Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Το 1968, διοργανώθηκε για πρώτη φορά η εορτή για την Πολεμική Αρετή των Ελλήνων, την οποία εμπνεύστηκε το καθεστώς της χούντας για να δοξάσει τα ηρωικά κατορθώματα του ελληνισμού, που από την αρχαιότητα έως σήμερα κάνει την ανθρωπότητα να τρίβει τα μάτια της, σύμφωνα με τον εθνικό μύθο για την καταγωγή και τη συνέχεια του έθνους. Σε μια τελετή σχολικού επιπέδου, που ελαβε χώρα στο Παναθηναϊκό Στάδιο και έγινε δυνατή με τη βοήθεια του στρατού, φαντάροι ντυμένοι Αθηναίοι, Σπαρτιάτες, Μακεδόνες, Βυζαντινοί, αλλά και Πέρσες, Άραβες και Τούρκοι, ακόμα και Βορειοκορεάτες, λύσανε διαμιάς όλους τους λογαριασμούς του έθνους. Παιδί ακόμα, θυμάμαι Έλληνες και Πέρσες φαντάρους, με άσπρα φουστανάκια οι μεν, με ποδήρεις χιτώνες οι δε, να ξιφομαχούν με χάρτινες ασπίδες και ξύλινα σπαθιά. Τους Πέρσες τους ξαναείδα, λίγες εβδομάδες αργότερα, με πιο πλουμιστές στολές, να παίζουν και να ηττώνται με το ζόρι στην αναπαράσταση της περίφημης ναυμαχίας στα Παλούκια. Ήμασταν παιδιά, τότε, γελούσαμε και διασκεδάζαμε – αλλά και χάρη σε κάποιους σοβαρούς δασκάλους μας, που μας δίδαξαν το κύρος και τη σοβαρότητα, σπουδάζαμε το γελοίον του πράγματος. Προσωπικώς έμαθα το χιούμορ από εκείνες τις τελετές και από τις ψευδοηρωικές ταινίες παραγωγής Τζαίημς Πάρις – το γέλιο μου, λίγα χρόνια μετά, σε υποχρεωτική σχολική παρακολούθηση της ταινίας «Οι γενναίοι του Βορρά» μού κόστισε τρεις μέρες αποβολή.
***
Από τότε έως σήμερα πέρασαν πολλά χρόνια – και πιστέψαμε ότι, τουλάχιστον, απαλλαχτήκαμε από την αφέλεια του εθνοπατριωτικού κιτς. Λάθος. Το κιτς αυτό αναβίωσε ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την κυβέρνηση του επταμήνου που οδήγησε στο Τρίτο Μνημόνιο. Στην αρχή με πατριωτικούς χορούς και πανηγύρια στο Σύνταγμα, ύστερα με αρνιά και πανηγύρια, επίσης, στους πασχαλινούς στρατώνες («πού ‘σαι Παπαδόπουλε!), το κιτς εγκαταστάθηκε στη ζωή μας. Η επιστροφή στα πράγματα, έπειτα από τις πρόσφατες εκλογές, του ίδιου πολιτικού σχήματος, επέτρεψε στο ίδιο κιτς να δεσπόσει και να αποθρασυνθεί.
Αυτή τη φορά, μάλιστα, η νέα σοδειά εθνοπατριωτικού κιτς μιμήθηκε την πιο ωραία φάση της Πολεμικής Αρετής της χούντας: τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ο υπουργός Άμυνας, Πάνος Καμμένος, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ Νο2, επέλεξε τη Σαλαμίνα για να σκηνοθετήσει τη δική του τελετή τιμής στους αρχαίους ημών προγόνους, που κατατρόπωσαν τους Πέρσες! Η τελετή, η οποία δεν περιγράφεται, αλλά, ευτυχώς, έχει απαθανατιστεί σε υπέροχες φωτογραφίες, είναι εφάμιλλη, ίνα μη είπω και καλύτερη των τελετών της χούντας. Για δυο λόγους: Επειδή τους (δωδεκαθεϊστές) αρχαίους Αθηναίους που την έπεσαν στους Πέρσες διάβασε ορθόδοξος παπάς. Και επειδή γυναίκες ντυμένες Καραγκούνες κρατούσαν, την ώρα των πανηγυρικών για το πόσο μεγάλοι είναι οι Έλληνες, σημαίες «συμμαχικών» δυνάμεων, μεταξύ των οποίων των ΗΠΑ ή της Κούβας. Πολέμησε ο Φιντέλ τον Ξέρξη;
Λίγες μέρες μετά τη φανταστική αυτή τελετή, ο Πάνος Καμμένος προσκάλεσε τον «αντιμιλιταριστή» πρωθυπουργό στην άσκηση του στρατού «Παρμενίων». Εκείνος πήγε, φόρεσε στολή παραλλαγής με αεροπορική πουλάδα, έπαιξε τον οδηγό μαχητικού αεροπλάνου και, γενικώς, γλέντησε με τη σειρά του τη δική του εκδοχή της Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων. Σε μια εξίσου κιτς αναπαράσταση πολέμου.
***
Τι είναι όμως κιτς; Ο πιο γοητευτικός ορισμός έχει δοθεί από τον Κούντερα, στην «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι»: «Το κιτς», γράφει ο Τσέχος συγγραφέας, «είναι το αισθητικό ιδεώδες όλων των πολιτικών, όλων των κομμάτων και όλων των πολιτικών κινημάτων. Ο,τι παρενοχλεί το κιτς εξοστρακίζεται από τη ζωή: κάθε εκδήλωση ατομικισμού [...]. Ο αντίπαλος του ολοκληρωτικού κιτς είναι ο άνθρωπος που θέτει ερωτήσεις».
Στην Ελλάδα ο Κούντερα κυκλοφόρησε νωρίς και αγαπήθηκε από τους αναγνώστες. Αλλά κανένας συγγραφέας στην Ελλάδα δεν έχει την επιδραστική εμβέλεια που έχουν οι θεσμοί της αγραμματοσύνης, το σχολείο δηλαδή και η τηλεόραση. Χάρη στη συμβολή και αυτών, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην οποία ο κομμουνισμός δεν συζητιέται ως αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης και η ελληνική Αριστερά πορεύεται με τις γραφές και τα σύμβολα που οδήγησαν σε τέτοιου τύπου καθεστώτα. Στην Ελλάδα, η ριζοσπαστική εκδοχή του αριστερού κόμματος που διαδέχθηκε το ανανεωτικό ΚΚΕ εσωτερικού έφερε κοντά παλαιούς «ρεφορμιστές», παλαιούς «δογματικούς», αριστεριστές, «κινηματικούς» - ένα σχήμα που εμπλουτίστηκε από διάφορες προσωπικές περιπτώσεις όταν έγινε σχήμα εξουσίας και, ασφαλώς, με τον αρχηγό και τα στελέχη της λαϊκιστικής δεξιάς παράταξης των Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Τι ενώνει άραγε όλα αυτά τα πρόσωπα με τις διαφορετικές γραμμές κάτω από την παρορμητικά βίαιη, πολιτικά αφελή, λαϊκιστική και εξουσιαστική συμμαχία, εκτός από την εξουσία; Τα ενώνει το κιτς.
Το εθνικό κιτς, που τείνει να γίνει η επίσημη αισθητική του σημερινού κυβερνητικού μορφώματος, που αδυνατώντας να κοιτάξει μπροστά διασκεδάζει αναπαριστώντας το παρελθόν ή, έστω, πολεμικές τελετές δάνειες από το πρόσφατο παρελθόν του «παλιού» συστήματος, το οποίο υποτίθεται η νέα κυβέρνηση εξοβέλισε οριστικά.
Υπενθυμίζω μόνο μια λεπτομέρεια: ότι οι αριστεροί διανοούμενοι και πολλοί τυφλοί, εθελότυφλοι ή απλώς αφελείς, συνεχίζουν να πιστεύουν ότι η χώρα κινδυνεύει από τους ακροδεξιούς Βορίδη και Γεωργιάδη – τη στιγμή που η χώρα, πνιγμένη από τα οικονομικά αδιέξοδα, αρχίζει ξανά να ανακαλύπτει ως αποκούμπι την εθνικοφροσύνη. Έστω και στο όνομα της Αριστεράς.