* Του Απ. Ποντίκα, δασκάλου, καθηγητή, πτυχ. Πολιτικών Επιστημών,
Σχολικού Συμβούλου Θεολόγων
Το Δωδεκαήμερο λήγει τη μέρα των Φώτων, αλλά όμως ο λαός μας τιμά με ιδιαιτερότητα και την εορτή του Ιωάννου του Προδρόμου, στις 7 Ιανουαρίου και της Αγίας Δομνίκης στις 8 Ιανουαρίου. Την ημέρα αυτή, συμπτωματικά, σε πολλά μέρη της Ελλάδας και κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, γιορτάζεται «η Γυναικοκρατία» ή Μέρα της Μαμής. Η γιορτή αυτή έφερε παλαιότερα την ονομασία Μπαμπογκιουνού και Μπαμπιντέν αντίστοιχα: η Μέρα της Μαμής ή Μπάμπως. Ήταν μια παλιά γιορτή που αποτελούνταν από το συμπόσιο από γυναίκες που είχαν την ικανότητα να «τεκνώνουν», δηλαδή ήταν σε ηλικία τεκνοποίησης…Το τιμώμενο πρόσωπο σ’ αυτή τη γιορτή, δεν ήταν κάποιος άγιος, αλλά η μαμή του χωριού.
Έτσι, κάθε γυναίκα που τεκνοποιούσε, πήγαινε το πρωί στη μαμή του χωριού και της πρόσφερε ένα σαπουνάκι και μ’ αυτό θα πλυθεί η γριά μαμή και η νέα γυναίκα. Γύρω από τη μαμή στέκονταν και άλλες γριές, οι οποίες προέτρεπαν τη νεαρή γυναίκα να φιλήσει το «σχήμα», το οποίο ήταν μια απομίμηση εγκύου γυναίκας.
Η μαμή καθόταν πάνω στο θρόνο της και καμάρωνε, ενώ είχε στολιστεί με χρυσωμένα λουλούδια, με πλεξίδες από κρεμμύδι, σκόρδα, σύκα, σταφίδες, χαρούπια κ.λπ... Οι γυναίκες σέβονταν τη μαμή και την τιμούσαν ως πρόσωπο κοινής αποδοχής για τις υπηρεσίες που πρόσφερε. Όλες οι γυναίκες στη συνέχεια μαζεύονταν σε κοινό συμπόσιο, όπου συνέτρωγαν και έπιναν αρκετό κρασί. Αρκετές φορές, μη μπορώντας να αντέξουν το αλκοόλ, μεθούσαν και έκαναν «παλαβά», όπως οι ίδιες έλεγαν. Ύστερα, μεταμφιεσμένες και χορεύοντας – τραγουδώντας, μετέφεραν τη μαμή πάνω σε κάρο στη βρύση του χωριού, όπου εκεί την κατάβρεχαν με νερό της βρύσης. Την ώρα που κατέβρεχαν τη μαμή, τραγουδούσαν σεμνά αλλά και «αχαμνά» τραγούδια. Επίσης, σε όλη τους την εκδήλωση οι αστεϊσμοί, τα πειράγματα, οι κινήσεις και τα πιπεράτα «μασάλια» ή «μασλάτια» έπαιρναν κι έδιναν. Οι άνδρες έμεναν στα σπίτια τους κάνοντας τις γυναικείες δουλειές, ενώ όποιοι τολμούσαν να βγουν έξω την ημέρα αυτή, έπεφταν θύματα προπηλακισμού και εξευτελισμού. «Αν φαινόταν άνδρας, τον εξεγύμνωναν, τον επαίρνανε το καλπάκ’, να ντους κεράσ’». Η γιορτή αυτή φυσικά απέβλεπε στη γονιμότητα. Το είχαν σε καλό, για ν’ αποκτήσουν παιδιά! Θα μπορούσαμε να πούμε ότι παρόμοιο χαρακτήρα γονιμότητας είχαν και οι αρχαίες γιορτές της Καλλιγένειας, που γίνονταν την τρίτη ημέρα των Θεσμοφορίων στην Αρχαία Αθήνα και της γιορτής στα Αλώα της Ελευσίνας, προς τιμήν του Ποσειδώνα στις 26 Ιανουαρίου. «Μόνο γυναίκες, που πορεύονται τα αίσχιστα λέγουσι, βαστάζουσι είδη σωμάτων απρεπή, ανδρεία τε και γυναικεία, οίνος τε πολύς πρόκειται και τράπεζας γεμούσαι βρωμάτων» (Λουκιανός). Είναι αξιοπρόσεχτο ότι η θρακιώτικη αυτή γιορτή της Μπάμπως ή της Μαμής, τοποθετήθηκε στο τέλος του κύκλου του Δωδεκαημέρου και έτσι εξίσωσε τη θεία και την κοσμική γέννηση με το εξίσου εξαίσιο γεγονός της γέννησης του Θεανθρώπου. Βέβαια, η γιορτή αυτή περιέχει όλα τα καρναβαλίστικα στοιχεία: ευωχία, μεθύσι, αισχρολογία, θεατρικότητα με μεταμφίεση, γενετήσια σύμβολα, υπερβολή, γέλιο, χαρά και διασκέδαση. Η