* Του Αντώνη Γ. Δρογκούλα, Δικηγόρου
Η Ραψάνη, η μεγάλη αυτή κωμόπολη του Κάτω Ολύμπου, έμεινε επί ένα και πλέον χρόνο χωρίς πνευματικό καθοδηγητή, χωρίς ιερέα δηλαδή, παρά τον διακαή πόθο των κατοίκων της να έχουν τον μόνιμο ιερέα τους, όπως αρμόζει στους Ραψανιώτες αλλά και στην ιστορία ετών του χωριού μας, από την εποχή που τουλάχιστον δύο ιερείς κοσμούσαν τη Ραψάνη στις αντίστοιχες ενορίες των ιστορικών μας Ναών, του Αγίου Αθανασίου και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Πρόσφατα, με τις ευλογίες και τη μεγάλη συμπαράσταση του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Ιγνατίου, εγκαταστάθηκε στη Ραψάνη, ως μόνιμος ιερέας, ο Αρχιμανδρίτης της π. Κυπριανός Νταφούλης, ένας νέος με ικανότητες ιερέας, κυρίως όμως ένας ιερέας που από τις πρώτες ημέρες της εγκαταστάσεώς του έδωσε δείγματα γραφής με την ιδιαίτερη αγάπη που αγκάλιασε τους Ραψανιώτες και την άψογη εκτέλεση των ιερατικών του καθηκόντων. Η ευχή όλων των Ραψανιωτών, και αυτών που μόνιμα διαμένουν στη Ραψάνη, αλλά και ημών που ζούμε στις μεγάλες πόλεις, αλλά πολλούς μήνες περνάμε στη γενέτειρά μας, στην ωραία και αναντικατάστατη για εμάς Ραψάνη, η ευχή όλων μας είναι με τη βοήθεια του Θεού να πετύχει ο ιερέας μας στο μεγάλο πνευματικό του έργο στη Ραψάνη, γιατί οι απλοί αλλά πιστοί άνθρωποι της Ραψάνης έχουν ανάγκη την πνευματική αυτή βοήθεια και συμπαράσταση.
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι στους καλοκαιρινούς μήνες που όλοι ανεβαίνουμε στη Ραψάνη, ο ιερέας σχεδόν κάθε μέρα τελεί και μία ιδιωτική λειτουργία είτε στους δύο μεγάλους Ναούς μας, είτε σε ένα από τα πολλά εξωκλήσια της Ραψάνης. Έχω μιλήσει με πολλούς από τους ιερείς που τα προηγούμενα χρόνια υπηρέτησαν στη Ραψάνη, όλοι μου εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για το πρωτοφανές αυτό γεγονός, το οποίο σε πολύ λίγες περιοχές της Ελλάδος απαντάται.
Με αφορμή το σημείωμά μου αυτό, θα ήθελα από βάθους καρδίας, διερμηνεύοντας και τα αισθήματα όλων των Ραψανιωτών, τόσο των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων των δύο Ναών μας, του Αγίου Αθανασίου και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όσο και όλων ημών των Ραψανιωτών, να εκφράσω τις θερμές μας ευχαριστίες και την αγάπη μας προς τους τρεις ιερείς του Ιερού Ναού της Παναγίας Λαρίσης και ονομαστικά, τον Αρχιμανδρίτη π. Άνθιμο, τον Αρχιμανδρίτη π. Κωνσταντίνο και τον Πρωτοπρεσβύτερο π. Στέφανο, ο οποίος με συγκίνησε ιδιαίτερα και λόγω της προηγούμενης ιδιότητός του, ως συναδέλφου δικηγόρου, τον οποίο κέρδισε ο Αμπελώνας του Κυρίου.
Οι τρεις αυτοί ιερείς, με προσωπικό κάματο και με αντίξοες συνθήκες, ιδίως κατά την περίοδο του χειμώνα, μας συμπαραστάθηκαν, μας αγκάλιασαν, μας βοήθησαν με κάθε τρόπο και κυρίως με την πνευματική τους καθοδήγηση.
Ήταν παρόντες σε κάθε Κυριακάτικη λειτουργία, σε κάθε μικρή ή μεγάλη γιορτή και σε κάθε μυστήριο, στο οποίο κλήθηκαν να παραστούν. Οι ανωτέρω τρεις ιερείς, έδειξαν έμπρακτα, με το έργο τους, ότι είναι πραγματικοί εργάται του Αμπελώνα του Κυρίου, αφού η προσφορά των υπηρεσιών τους στο χωριό ήταν παράλληλη με την άσκηση των κυρίως καθηκόντων τους στο Ναό της Παναγίας, στον οποίο με πολύ αγάπη διακονούν.
Τους ευχαριστούμε, από καρδιάς, για μία φορά ακόμη και ευχόμεθα ο Κύριος να τους χαρίζει υγεία, δύναμη και κουράγιο να διακονούν το ποίμνιο της Εκκλησίας στην οποία η χάρη του Θεού τούς έχει εμπιστευθεί.
Όμως, θεωρώ υποχρέωσή μου, εκφράζοντας και την επιθυμία όλων των Ραψανιωτών, αλλά και των μελών των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων των δύο Ναών μας του Αγίου Αθανασίου και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, να ευχαριστήσουμε από καρδιάς, και τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Βησαρίωνα, εφημέριο στο χωριό Καλλιπεύκη, ο οποίος πάντοτε στις προσκλήσεις μας, κάλυπτε τα κενά σε ενδιάμεσες λειτουργίες εορτών, στο πανηγύρι μας τον Δεκαπενταύγουστο, σε μυστήρια και σε πολλές άλλες εκδηλώσεις, καθοδηγώντας πνευματικά όλους μας με τα εμπνευσμένα κηρύγματά του, μεστά πνευματικών διδαγμάτων.
Τελειώνοντας το σημείωμά μου αυτό, και μετά τα ανωτέρω φωτεινά παραδείγματα, θα ήθελα να μου επιτραπεί να σχολιάσω επιγραμματικά κάτι που άκουσα το καλοκαίρι στο χωριό, ότι δηλαδή σε κάποιους που προτάθηκε η θέση του μόνιμου ιερέα του χωριού μας, απάντησαν, «Ε, όχι να πάμε και στα κατσάβραχα». Δεν γνωρίζω εάν αυτό αληθεύει ή είναι κατασκεύασμα ανεύθυνων ανθρώπων. Όμως, σε κάθε περίπτωση, θα ήθελα να γνωρίζουν όλοι ότι τα «κατσάβραχα» αυτά με τις μάνες μας και τους πατεράδες μας να κουβαλούν πουρνάρια στους ώμους για να ψήσουν τα «καρβέλια» ψωμιά που τρώγαμε για 8-10 ημέρες, ενίοτε και περισσότερο, για τις μάνες μας να πλένουν τα ρούχα με τη γνωστή αλυσίβα «κασταλαή», να ασβεστώνουν τα παλαιά σπίτια μας, μέσα και έξω, τις μεγάλες γιορτές και τα πανηγύρια, ώστε κάθε δρόμος και σοκάκι της Ραψάνης να λάμπει από καθαριότητα και αρχοντιά, αυτά τα «κατσάβραχα», με αυτούς τους ήρωες γονείς, με αγωνίες και στερήσεις, ανέδειξαν Αρεοπαγίτες, Δικαστές, Γιατρούς, Δικηγόρους, Καθηγητές, Δασκάλους και πολλούς άλλους Επιστήμονες, οι οποίοι από παλαιά και μέχρι σήμερα διαπρέπουν σε όλο τον Ελλαδικό χώρο.
Αυτοί οι ήρωες παππούδες και πατεράδες μας, με τον «μπαλτά» και το «φκέλι», έσκαψαν τη γη και ανέδειξαν τα ευλογημένα αμπέλια μας και το ξακουστό κρασί της Ραψάνης, που η φήμη του ξεπέρασε σήμερα τον Ελλαδικό χώρο και μεσουρανεί σε μεγάλες αγορές του εξωτερικού.
Οι τελευταίες αυτές σκέψεις μου, είναι και ένα είδος αυτοκριτικής, για τον τρόπο ζωής που επιλέξαμε την τελευταία 20ετία και περισσότερο, για την καλοπέραση με συνεχώς δανεικά χρήματα και για την επιθυμία μας, τότε, να απεμπολήσουμε κάθε πνευματική αξία, αναβιβάζοντας το κυνήγι του χρήματος σε αποκλειστικό σκοπό της ζωής μας. Τα αποτελέσματα αυτής μας της αβελτηρίας τα ζούμε σχεδόν έξι χρόνια τώρα, στερούμενοι της στοιχειώδους αξιοπρέπειας που πάντα χαρακτήριζε τον Έλληνα, ακόμη και τις εποχές που τρώγαμε «ξερό ψωμί». Αποδείχθηκε περίτρανα ότι η κρίση που περνάμε δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως ηθική και πνευματική. Μόνο όταν επανέλθουμε σε αυτές τις αξίες, μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας.
Όμως, η Ελλάδα δεν είναι αυτή, και θα πρέπει όλοι, μικροί μεγάλοι, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, να αναγνωρίσουμε και να επαναφέρουμε τις χαμένες αξίες που μας κληροδότησαν οι παππούδες μας και οι γονείς μας. Να εστερνιστούμε τα διδάγματα του Ευαγγελίου, τα οποία διδάσκουν την αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον, την αξιοπρέπεια και την αλληλεγγύη, αξίες αναλλοίωτες και αιώνιες.
Ελπίζω οι ισχυροί της Ευρώπης, που αρέσκονται μόνο σε μεγάλα λόγια, αλλά από το άλλο μέρος μάς απομυζούν και την τελευταία ικμάδα της οικονομικής μας αυτοτέλειας, να διδαχθούν από το παράδειγμα της γιαγιάς της Λέσβου που χάρις στη σύγχρονη τεχνολογία έκανε το γύρο του κόσμου.
Ελπίζω ότι, με τη βοήθεια του Θεού, θα ανατείλουν καλύτερες ημέρες για την Ελλάδα μας.
Ευχαριστώ, για μία ακόμη φορά, την αγαπημένη μας εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», που πάντα πρόθυμα μάς παρέχει βήμα για να εκφράζουμε τις σκέψεις μας.
Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2015