Αναμνήσεις από τη Σ.Ε.Α.Π.

Δημοσίευση: 18 Φεβ 2010 1:40 | Τελευταία ενημέρωση: 25 Σεπ 2015 10:23
Επειδή η θητεία στο στρατό αποτελεί κοινό σημείο αναφοράς, τουλάχιστον για τους άνδρες λόγω του υποχρεωτικού της χαρακτήρα, προσφέρεται καθώς μεγαλώνουμε για νοσταλγικές και ενδιαφέρουσες αναπολήσεις.
Η δική μου θητεία διήρκεσε 28 μήνες, απ’ το Σεπτέμβρη του 1974 ως τον Ιανουάριο του 1977. Οι σημερινές αναμνήσεις, ωστόσο, ακουμπάνε στο τετράμηνο Νοέμβρης ’74- Φεβρουάριος ’75, κατά τη διάρκεια του οποίου θήτευσα ως υποψήφιος έφεδρος αξιωματικός (Υ.Ε.Α.) στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (Σ.Ε.Α.Π.) Ηρακλείου Κρήτης.
Ήταν σχεδόν χαράματα, θυμάμαι, όταν το καράβι, που μας μετέφερε απ’ τον Πειραιά, προσάραξε στο λιμάνι του Ηρακλείου, ύστερα από ολονύκτιο
ταξίδι. Οι καρδιές όλων των Υ.Ε.Α. πήγαιναν να σπάσουν απ’ το φόβο και την αγωνία, όταν διακρίναμε στην προκυμαία τα στρατιωτικά οχήματα μεταφοράς προσωπικού, γιατί κάποιοι είχαν φροντίσει, προηγουμένως, να μας πληροφορήσουν, για το τι μας περίμενε.
Με ελάχιστο μαλλί στο κεφάλι, αφού μόλις πριν λίγες βδομάδες στο κέντρο νεοσυλλέκτων Κορίνθου μας είχαν κουρέψει «εν χρω», και με το μεγάλο ατομικό σάκκο ο καθένας στα χέρια του πατήσαμε μουδιασμένοι τα πόδια μας στη στεριά και είδαμε από κοντά τους συνοδούς μας. Το βλοσυρό τους βλέμμα και το αχνό μουστάκι τους, που μόλις ξεχώριζε αλλά που, ωστόσο, έκανε πιο άγρια τα αδρά χαρακτηριστικά των προσώπων τους, μας έκαναν να χάσουμε τη λαλιά μας, καθώς ένας-ένας παίρναμε τη θέση μας στις καρότσες των ΡΕΟ. Επικοινωνούσαμε, γι’ αυτό, μεταξύ μας ανταλλάσσοντας μόνο κλεφτές και ανήσυχες ματιές.
Κάποια στιγμή μας αποβίβασαν έξω απ’ τα εστιατόρια της σχολής, για να μας χωρίσουν σε λόχους και θαλάμους. Και ενώ οι νεοφερμένοι τα είχαμε χαμένα, κυκλοφόρησε, σχεδόν αμέσως, η είδηση, ότι επίκειται η άφιξη του αρχηγού της σχολής, για τον οποίο απαγορευότανε να σηκώσουμε
το κεφάλι και να τον δούμε στα μάτια. Κάποιοι, μάλιστα, παλιότεροι μας συνέστησαν να κατεβάσουμε χαμηλά τα γείσα απ’ τα τζόκεΰ μας και να σκεπάζουμε τα μάτια μας μ’ αυτά διαφορετικά θα υποφέραμε.
