Ο καθηγητής της πολιτικής επιστήμης Μενέλαος Γκίβαλος σε άρθρο του στην εφημερίδα «Παρόν» υποστηρίζει πως «η χώρα μας μετατρέπεται σε «πειραματόζωο», όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, δηλαδή στην εφαρμογή του προγράμματος του ΔΝΤ σε μια χώρα της Ευρωζώνης».
Και προσθέτει ότι «το πείραμα επεκτείνεται στο πολιτικό επίπεδο, αφού εγκαθίσταται και κυριαρχεί σταδιακά μια νέα άτυπη μορφή εξουσίας, την κορυφή της πυραμίδας της οποίας καταλαμβάνουν το ΔΝΤ και οι πόλοι εξουσίας (τραπεζικοί και πολιτικοί) της Ευρωζώνης».
Ο κ. Γκίβαλος συμπληρώνει την εκτίμησή του λέγοντας πως «τα κατώτερα επίπεδα της πυραμίδας καταλαμβάνουν τα κόμματα εξουσίας, οι πολιτικές ελίτ, προσωπικότητες και τεχνοκράτες, έτοιμοι να υπηρετήσουν τα εναλλακτικά σενάρια διαχείρισης».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, το «συμβόλαιο» που υπέγραψαν με το ΔΝΤ και τις αγορές οι ηγέτιδες οικονομικοπολιτικές ελίτ της χώρας, στηρίζεται «στον ιδεολογικό καταναγκασμό και στην πειθάρχηση της κοινωνίας μέσα από μια σειρά επιχειρημάτων - μύθων που συμπυκνώνονται στο κορυφαίο δίλημμα: μνημόνιο ή εθνική καταστροφή».
Επισημαίνει δε ότι η αντίδραση της κοινωνίας, σ' αυτήν την πρώτη φάση, εκδηλώνεται «μέσα από μια έντονη τάση αποστασιοποίησης, διευρυμένης αποδοκιμασίας προς τα κόμματα και γενικότερα προς το πολιτικό σύστημα» και τονίζει πως «η αντοχή ή και η επιβίωση κυβερνητικών σχημάτων διαχείρισης των όρων του μνημονίου θα εξαρτηθεί από την ένταση και το εύρος των κοινωνικών αντιδράσεων».
Τις επισημάνσεις του Μ. Γκίβαλου έρχονται να ενισχύσουν έρευνες της κοινής γνώμης - όπως η τελευταία του μηνιαίου βαρόμετρου της «Public Issue» - που πιστοποιούν μια πρωτόγνωρη, μεταπολιτευτικά, κρίση εκπροσωπήσεως.
Συγκεκριμένα, το ήμισυ του κοινωνικού σώματος (52%) δεν εμπιστεύεται ποτέ (ή σχεδόν ποτέ) τις κυβερνήσεις στην Ελλάδα, οι 4 στους 10 (40%) τις εμπιστεύονται μόνον περιστασιακά, η πεποίθηση ότι οι κυβερνήσεις εξυπηρετούν τα μεγάλα συμφέροντα είναι καθολική (89%), ως προς δε την υφιστάμενη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, 8 στους 10 πολίτες (77%) θεωρούν ότι το δημόσιο χρήμα διασπαθίζεται.
Σύμφωνα με τον αναλυτή Γιάννη Μαυρή, ο λεγόμενος δείκτης εμπιστοσύνης στη διακυβέρνηση (Government Trust Index), που χρησιμοποιείται διεθνώς για τη μέτρηση των στάσεων του κοινού απέναντί της, οι αρνητικές στάσεις διακατέχουν σήμερα το 97% των ερωτηθέντων, που σημαίνει ότι υπάρχει «καθολική απονομιμοποίηση» της διακυβερνήσεως.
Μέσα στο πλαίσιο και στο κλίμα αυτό, πολλά λέγονται, ακούγονται, γράφονται και επιδιώκεται να προωθηθούν και αφορούν σε νέα κόμματα και σε πολιτικά σχήματα, τα οποία ουσιαστικά (όπως ευελπιστούν όσοι τα προωθούν και τα στηρίζουν) θα κληθούν να διαδραματίσουν ρόλο στο απολύτως ρευστό ελλαδικό πολιτικό σκηνικό.
Ένα σκηνικό το οποίο καθημερινά απαξιώνεται – και αυτό αφορά σε όλα τα κόμματα – στα μάτια της κοινωνίας, η οποία δεν γνωρίζει τι θα της ξημερώσει την επαύριον, της κοινωνίας, η οποία δεν φαίνεται να νοιάζεται για τις λεπτομέρειες των υποθέσεων Siemens και Βατοπαιδίου, αφού κατά βάση πιστεύει πως «όλοι τους τα έχουν πάρει».
Παρά ταύτα, δυο νέα κόμματα, ένα στο χώρο του Κέντρου και ένα στο χώρο της Αριστεράς φαίνεται πως βρίσκονται στο στάδιο της συγκροτήσεώς τους:
Το πρώτο επιδιώκει να το «στήσει» η πρώην Υπουργός των Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και το άλλο οι προερχόμενοι από τον ΣΥΝ, «Ανανεωτικοί» με το Φώτη Κουβέλη.
Οι «Ανανεωτικοί» τα μάζεψαν κι έφυγαν από τον ΣΥΝ (κατηγορώντας μάλιστα την ηγεσία του Α. Τσίπρα ως υπεύθυνη για τη διάσπαση του κόμματος) η κ. Μπακογιάννη διεγράφη από τον Αντώνη Σαμαρά, εσχάτως δήλωσε ανεξάρτητος ο προσκείμενος στην πρώην Υπουργό, Κώστας Κιλτίδης, ενώ διεγράφησαν από την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ οι Γιάννης Δημαράς και Βασίλης Οικονόμου, καθώς και η κ. Σοφία Σακοράφα.
Το κόμμα που θέλει να ιδρύσει ο Φώτης Κουβέλης επιδιώκει να προσελκύσει δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, κάτι, το οποίο προφανώς αδυνατούν να πετύχουν το ΚΚΕ και ο (υπό διάλυση) ΣΥΡΙΖΑ.
Ο καθηγητής Γκίβαλος σημειώνει μάλιστα ότι το ΚΚΕ «έχει περιχαρακωθεί, αυτοαναπαραγόμενο μέσω μιας κλειστής, αμετάβλητης πολιτικοϊδεολογικής δομής, που αποτρέπει τόσο την «εισβολή» καινοφανών στοιχείων από το περιβάλλον τού κόμματος, όσο και την πρόκληση «εσωτερικών ρηγματώσεων»», ο δε ΣΥΡΙΖΑ «καθοδηγούμενος στην πράξη από «επαναστατικές» ομάδες που έχουν αυτοαναφορά «στον κόσμο τους» και στην πολιτική πράξη της σύγκρουσης, αποδεσμεύεται από τα παραδοσιακά κοινωνικά στρώματα, που αναζητούσαν εδώ και δεκαετίες ένα σύγχρονο «πρόσωπο» της Αριστεράς, καθιστώντας έωλο το συνολικό στρατηγικό εγχείρημά του».
Ένα βασικό, αλλά όχι και το μοναδικό, ερώτημα που ζητεί απάντηση από τους ίδιους, είναι αν κ. η Ντόρα Μπακογιάννη και ο κ. Φώτης Κουβέλης (έστω κι αν τα εγχειρήματά τους έχουν διαφορετική ιδεολογική αφετηρία) πιστεύουν πως είναι πρόσωπα άφθαρτα, ή ότι δεν αποτελούν μέρος του υφισταμένου (και φθαρμένου) πολιτικού συστήματος.
Η πρώην Υπουργός φέρεται έτοιμη να στήσει το νέο «μαγαζί» το Σεπτέμβριο, οι δεν «Ανανεωτικοί» λέγεται πως θα το ανακοινώσουν ίσως και τις προσεχείς ημέρες, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη πυρετώδεις διαβουλεύσεις στο παρασκήνιο, αφού αναζητούνται νέα και άφθαρτα πρόσωπα για την πρώτη γραμμή και επιχειρείται να συγκροτηθούν πυρήνες ανά την Ελλάδα.
Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως οι διασπάσεις των παραδοσιακών κομμάτων και τα νέα κόμματα που θα προκύψουν, στη διαδικασία της αποδομήσεως του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος, θα οδηγήσουν, κατά περίπτωση, σε συμμαχικά ή σε διακομματικά σχήματα διακυβερνήσεως.
Σχήματα τα οποία θα έχουν μοναδικό στόχο τη διάσωση και τη στήριξη, του, υπό την πλήρη και ουσιαστική επικυριαρχία του ΔΝΤ, πολιτικού και οικονομικού σχήματος, το οποίο υποστηρίζει ο κ. Μ. Γκίβαλος στην ανάλυσή του.
Σχήματα τα οποία, σε τελική ανάλυση, δύσκολα θα αποκτήσουν ευρεία κοινωνική νομιμοποίηση και ως εκ τούτου θα είναι σαφώς αναλώσιμα, εκτός κι αν πείσουν ότι έχουν να εισφέρουν κάτι νέο, ριζοσπαστικό και κυρίως εναλλακτικό, στην κοινωνία.
ΥΓ.
Υπό τον τίτλο «λιτότητα ή τανκς» φιλοξενήθηκε στον Τύπο μια δήλωση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, σύμφωνα με την οποία «η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία και άλλες χώρες μπορεί να εξαφανιστούν ως δημοκρατίες, αν δεν εφαρμόσουν τα πακέτα λιτότητας».
Μήπως ο συντηρητικός κ. Μπαρόζο δεν εννοεί κατ’ ανάγκην δικτατορία – κάτι, άλλωστε, θεωρητικά δύσκολο στην Ευρώπη των «27»- αλλά «παραπέμπει» στο «σχήμα» (το οποίο περιέχει την εξαφάνιση της έννοιας της δημοκρατικής νομιμότητας) που αναφέρει ο καθηγητής Μ. Γκίβαλος;