Μια φορά και έναν καιρό μας λέει ένας αρχαίος ελληνικός μύθος, είχαν πόλεμο τα θηλαστικά με τα πτηνά. Και άλλοτε ενικούσαν τα πτηνά και άλλοτε τα θηλαστικά.
Η νυχτερίδα καιροφυλακτούσε και δεν έπαιρνε μέρος εις τον πόλεμο εκείνον. Όταν όμως ενικούσαν τα πτηνά έτρεχε μαζί τους και έλεγε: «Είμαι μαζί σας! Έχω φτερά και χάρη στη βοήθειά μου ενικήσαμε τα θηλαστικά! Ζήτω εμείς τα πτηνά!». Όταν πάλι ενικούσαν τα θηλαστικά πήγαινε με το μέρος των θηλαστικών και τους έλεγε: «Εγώ είμαι μαζί σας! Μπορεί να έχω φτερά αλλά είμαι θηλαστικό, διότι γεννώ τα παιδιά μου και τα θηλάζω! Κατατροπώσαμε τα πτηνά! Ζήτω εμείς τα θηλαστικά!».
Ώσπου κάποια μέρα αμφότεροι οι αντίπαλοι κατάλαβαν το διπλό παιχνίδι της νυχτερίδας, την εκυνήγησαν και αφού την έπιασαν, την έφτυσαν όπως της άξιζε. Από τότε η νυχτερίδα ντρέπεται γι΄ αυτό το διπλό της παιχνίδι και ζει οικειοθελώς σε απομόνωση. Βγαίνει για να βρει την τροφή της μετά τη δύση του ηλίου, για να μην τη δουν τα άλλα ζώα και τη φτύσουν.
Δυστυχώς για μερικούς ανθρώπους, η νυχτερίδα είχε και έχει περισσότερη ντροπή ή κατά το κοινώς λεγόμενο περισσότερη τσίπα, σε σχέση με μερικούς τρισάθλιους αριβίστες (καιροσκόπους), οι οποίοι για να υπηρετήσουν τα άνομα προσωπικά και μόνο συμφέροντα, εκθειάζουν, εξυμνούν και εγκωμιάζουν κατά τρόπο γλοιώδη και σιχαμερό το εκάστοτε ισχύον πολιτικό καθεστώς. Όταν αυτό φύγει από την εξουσία και αντικατασταθεί από άλλο, τότε πρώτοι αυτοί υβρίζουν το παλαιό, το συκοφαντούν, ενώ εγκωμιάζουν το νέο καθεστώς, με σκοπό την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των προσωπικών και οικογενειακών τους συμφερόντων. Συνεχίζουν αργότερα με το επόμενο καθεστώς αφού τα έχουν υπηρετήσει όλα και σε ορισμένα από την πρώτη γραμμή.
Αλλάζουν δηλαδή πολιτική ιδεολογία με την ίδια ευκολία και χωρίς ντροπή, όπως -ας με συγχωρήσουν, οι φίλοι αναγνώστες - μια πόρνη αλλάζει τους πελάτες της.
Αυτούς τους ανθρώπους αυτούς τους κυρίους των προθαλάμων, αυτούς τους πελάτες των εκάστοτε ισχυρών της ημέρας τους βρίσκουμε παντού τελευταία. Στο χώρο της εργασίας μας, στη γειτονιά, στο καφενείο.
Άπειρα είναι τα στοιχεία του καιροσκοπισμού και της ενοχής τους, γνωστά άλλωστε σε όλους μας, τα οποία συνθέτουν την εικόνα της ηθικής αποσύνθεσης των θλιβερών αυτών ανθρώπων. Δεν θα μας ενοχλούσε αυτή η θλιβερή κατάσταση εάν η ηθική αυτή ρύπανση δεν ήταν καταλυτική, διότι ρυπαίνει τις ανθρώπινες σχέσεις, διαβρώνει τις πολιτισμένες και ακατάληπτες αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, παραχαράσσει την κοινή λογική και εξανδραποδίζει τον άνθρωπο σε αγέλη. Δημιουργεί εν τέλει μια απάνθρωπη κοινωνία εις την οποία είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε.
Αυτή την κοινωνική μάστιγα του καιροσκοπισμού την καυτηρίασε πρώτα ο γλυκός περιπατητής της Τιβεριάδος, ο βαθύς ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, ο Θεάνθρωπος Ιησούς, ο οποίος συγχώρεσε τους κλέφτες, μοιχούς και πόρνους αλλά δεν συγχώρεσε τους υποκριτές και τους αχάριστους.
Είναι κόλακες: Η κολακεία είναι κακοήθης ασθένεια. Η χειρότερη μορφή χαρακτήρας ανθρώπου και επικίνδυνου. Ο Βολταίρος έλεγε ότι: «Αν μισώ τους τυρράνους περισσότερο μισώ τους κόλακες». Αν ερευνήσει κανείς ανάμεσα σ' όλες τις κακίες, τότε θα πειστεί πως χειρότερη από όλες είναι η «κολακεία, αυτή η κοπριά με την οποία οι κόλακες λιπαίνουν την κωφότητα των μικρόδοξων. Αυτό το κίβδηλο νόμισμα που κυκλοφορεί χάρη στην αστείρευτη κενοδοξία και συνιστά τη δύναμη των μικρών και στην αδυναμία των κρατούντων. Σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο υπήρχαν και θα υπάρχουν κόλακες!
Είθε ο Ύψιστος να μας καλοφωτίσει να είμαστε αληθινοί, ειλικρινείς και όχι φαύλοι καιροσκόποι ή κατά το κοινώς λεγόμενον «κακοί άνθρωποι».