Ήταν, δε, αρχηγός της σχολής ο καλύτερος Υ.Ε.Α. της προηγούμενης σειράς, που την αποκαλούσαν σειρά Βητάδων, ενώ τη δική μας Αλφάδων. Σημειώνεται ότι η φοίτηση στη σχολή διαρκούσε συνολικά 4 μήνες, δύο ως Αλφάς και δύο ως Βητάς. Κάθε Βητάς «βάπτιζε» και έπαιρνε υπό την προστασία του μόνο έναν Αλφά και ξεχώριζαν οι μεν απ΄τους δε μεταξύ τους απ’ το μουστάκι, που υποχρεωτικά έτρεφαν όλοι οι Βητάδες αλλά όχι οι Αλφάδες, απ’ τα δύο ασπροκόκκινα συρίτια, που φορούσαν στις επωμίδες τους οι μεν, έναντι του ενός οι δε, και απ’ τη θωριά των προσώπων τους, αγριάδα και άνεση για τους πρώτους, φοβία και ανησυχία για τους δεύτερους.
Λίγο πριν την εμφάνιση του αρχηγού έγινε πανδαιμόνιο. Άλλοι Βητάδες χτυπώντας ρυθμικά τα πόδια τους και με γυμνά απ’ τη μέση και πάνω τα καλογυμνασμένα κορμιά τους έτρεχαν γύρω μας τραγουδώντας άλλοι τον συνόδευαν με τις επευφημίες τους, ενώ απευθυνόμενοι σε μας την ώρα του καλωσορίσματος επαναλάμβαναν ρυθμικά το σύνθημα «κάτω τα μάτια απ’ το θεό», μια που αποκαλούσαν και έτσι τον αρχηγό.
Ηρεμήσαμε, λιγάκι, όταν μπήκαμε για λίγο στα εστιατόρια για το πρωινό μας και ακόμη περισσότερο, όταν ύστερα από δεύτερο κράξιμο μπήκαμε στους θαλάμους μας για να τακτοποιηθούμε, αλλά η καρδιά μας συνέχιζε να χτυπά σαν ταμπούρλο απ’ την αγωνία.
Εκεί, απ’ τα χείλη του θαλαμάρχη, κάποιου απ’ τους Βητάδες, μας ανακοινώθηκαν και τα παρακάτω: Το εγερτήριο είναι στις 6. Ακολουθεί αμέσως πρωινή γυμναστική και προσκλητήριο παρόντων, φρεσκάρισμα, πρωινό και ακολουθεί το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της ημέρας. Για τους Αλφάδες, είπε, όταν βρίσκονται στο προαύλιο, απαγορεύεται το βάδην και επιτρέπεται μόνο το τροχάδην. Εκτελούν, αμέσως και αδιαμαρτύρητα, τις εντολές των Βητάδων, γιατί διαφορετικά κινδυνεύουν να γραφεί το όνομά τους στα γείσα των καπέλων τους, οπότε τότε θα χορταίνουν καψόνια, που δεν τα χωρά ο νούς τους.
Η ενημέρωση αυτή είχε σαν συνέπεια επί 3 μέχρι 4 νύχτες να κοιμόμαστε οι περισσότεροι με τις φόρμες αγγαρείας και τις αρβύλες φορεμένες, φοβούμενοι μήπως καθυστερήσουμε το πρωί και υποστούμε τις συνέπειες.
Επί ένα δίμηνο επαναλαμβανόταν μπροστά στα μάτια μας σκηνές σαν τις παρακάτω: Βλέπαμε τους συναδέλφους μας την ώρα των διαλειμμάτων ή καθ’ οδόν προς την τουαλέτα, είτε απλά να τρέχουν και να χαιρετούν ανωτέρους τους είτε εκτελώντας εντολή Βητάδων να τρέχουν με απλωμένα δίκην πτερών τα χέρια και να επαναλαμβάνουν συνεχώς το «έχει γούστο να πετάξω», «έχει γούστο να πετάξω»...
Άλλες φορές πλησίαζε Βητάς, σου έλεγε ένα αστείο, για να γελάσεις, και μετά σου ζητούσε, ξαφνικά, να σοβαρευτείς, να κάνεις μια κίνηση με το χέρι σου τέτοια, που να παίρνεις, τάχα, τα χαμόγελο, να το πετάς προς το λιμάνι της Αλικαρνασού, να αφήνεις λίγα δευτερόλεπτα να διανύσει την απόσταση και κατόπιν να λες «μπλουμ», χωρίς να γελάς. Αν το κατάφερνες με την πρώτη, έχει καλώς αν όχι, κάτι που ήταν το πιο σύνηθες, βλαστημούσες την ώρα, γιατί κάτι τέτοιες στιγμές μας πιάνουν κάτι γέλια νευρικά, που δεν έχουν τέλος, οπότε δεν είχε τέλος και το καψόνι.
