Είδα γραμμένη σ΄έναν τοίχο τη φράση: «Αυτή η κοινωνία προωθεί τη ρουφιανιά, το γλείψιμο και την υποταγή» και αναλογίστηκα πόσο διαδεδομένες είναι αυτές οι τρεις «ιδιότητες» στη νεοελληνική πραγματικότητα! Κι αυτή τη στιγμή που η Κυβέρνηση τις επιβεβαιώνει εν μέρει, προσπαθώντας να μετατρέψει τους πολίτες σε εν δυνάμει καταδότες για να μαζέψει φόρους και να καταπολεμήσει, λέει, τη φοροδιαφυγή.
Στο Μεσαίωνα είχαμε το «Kυνήγι Μαγισσών». Και λιθοβολούνταν και καίγονταν πολλές φορές αθώοι επειδή κάποιοι τους κατηγορούσαν, είτε επειδή τους φθονούσαν, είτε επειδή ήθελαν να τους εκδικηθούν για προσωπικές διαφορές. Βέβαια υπήρχαν και οι φανατικοί που έβλεπαν σε κάθε μη φανατικό τον «Αντίχρηστο» και ένα όργανο του Σατανά. Πίσω όμως απ΄όλα αυτά ήταν οι ηθικοί αυτουργοί: οι αρχές! Είτε αυτές ήταν θρησκευτικές, είτε η πολιτική ηγεσία, που υποκινούσαν και υποδαύλιζαν το μίσος και τα κατώτερα ένστικτα των απλών ανθρώπων για πολλούς και διαφόρους δικούς τους λόγους και αιτίες.
Σήμερα έχουμε και πάλι ένα ιδιόμορφο «Κυνήγι Μαγισσών». Γιατί σήμερα και πάλι η κρατική εξουσία και τα υποκατάστατα του θρησκευτικού φανατισμού, τα Μ.Μ.Ε. επιδίδονται με μανία σε δημόσιο διασυρμό πολιτών γενικά, θεωρώντας τους συλλήβδην φοροφυγάδες, με στόχο την επείγουσα συλλογή φόρων.
Ολόκληρες τάξεις συνανθρώπων μας, επαγγελματίες, επιστήμονες, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, συνταξιούχοι ή μεγαλοεισοδηματίες, βρίσκονται στο στόχαστρο με τη στάμπα του φοροφυγά. Κι αυτό την ίδια στιγμή που το ίδιο το κράτος απομυζά και την τελευταία ικμάδα των συνεπών φορολογούμενων ενώ δίνει άφεση σε οφειλέτες φορολογικών υποχρεώσεων με το κόλπο της «περαίωσης», για να αποφύγουν τους ελέγχους. Δηλαδή ουσιαστικά να φοροδιαφύγουν με κρατική «βούλα» και να μην πληρώσουν ίσως τους φόρους που τους αναλογούν.
Σ΄αυτό το «Κυνήγι Μαγισσών» που έχει επιδοθεί η πολιτική ηγεσία με τη βοήθεια των Μ.Μ.Ε., ακούμε για τα εισοδήματα που δηλώνουν καλλιτέχνες, για «φακελάκια» των γιατρών, για φοροφυγάδες δικηγόρους ή και για συνταξιούχους μεγαλοεισοδηματίες. Σπανίως ακούμε και για το μεγάλο κεφάλαιο ή τα τραπεζικά ιδρύματα που εκμεταλλεύονται τις καταθέσεις του κοσμάκη.
Φυσικά όλα αυτά λέγονται και γράφονται επειδή υπάρχει και εδώ ο ηθικός αυτουργός, δηλαδή το ίδιο το κράτος. Στην προσπάθειά του να μαζέψει περισσότερα λεφτά για να τα πετάξει στη «μαύρη τρύπα» του δημοσίου χρέους, του προϋπολογισμού και των ελλειμμάτων που δημιούργησαν οι πολυετείς σπατάλες του. Προσπαθώντας να δημιουργήσει στην κοινή γνώμη ένα κλίμα μίσους και αγανάκτησης κατά των φοροφυγάδων, εξαπολύει απηνή διωγμό εναντίον δικαίων και αδίκων, μη διστάζοντας να «στρατολογήσει» ακόμα και καταδότες. Ο ένας εναντίον του άλλου φυσικά και όποιος αντέξει.
Η «ρουφιανιά» χρησιμοποιήθηκε κι άλλοτε από τις πολιτικές ηγεσίες, είτε για φορολογικούς λόγους, είτε για πολιτικούς σκοπούς. Κάθε φορά που επανέρχεται ως εργαλείο της εξουσίας μας πείθει ότι μάλλον αποδίδει.
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κάνουν φυσικά ό,τι μπορούν προς την κατεύθυνση αυτή, με συνέπεια μεγάλες μερίδες του πληθυσμού να σταμπάρονται με τη «ρετσινιά» του φοροφυγά. Κανάλια και εφημερίδες κατηγορούν τους πάντες και τα πάντα με άνεση και παρρησία, βάζοντας μπροστά από κάθε επάγγελμα ή δραστηριότητα το «μεγαλο...». Δεν είναι σίγουρο ότι θα πληρώσουν οι πραγματικοί «μεγαλοκαρχαρίες» της φοροδιαφυγής, είναι όμως κάτι περισσότερο από βέβαιο ότι θα πληρώσουν τα γνωστά υποζύγια των φορολογικών βαρών, οι «συνήθεις ύποπτοι»...
Δεν είναι φυσικά σκοπός της στήλης να υπεραμυνθεί των μεν ή των δε. Δεν μπορεί όμως να μην ενοχληθεί ο κάθε λογικός άνθρωπος όταν βλέπει να διασύρονται συλλήβδην ολόκληροι κλάδοι εργαζομένων, επαγγελματιών, καλλιτεχνών ή επιστημόνων. Διότι η πρώτη απορία του κοινού πολίτη είναι: Ποιος άφησε ασύδοτη τη φοροδιαφυγή; Γιατί ο εκάστοτε κ. υπουργός και οι διάφοροι πολιτικοί προϊστάμενοι, δεν έπιασαν ποτέ τον αρμόδιο έφορο που δεν έσπευσε να κάνει κανονικό έλεγχο σ΄αυτόν που δήλωσε ως εισοδήματα γελοία ποσά;
Κανείς δεν αμφιβάλλει και όλοι, άλλωστε ξέρουμε, ότι υπάρχουν φοροφυγάδες, αλλά κανείς απ΄αυτούς που βάλλουν κατά της φοροδιαφυγής δεν τολμά να εξειδικεύσει τις κατηγορίες και τα άτομα, αλλά αρκούνται σε γενικεύσεις. Όμως εδώ βρίσκεται η άλλη διάσταση του προβλήματος. Η οποία είναι και η πιο σοβαρή απ΄ οόες. Διότι δεν πρόκειται για το αν δεν πληρώνει ο ένας ή ο άλλος τους φόρους του. Ή αν παίρνει φακελάκι ο ένας γιατρός και δεν δηλώνει τα εισοδήματά του ο άλλος. Εδώ, αυτή τη στιγμή με το «Κυνήγι Μαγισσών» που έχει εξαπολυθεί, καλλιεργείται στον απλό πολίτη η γενικότερη δυσπιστία προς τα βασικά αυτά επαγγέλματα. Στην περίπτωση δε των γιατρών υπονομεύονται μακροχρόνια, όχι μόνο το κύρος των γιατρών, αλλά του ιατρικού λειτουργήματος. Γιατί κακά τα ψέματα. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, η σχέση γιατρού και ασθενούς, άσχετα αν είναι ιδιωτικός γιατρός ή είναι του ΕΣΥ, είναι κατ΄αρχήν σχέση εμπιστοσύνης. Όπως σχέση εμπιστοσύνης είναι και εκείνη του πολίτη με το νομικό σύστημα που υπηρετούν δικηγόροι, δικαστές και εισαγγελείς. Και την εμπιστοσύνη αυτή έρχεται το ίδιο το κράτος και την υπονομεύει, φροντίζοντας μάλιστα να καθιερώσει το ρόλο του καταδότη στην προσπάθεια συλλογής φόρων. Αυτό δε, συμβαίνει σ΄όλους τους κλάδους, σε όλες τις ειδικότητες και σε όλα τα επαγγέλματα. Όλοι είναι εν δυνάμει φοροφυγάδες για το κράτος, μέχρις αποδείξεως του εναντίον.
Τα αποτελέσματα είναι ήδη εμφανή για όσους παρακολουθούν τις αντιδράσεις του κόσμου. Μια ολόκληρη κοινωνία κλυδωνίζεται. Φιλύποπτοι όλοι, αλληλοϋποβλέπονται. Ο καθένας θεωρεί τον διπλανό του κλέφτη. Και δεν χάνεται έτσι μόνο η αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών μιας ευνομούμενης υποτίθεται Πολιτείας, αλλά και των πολιτών προς το κράτος.
Μήπως πριονίζουμε έτσι οι ίδιοι το κλαδί πάνω στο οποίο «κάθεται» ολόκληρη η χώρα;