ημέρα της Μπάμπως είναι η ανθρωποκεντρική, αλλά και γυναικεία εκδοχή του εορταστικού κύκλου, στις εξωτερικές δράσεις, όπου τις υπόλοιπες ημέρες τελεστές είναι οι άνδρες. Είναι φανερό ότι τα πολιτιστικά φαινόμενα δεν είναι στατικά, αλλά μέσα στον ρου του χρόνου μεταλλάσσονται και προσλαμβάνουν άλλο προσανατολισμό, προσαρμόζονται συνέχεια στην ιστορική – κοινωνική πραγματικότητα. Έτσι, το έθιμο αυτό δεν χάθηκε, αλλά διαιωνίσθηκε στην πορεία του χρόνου και εμφανίζεται και σήμερα ποικιλόμορφο σε ορισμένες περιοχές της πατρίδας μας, να τελείται με ενθουσιασμό και με γραφικότητα. Σήμερα, γίνεται ακόμα και σε μη παραδοσιακούς χώρους από ορισμένους πολιτιστικούς συλλόγους χωριών και την οργάνωση αναλαμβάνουν κυρίως γυναίκες. Από τα τελετουργικά στοιχεία των παλαιότερων μορφών του εθίμου, ορισμένα χάθηκαν, άλλα έγιναν περισσότερο ψυχαγωγικά ή έχασαν το αρχικό συμβολικό τους νόημα, άλλα απέκτησαν νέα σημασία και ίσως εξυπηρετούν έτσι νέες σκοπιμότητες της σημερινής πραγματικότητας. Το κεντρικό πρόσωπο της Μπάμπως, το οποίο εξακολουθεί να υπάρχει, έγινε σήμερα σημείο αναφοράς θεατρικού ρόλου. Το καρναβαλίστικο στοιχείο, με τους αντεστραμμένους ρόλους, την ευωχία, σε συνδυασμό με την αποκλειστική συμμετοχή γυναικών μέσα στο πνεύμα των αντιλήψεων και διεκδικήσεων σχετικά με τις σχέσεις των δύο φύλων, τη χειραφέτηση των γυναικών και άλλων κοινωνικών αιτημάτων, αναδύθηκαν σήμερα όλα αυτά και κυριαρχούν έντονα στην εκδήλωση με την έννοια του εθίμου «Γυναικοκρατία». Το έθιμο τούτο της Γυναικοκρατίας έζησα έντονα όταν υπηρετούσα στον Έβρο και ο συμβολισμός της είναι ο εξής: «Συμβολίζει όλη αυτή τη δραστηριότητα, τη γονιμότητα της καρποφόρας γης και τη δύναμη που έχει να παράγει όλα τα αγαθά. Έτσι και οι γυναίκες έχουν τη δύναμη να κυοφορούν μέσα τους μια νέα ζωή και να τη φέρουν στον κόσμο». Το έθιμο σήμερα στον Έβρο, έχει πάρει άλλη μορφή. Στολίζουν ένα μικρό πουλαράκι, που σέρνει ένα λουλουδοστολισμένο κάρο, ενώ δίπλα του είναι δύο ντυμένες γυναίκες, συνήθως ηλικιωμένες. Οι γυναίκες πρέπει να είναι μεγάλες σε ηλικία. Η μία είναι η μάνα και η άλλη κάποια φίλη ή συγγενής. Πήγαιναν με όργανα, έπαιρναν τη μαμή και στη συνέχεια μετέβαιναν στο σπίτι της εγκυμονούσας, όπου εκεί γινόταν η διαδικασία τοκετού από τη μαμή. Μετά η μαμή, η γυναίκα που έφερε το παιδί στον κόσμο και όλες οι γυναίκες του χωριού, μαζεύονταν στην πλατεία του χωριού, όπου βάπτιζαν το μωρό, δίνοντάς του ένα συμβολικό όνομα, όπως Αγάπη, Ειρήνη κ.λ.π. Μετά από την τυπική βάπτιση άρχιζε τρικούβερτο γλέντι. Σ’ άλλα μέρη τη Γυναικοκρατία, τη γιορτάζουν όλες οι γυναίκες στα καφενεία των χωριών, ενώ οι άνδρες μένουν στα σπίτια τους κάνοντας σπιτικές δουλειές. Αν τυχόν κάποιος ξεμυτίσει έξω και τον συλλάβουν, τότε υποφέρει. Τον αλευρώνουν, τον κτυπούν, τον ταλαιπωρούν και τον ξαναστέλνουν στο σπίτι. Στη Μονοκλησιά Σερρών γίνεται σήμερα μια παραδοσιακή τελετή από τις γυναίκες του χωριού, που είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του αξιόλογου αυτού εθίμου, που οι γυναίκες κάποτε είχαν τη δύναμη και την εξουσία στα χέρια τους, έναντι των ανδρών, όπως ακριβώς ήταν και οι δυναμικές Αμαζόνες.