Τότε, αλλά και σ’ άλλες περιπτώσεις, βλέπαμε Αλφάδες να παίρνουν την εντολή να βιδώνουν λάμπες με τα χέρια υψωμένα στην ανάταση για πολύ ώρα, χωρίς φυσικά να κρατούν λάμπες στα χέρια τους και χωρίς να υπάρχουν ντουΐ, ή και να κάνουν πως μπήγουν πινέζες στον τοίχο χωρίς να κρατούν πινέζες, ή να κάνουν κάμψεις αλλά πολλές κάμψεις, ή να εκτελούν το «εν-δυο κάτω», ή να τρέχουν συνεχώς γύρω από κάποιο κτίριο.
Το πιο βασανιστικό ήταν αυτό, που συνέβαινε κάποιες φορές το μεσημέρι, λίγο πριν το φαγητό. Πάνω που είμασταν έτοιμοι να μπουκάρουμε στο εστιατόριο και στη σκέψη των φαγητών άρχιζε το σάλιο να γεμίζει το στόμα, δίνονταν εντολή, να τρέξουμε και να μπούμε στο «λάκκο των λεόντων». Ήταν δε ο λάκκος αυτός ένας μικρός ακάλυπτος αμφιθεατρικός χώρος μέσα στη γη, όπου όρθιοι συνωστιζόμασταν αρχικά όλοι μαζί, νοματαίοι περίπου 200. Όταν ακουγόταν το σύνθημα «αεροπορία», πέφταμε όλοι μπρούμυτα στο χώμα, για να μη μας χτυπήσουν δήθεν τα υποτιθέμενα πυρά των αεροπλάνων και γινόταν χαμός. Με το «λήξις» και πάλι όρθιοι, αλλά και πάλι μπρούμυτα με το «αεροπορία», ώσπου μας έβγαινε το λάδι. Μπαΐλντισμένοι, τότε, τρέχαμε «πετώντας» και πάλι για τα εστιατόρια, για να ξαναθυμηθούμε ότι πεινάμε .
Θα ήταν παράλειψη, αν δε θύμιζα, σ’ όσους θήτευσαν στη Σ.Ε.Α.Π., και την ορεινή τοποθεσία «Αοράκια», όπου με πλήρη οπλισμό και καμιά φορά με το όπλο στην ανάταση μεταβαίναμε εκεί πεζοπορώντας είτε για άσκηση είτε για να συνηθίσουμε στον ανταρτοπόλεμο διανυκτερεύοντας στην ύπαιθρο.
Ευτυχώς που η κατάσταση αυτή κράτησε μόνο δύο μήνες, που είμασταν Αλφάδες, γιατί ως Βητάδες κατόπιν εντολής κάναμε και εμείς τα ίδια, περίπου, στους επόμενους Αλφάδες και το ευχαριστιόμασταν μάλιστα.
Προς τι όλα αυτά; Θα με ρώταγε κανείς. Για να σπάζει ο τσαμπουκάς μας και ο εγωισμός μας, μας έλεγαν, και για να αποκτήσουμε πνεύμα ομάδας, να μάθουμε να πειθαρχούμε και να εκτελούμε πιστά και χωρίς αντιρρήσεις τις διαταγές παντός ανωτέρου προς πάντα κατώτερο και για να βγει αληθινό το ρηθέν, ότι η εκπαίδευση στο στρατό ξεκινά από εκεί, που σταματά η ανθρώπινη λογική. Τα έγραψα, δε, όλα αυτά για να τα ξαναθυμηθούν οι μεγάλοι και να τα μάθουν οι νεότεροι, να κάνουν τις συγκρίσεις και να καταλάβουν, πόσο άλλαξε ο κόσμος.
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass