Αμέσως δίδει τις σχετικές διαταγές στους άντρες του και με το άλογο του ξημερώματα αναχωρούν για το φυλάκιο. Ο λοχαγός Στασινόπουλος με τους άνδρες του και με όλες τις εφεδρείες του λόχου που έφτασαν αργότερα από το Νεστόριο καταφέρνουν να επανακαταλάβουν το ακριτικό φυλάκιο».
Πρόκειται για την πρώτη νίκη του ελληνικού στρατού που καταγράφεται την πρώτη κιόλας μέρα του πολέμου. Όταν το απόγευμα της ιδίας ημέρας θυροκολλείται σε όλο το χωριό η διαταγή επιστρατεύσεως οι κάτοικοι αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πόλεμο με την Ιταλία.
Η περιγραφή του Ιωάννη Λιάμμου για το κλίμα και την εικόνα της μικρής κωμόπολης την πρώτη ημέρα του πολέμου είναι λιτή.
«Την επόμενη μέρα στις 29 Οκτώβρη φθάνει στο χωριό η 9η Μεραρχία και το αρχηγείο της με διοικητή τον συνταγματάρχη Μπιγέτη, όπου εγκαθίστανται στο κτίριο της κοινότητας, ενώ συγκροτείται ορεινό χειρουργείο και μικρό νοσοκομείο στο δημοτικό σχολείο του χωριού. Αμέσως δημιουργείται υπηρεσία από τον άμαχο πληθυσμό για την εξυπηρέτηση του στρατού με επικεφαλής τον έφεδρο λοχία Στέργιο Παπατέρπο. Συμμετέχουν άνδρες και γυναίκες που ξέρουν κάθε σπιθαμής γης και τα μονοπάτια του Γράμμου για τη μετακίνηση των τμημάτων του στρατού προς την πρώτη γραμμή που οδηγούν στη Σλημίτσα, το Μονόπυλο, την Καλήβρυση και τη Διποταμία».
Πρόκειται για ορεινά χωριά που δεν είχαν οδικό δίκτυο παρά μόνο μονοπάτια που ήξεραν καλά οι ντόπιοι. Την 1η Νοέμβρη και ενώ τα στρατεύματα του συνταγματάρχη Δαβάκη αμύνονται σθεναρά στους Ιταλούς αλπινιστές της Μεραρχίας «Τζούλια» στη Φούρκα και στις γύρω πλαγιές του Επταχωρίου, μια παράτολμη επιχείρηση ετοιμάζεται στο Νεστόριο. Διατάχθηκε να συγκροτηθεί ένα κλιμάκιο από γυναίκες και μεγάλα παιδιά με κάπου 75 γαϊδουράκια -γιατί μουλάρια δεν υπήρχαν ήταν επιταγμένα - για να μεταφέρουν οπλισμό και εφόδια στην έδρα του αρχηγείου του Δαβάκη στο Επταχώρι.
Ο Ιωάννης Λιάμμος αναφέρει στο ημερολόγιο του ότι εκείνη την ημέρα ο καιρός ήταν πολύ βροχερός και το κομβόι που ξεκίνησε από το Νεστόριο θα έφτανε μετά από μια δύσκολη διαδρομή που διαρκούσε περίπου οκτώ ώρες στο Επταχώρι. Τα ιταλικά αεροπλάνα περνούσαν συχνά πάνω από το Νεστόριο αλλά μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν το είχαν βομβαρδίσει. «Ο φόρτος ήταν δυσανάλογος για τα γαϊδουράκια και όταν κατέβαιναν από την Κουρούσια στην Κοτύλη επειδή γλιστρούσε πολλά ζώα έπεφταν. Παρόλα αυτά οι γυναίκες δεν εγκατέλειψαν την προσπάθεια και κάποιες από αυτές έβαλαν μέρος του φορτίου στις πλάτες τους για να φτάσουν έγκαιρα στον προορισμό τους».
Το κομβόι με τις γυναίκες του Νεστορίου έφτασε τελικά αργά το απόγευμα στο Επταχώρι που ήταν η έδρα του αρχηγείου του συνταγματάρχη Δαβάκη.
Σύμφωνα με την αφήγηση της μάνας του Π. Μπατσόπουλου που ήταν και η πιο γριά από όλη την ομάδα, όταν ο Δαβάκης είδε τη φάλαγγα να φτάνει στο αρχηγείο του, φώναξε στους συνεργάτες του και τους είπε γεμάτος ενθουσιασμό ''να ξέρετε ότι νικήσαμε'' και διέταξε να προσφέρουν στις γυναίκες σταφίδες και κονιάκ».
Την επομένη ο Δαβάκης τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος στο ύψωμα Π. Ηλίας στη Φούρκα όπου τελικά μετά σκληρές μάχες τριών ημερών οι Ιταλοί αλπινιστές αναγκάστηκαν σε αναδίπλωση και στη συνέχεια σε οπισθοχώρηση. Η βοήθεια των γυναικών και αγοριών του Νεστορίου ήταν μια από τις σημαντικές στιγμές του ελληνοϊταλικού πολέμου στα βουνά της Πίνδου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Σπύρος Κουταβάς