Του Κώστα Γιαννούλα
Στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου δεν ήταν λίγοι αυτοί, που είχαν αρχίσει να συνηθίζουν στην πιθανότητα, ότι η ΝΔ με αρχηγό τον κ. Μεϊμαράκη, παρότι αουτσάιντερ και παρά τις αδυναμίες της, θα μπορούσε να κόψει πρώτη το νήμα της αναμέτρησης και να σχηματίσει τη δική της συγκυβέρνηση. Τελικά, ήρθε πρώτος και πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα, αντίθετα με τις εκτιμήσεις των δημοσκόπων, με μια διαφορά, που αποτελεί προσωπικό θρίαμβο του κ. Τσίπρα, μολονότι απ’ τις εκλογές του Ιανουαρίου ως αυτές του Σεπτεμβρίου πέραν της μνημονιακής κωλοτούμπας και της μετάλλαξής του παραδέχθηκε δημοσίως ότι έκανε σωρεία λαθεμένων επιλογών, που κόστισαν ακριβά στον τόπο.
Τα αίτια και γι’ αυτήν την ήττα της Ν.Δ. πολλά• να μερικά: Κατ’ αρχήν δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως η συσσωρευμένη οργή και αγανάκτηση του κόσμου μόνο εναντίον του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., που άσκησαν κυβερνητική εξουσία στο παρελθόν, ακολούθησαν τα τελευταία χρόνια μνημονιακή πολιτική και γι’ αυτό θεωρήθηκαν υπεύθυνα για το κατάντημα της χώρας και το ξεζούμισμα του λαού της, καθώς και το συγχωροχάρτι της Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ λόγω συγκυβέρνησης οδήγησε πάρα πολλούς ψηφοφόρους τους να τα εγκαταλείψουν σε προηγούμενες αναμετρήσεις και να προσανατολισθούν προς τον πολλά υποσχόμενο και ψαρεύοντα σε θολά νερά ΣΥΡΙΖΑ και προς άλλα μικρότερα κόμματα. Το οκτάμηνο, που μεσολάβησε απ’ το Γενάρη ως τον Σεπτέμβρη, αποδείχθηκε, πως δεν ήταν αρκετό για να ξεθυμάνουν.
Είναι, άλλωστε, αποδεδειγμένο ότι, όταν κάποιος ψηφοφόρος αποφασίσει να εγκαταλείψει και να μετακινηθεί από ένα κόμμα, που ψήφιζε επί χρόνια, σ’ ένα άλλο, επειδή δυσκολεύεται να παραδεχθεί ότι έκανε λάθος επιλογή, θέλει το χρόνο του και συνήθως δίνει μια δεύτερη ευκαιρία, πόσο μάλλον, όταν το κόμμα που επέλεξε, άσκησε εξουσία για διάστημα μηνών και μέσα σε τέτοιες συνθήκες, που βιώσαμε και εκμεταλλεύτηκε περίτεχνα ο κ. Τσίπρας φορτώνοντας τις ευθύνες σε ξένους και ντόπιους και εξαιρώντας τον εαυτό του.
Η ΝΔ, επίσης, όπως και άλλα κόμματα, υπήρξε θύμα και του εκλογικού αιφνιδιασμού, που έξυπνα αλλά και τυχοδιωκτικά επιχείρησε ο κ. Τσίπρας, αφού, προηγουμένως, εκμεταλλεύτηκε τους βουλευτές, άλλοτε της αριστερής του πλατφόρμας και άλλοτε της ΝΔ και άλλων φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία και να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεών του. Κατάφερε, έτσι, ως ένα βαθμό να βρει τη ΝΔ και όχι μόνο ανέτοιμη για τη νέα εκλογική μάχη.
Πρόλαβε, βέβαια, η Ν.Δ. μετά την αιφνιδιαστική παραίτηση Σαμαρά να ορίσει άλλον αρχηγό. Ο κ. Μεϊμαράκης, όμως, παρότι αποδείχθηκε στην πράξη σ’ αυτή τη φάση ως ο πλέον κατάλληλος, για να επανασυσπειρώσει το κόμμα και τους οπαδούς του, εκπλήσσοντας πολλούς για το κατόρθωμά του, ήταν προσωρινός και μεταβατικός αρχηγός και δεν είχε χρόνο στη διάθεσή του για όλα εκείνα, που είναι απαραίτητο να κάνει ένα κόμμα, που διεκδικεί την εξουσία, δηλαδή να το αναδιοργανώσει εκ βάθρων, αφού το παρέλαβε δημοσκοπικά και οργανωτικά σε άθλια κατάσταση απ’ τις απανωτές ήττες, να το φρεσκάρει με νέο στελεχιακό δυναμικό και να επαναδιατυπώσει ξεκάθαρα τον ιδεολογικό και προγραμματικό του λόγο. Ενδεχομένως, μάλιστα, να ήταν καλύτερο το εκλογικό αποτέλεσμα για τη ΝΔ, αν στις μη εκλόγιμες θέσεις των ψηφοδελτίων τοποθετούσε και νέο αίμα, προκειμένου να περάσει το μήνυμα της μερικής, έστω, ανανέωσης και να στερήσει από τον κ. Τσίπρα τη δυνατότητα να υποστηρίζει ότι έχει απέναντί του τη ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά. Οι εσωκομματικές ισορροπίες, όμως, δεν επέτρεψαν κάτι τέτοιο και αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς το γιατί.
Πέραν όλων αυτών, κατά της διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, δεν ήταν λίγοι οι Νεοδημοκράτες, που καμμένοι απ΄ τα μνημόνια έλεγαν ότι θα ψήφιζαν μεν ΝΔ, εύχονταν, όμως, από μέσα τους αλλά και φωναχτά πολλές φορές, να κερδίσει ο μνημονιακός και συστημικός, πλέον, Τσίπρας, για να δει κι αυτός πόσα απίδια έχει ο σάκος του, αν κάνει ο ίδιος πράξη τους εφαρμοστικούς νόμους και τους εξοντωτικούς όρους του 3ου μνημονίου, που φέρει την υπογραφή του και αποτελεί πλέον νόμο του Κράτους. Αυτή η συμπεριφορά νεοδημοκρατών και όχι μόνο, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησε ατμόσφαιρα και ενίσχυσε την πρόθεση ψήφου υπέρ αυτού, που προηγούνταν λίγο έως και πολύ στις δημοσκοπήσεις.
Θα έλεγα, τέλος, ότι η επιλογή του κ. Τσίπρα να συνεργαστεί μετεκλογικά με τους ΑΝΕΛ, να τα σπάσει με τους συντρόφους του της αριστερής πλατφόρμας και να συγκλίνει περισσότερο προς το κέντρο, καθώς και η απόφαση της ΝΔ, έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, να υπερψηφίσει, και καλά έκανε κατά την άποψή μου, τη νέα μνημονιακή συμφωνία για τους λόγους, που επικαλέστηκε, βοήθησαν, τελικά, στην επικράτηση του κ. Τσίπρα και στη σωτηρία της νέας συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝΕΛ.
Γι’ αυτούς και άλλους λόγους έχασε η ΝΔ. Και επειδή πορεύεται, πλέον, προς εκλογή αρχηγού και κατόπιν σε συνέδριο, ως νεοδημοκράτης εύχομαι και ελπίζω να αρθούν οι υποψήφιοι στο ύψος των περιστάσεων, να επικρατήσει ο καλύτερος για τις υπάρχουσες συνθήκες, να μη διαταραχτεί εξ αιτίας τους η ενότητα του κόμματος και, όποιος επικρατήσει, να γίνει αποδεκτός και να βοηθηθεί έμπρακτα απ’ τους άλλους συνυποψηφίους και από τον κομματικό μηχανισμό, προκειμένου να γίνουν πράξη, όλα όσα είναι απαραίτητο να κάνει ένα κόμμα εξουσίας, για να είναι χρήσιμο στον τόπο και για να έχει μέλλον και προοπτική να ξανακυβερνήσει.
Και για να συμβεί αυτό, πρέπει για την ώρα να ασκήσει σοβαρή υπεύθυνη και δημιουργική αντιπολίτευση αποφεύγοντας λαϊκισμούς και την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ, που αργά ή γρήγορα θα την πληρώσει ακριβά, αφού ο κλέφτης της ψήφου και ο ψεύτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται.