Η πρόκληση για πραγματική αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση

Δημοσίευση: 19 Ιαν 2010 1:31 | Τελευταία ενημέρωση: 25 Σεπ 2015 10:13
Μετά την παρουσίαση του προγράμματος «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ» από τον υπουργό Εσωτερικών και παρά τις δικαιολογημένες επιφυλάξεις που εκφράζονται σε βασικά ή επιμέρους σημεία, γεγονός είναι ότι το κλίμα είναι πολύ καλύτερο από εκείνο του 1994 που αφορούσε στην αιρετή νομαρχιακή αυτοδιοίκηση ή του 1998 που αφορούσε στους καποδιστριακούς δήμους. Τώρα η αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση φαντάζει ώριμη, αναγκαία και ευλόγως φιλοδοξεί να αποδειχθεί και ικανή, ώστε να αντιμετωπισθούν μακροχρόνιες στρεβλώσεις και άλυτα προβλήματα.
Σε κάθε περίπτωση, η αποκέντρωση του κράτους και η οργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης – το Σύνταγμα επιτρέπει το πολύ δύο βαθμούς- είναι δύο παράλληλες διαδικασίες που πρέπει να απαντούν στα παρακάτω βασικά κριτήρια: Πρώτον, στη λειτουργική διευκόλυνση των πολιτών και δεύτερον στη χάραξη και υλοποίηση μιας πραγματικά αναπτυξιακής πολιτικής με μετρήσιμα αποτελέσματα.
Πρώτιστο μέλημα όμως είναι η διασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας καθώς και της οικονομικής βιωσιμότητας της αυτοδιοίκησης. Στην πράξη φαίνεται πως έως τώρα δεν αρκούσαν οι σχετικές προβλέψεις του αναθεωρημένου Συντάγματος του 2001, αφού τελικά δεν εφαρμόζονταν. Ιδιαίτερα, σε ό,τι αφορά στην πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση είναι γνωστό ότι, τόσο η υποχρηματοδότηση, όσο και η κακοδιαχείριση σε ορισμένες περιπτώσεις, οδήγησαν πολλούς Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) στον πλήρη εκφυλισμό του ρόλου τους και σε αδυναμία να ανταποκριθούν ακόμη και σε τρέχουσες υποχρεώσεις τους!
 Έτσι σήμερα –λόγω των μεγάλων δημοσιονομικών αγκυλώσεων- προκύπτει το ερώτημα: Είναι σε θέση το κράτος να καλύψει τα υπέρογκα χρέη που έχουν συσσωρεύσει αρκετοί σημερινοί δήμοι ή μήπως πολλές νέες συνενώσεις θα αθροίσουν προβλήματα αντί να δημιουργήσουν προϋποθέσεις ανάπτυξης; Η εμπειρία πάντως των δύο πρώτων χρόνων εφαρμογής του «Καποδίστρια», όπου οι διαθέσιμοι πόροι υπήρξαν ασφυκτικά περιορισμένοι, είναι σίγουρα αρκετά διδακτική. Σε ό,τι αφορά επίσης στην περιφερειακή αυτοδιοίκηση είναι προφανές ότι, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ένας σοβαρός και ακηδεμόνευτος αναπτυξιακός σχεδιασμός μόνο στους ελάχιστους εθνικούς, δηλαδή τους κεντρικούς αυτοτελείς πόρους (ΚΑΠ) και σε συγχρηματοδοτούμενα (κοινοτικά) προγράμματα, για την τύχη των οποίων αποφασίζει το «απρόσωπο» κεντρικό κράτος.
Σε κάθε περίπτωση οι οικονομικοί πόροι που προορίζονται για την αυτοδιοίκηση πρέπει να αποδίδονται με έναν ευθύγραμμο τρόπο τοπικά και όχι με μια μία αναδιανεμητική λογική κεντρικά, που συνήθως οδηγεί στη συρρίκνωση ή παρακράτησή τους τελικά από το Κράτος. Άρα, αν μη τι άλλο, θα πρέπει να μιλήσουμε σήμερα ανοιχτά για την ανάγκη μιας φορολογικής αποκέντρωσης.
Μόνο μετά από μία αυτονόητη οικονομική και θεσμική διασφάλιση θα μπορούσαν να διατυπωθούν προτάσεις, όπως οι παρακάτω:
1) Σε ό,τι αφορά στην πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση, εκτός από τα γνωστά αναπτυξιακά προγράμματα που υποστήριξαν το έργο των δήμων (όπως ΕΑΠΤΑ, ΕΠΤΑ, ΘΗΣΕΑΣ ή το ΕΛΛΑΔΑ αύριο), χρήσιμο είναι οι νέοι καποδιστριακοί δήμοι να έχουν έναν πιο ενεργό ρόλο στην άσκηση της τοπικής κοινωνικής πολιτικής. Το φαινόμενο λ.χ. των μοναχικών ηλικιωμένων που διαβιούν χωρίς οικογενειακή στήριξη, στα επόμενα χρόνια θα λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Άρα είναι ορθό, η αυτοδιοίκηση με ενθάρρυνση της πολιτείας να αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες για δημιουργία δομών που θα αντιμετωπίζουν ολοκληρωμένα το πρόβλημα. Είναι επίσης καιρός, η αυτοδιοίκηση να έχει πλέον στον τομέα της υγείας μία καθοριστική παρουσία, με το όποιο οικονομικό κόστος να καλύπτεται μεσοπρόθεσμα από τους συγχρηματοδοτούμενους από την Ευρωπαϊκή Ένωση πόρους, τώρα που η νέα κυβέρνηση έχει τα περιθώρια τροποποιήσεων μέτρων και αξόνων του ΕΣΠΑ. Αναφέρθηκαν παραπάνω δύο μόνο παραδείγματα. Είναι όμως ανάγκη στους νέους, ισχυρότερους δήμους να δοθούν τόσο η θεσμική κάλυψη, όσο και τα μέσα, ώστε να υπηρετούν αποτελεσματικότερα την καθημερινότητα, να προσφέρουν μία στοιχειώδη κοινωνική κάλυψη στον πολίτη και να είναι σε θέση να παράξουν και αναπτυξιακή πολιτική. Θα πρέπει όμως σε αυτό το σημείο να συζητηθεί και ένα μεγάλο θέμα ηθικής τάξης, αφού είναι γνωστό ότι, η τοπική αυτοδιοίκηση βάλλεται από παντού ως προνομιακός χώρος ανάπτυξης φαινομένων διαφθοράς. Ως εκ τούτου έχει τρωθεί η αξιοπιστία και το κύρος της μέχρι ενός βαθμού. Αντί του στρουθοκαμηλισμού ή ενός κακώς νοούμενου αυτοδιοικητικού πατριωτισμού, που επιδεικνύεται από ορισμένες πλευρές, χρειάζονται αποτελεσματικότεροι μηχανισμοί εποπτείας. Και αυτοί θα πρέπει από τα στελέχη της αυτοδιοίκησης να επιζητούνται και όχι να αποφεύγονται. Το νέο σχέδιο πάντως, ως προς αυτό τον τομέα, φαίνεται ότι κινείται προς την σωστή κατεύθυνση.
2) Σε ό,τι αφορά τώρα στην αιρετή περιφέρεια, θα ήταν χρήσιμο ευθύς εξαρχής να αποσαφηνισθούν οι αμιγώς κρατικές – κυβερνητικού χαρακτήρα - αρμοδιότητες που θα περιέλθουν στις νέες Γενικές Διοικήσεις, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα επικαλύψεων και σύγχυση ρόλων, όμοια με εκείνα που παρακολουθήσαμε μεταξύ του πρώτου αιρετού νομάρχη και του θνησιγενούς θεσμού του διορισμένου περιφερειακού διευθυντή.
 Όμως, το μεγαλύτερο πρόβλημα της περιφερειακής Ελλάδας δεν παύει να είναι το πολιτικό της πρόβλημα. Το γεγονός δηλαδή ότι, οι σχετικές αποφασιστικές αρμοδιότητες ανήκουν στην κεντρική κυβέρνηση. Σήμερα λ.χ. ακόμη και τα έργα, για τα οποία αποφασίζει ακηδεμόνευτα το περιφερειακό συμβούλιο να υλοποιηθούν –ή και οι αποφάσεις ακόμη των νομαρχιακών συμβουλίων που έχουν προηγηθεί- συμβάλουν συμπληρωματικά μόνο στο αναπτυξιακό «γίγνεσθαι», αφού η μερίδα του λέοντος των χρηματοδοτήσεων ανά περιφέρεια προκύπτει από τα έργα των τομεακών προγραμμάτων (του κεντρικού ΚΠΣ) ή του μετονομασθέντος σε ΕΣΠΑ σήμερα και όχι από τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΠΕΠ) ή τα έργα ΣΑΝΑ ανά νομαρχία. Άρα η κύρια αναπτυξιακή φυσιογνωμία καθορίζεται από το κέντρο. Όμως ο αναπτυξιακός προγραμματισμός θα πρέπει να πάψει να είναι μία αμιγώς κρατική αρμοδιότητα κυβερνητικού χαρακτήρα που απλώς ασκείται ή συμπληρώνεται και εκτός Αθηνών. Κι εδώ θα πρέπει να διευκρινισθεί, ότι εκτός από τα μικρά και μεγάλα δημόσια έργα υποδομής, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της ανεργίας και να αυξηθεί η πίτα του τοπικά παραγόμενου προϊόντος –αν και εφόσον μιλάμε για πραγματική ανάπτυξη- απαιτούνται και ιδιωτικές επενδύσεις. Είναι σαφές ότι τέτοιες επενδύσεις πρέπει να τύχουν θερμότερης υποστήριξης από το κράτος μέσω του νέου περιφερειακού σχήματος, αφού ως γνωστόν οι τράπεζες αρνούνται να διοχετεύσουν στην αγορά τα 28 δισ. ευρώ που έλαβαν ως ενίσχυση προκειμένου να ενισχύσουν την ρευστότητα.
3) Σε ό,τι αφορά τώρα στις νέες χωροθετήσεις, είναι αλήθεια ότι η θεσμική ομοιομορφία δεν εξυπηρετεί τη χώρα μας, με την ιδιαιτερότητα τουλάχιστον των δύο μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων και τον διάσπαρτο νησιωτικό χώρο. Γι’ αυτό είναι αναγκαίες ειδικές ρυθμίσεις που θα αφορούν στη μητροπολιτική διοίκηση, αλλά και στους νησιωτικούς δήμους και νομούς. Άλλωστε αυτού του τύπου διευκρινίσεις ζητήθηκαν ήδη από αρκετά μέλη του υπουργικού συμβουλίου κατά την παρουσίαση του προγράμματος από τον υπουργό Εσωτερικών και θα ληφθούν υπόψη, σύμφωνα και με την πρωθυπουργική δέσμευση.
4) Υπάρχει όμως και μία παραμελημένη παράμετρος στη νέα αρχιτεκτονική δομή, το Σύνταγμα επιτρέπει πλέον τη συγκρότηση συνδέσμων ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού, όχι μόνο για αναπτυξιακούς σκοπούς, αλλά και για θέματα διοικητικής φύσης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εκτός από τους δύο βαθμούς αυτοδιοίκησης, σε ειδικές περιπτώσεις και όπου οι συνθήκες το επιτρέπουν μπορούν να αναπτυχθούν και άλλα επίπεδα συνεργασιών. Η αξιοποίηση της δυνατότητας αυτής προσφέρει σχήματα λειτουργικά και ευέλικτα που μπορούν να προσαρμόζονται στις ξεχωριστές συνθήκες κάποιων περιοχών για να υπηρετήσουν ένα χώρο αναπτυξιακά, αλλά και τις ανάγκες των πολιτών διοικητικά.
Τελικά όμως, η συζήτηση και κυρίως η διαμόρφωση ενός νέου αυτοδιοικητικού και διοικητικού χάρτη πρέπει να απορρίψει ευθύς εξαρχής τυχοδιωκτικούς παραγοντισμούς και στείρους εγκλωβισμούς σε τυπικά γεωμετρικά σχήματα. Πρέπει να δώσει σημασία στην αυθεντική φωνή της περιφέρειας, μακριά από μικροκομματικούς υπολογισμούς και δίχως θεσμικούς ερασιτεχνισμούς. Αυτή είναι άλλωστε και η νέα μεγάλη πρόκληση.
*Ο Λάζαρος Μακρής, καθηγητής, εθήτευσε ως ειδικός σύμβουλος στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, ως αιρετός νομαρχιακός σύμβουλος Λάρισας και δημοτικός σύμβουλος Σαρανταπόρου.
Η παραπάνω επιστολή, προκειμένου να συμβάλει στη δημόσια διαβούλευση, εστάλη στον διακεκριμένο καθηγητή και σύμβουλο του Υπουργείου Εσωτερικών επί θεσμικών μεταβολών κ. Δημήτρη Τσάτσο.
 
 
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass