Μια φορά κι έναν καιρό (έτσι δεν αρχίζουν τα παραμύθια;..) μια γιαγιά καθόταν στην πεζούλα γνέθοντας, όταν την πλησίασε το καμάρι της, ο εγγονός της. Κι εκεί που τα έλεγαν ζεστά και τρυφερά (σημειωτέον, τα είχε «τετρακόσια» η γιαγιά!) της έσκασε το μυστικό του: «Πάω για δήμαρχος...». Την απάντησή της την έχει καταγράψει η σχολιαστική ανεκδοτολογία: «Μπα, γιέμ’, εσύ είσαι μια χαρά παιδί...». Έμειναν αναπάντητα από τότε τα ερωτήματα που έθεσε, υπαινικτικά, η γιαγιά. Ήθελε να τον προστατέψει; Κι από τι; Ήθελε να του πει, ευγενικά, «δεν κάνεις» γι’ αυτή τη δουλειά; Ή, μήπως, πιο απλά, με γονική έγνοια, «κάτσε στ’ αυγά σου»; Ο εγγονός (και σε φιλόδοξες εγγόνες πάει ο λόγος...) τράβηξε τον δρόμο του. Ήθελε! Το ήθελε πολύ. Αυτό ήταν το κίνητρό του. Κι αυτό τον έκανε πεισματάρη, επίμονο έως ξεροκέφαλο, «τζώρα» καθώς συνηθίζεται να λέμε, χαϊδευτικά. Το τράβηξε, λοιπόν, μέχρι τέλους. Εκεί τον οδήγησε το «σύνδρομο Τατάνκα», έτσι το ονοματίζουν με φιλοπαίγμονα διάθεση οι Αμερικάνοι, όπως θα επεξηγηθεί λίγο παρακάτω. Και, φυσικά, δεν μας ενδιαφέρει αν πέτυχε ή όχι. Αυτό είναι δουλειά της δημοκρατίας...
Μια άλλη φορά, στον καιρό μας (αυτό δεν είναι παραμυθία...) μια άλλη κυρία, η οποία μακροημερεύει πλέον και ως ευτυχής γιαγιά είπε στον γιο της: «Ο παππούς σου ήταν πρωθυπουργός, ο πατέρας σου έγινε πρωθυπουργός, μπορείς και πρέπει να γίνεις κι εσύ πρωθυπουργός...». Το «μπορείς και πρέπει» είναι εκτίμηση του γράφοντος, όχι στοιχειοθετημένη καταγραφή. Όμως, οι γιοι-αναγνώστες ξέρουν δα πώς μια μάνα, με ποιους ευλογημένους τρόπους, μπορεί να εμπνεύσει φιλοδοξίες στον γόνο της... Ή, και να τις μετριάσει, με φροντίδα, όπως η γιαγιά... Πρέπει, όμως, να είναι αληθινή η πρόθεση και η προτροπή που αποδίδεται στην κυρία Μαργαρίτα Παπανδρέου, μητέρα του σημερινού πρωθυπουργού μας. Κάπως έτσι μας προέκυψε η τρίτη γενιά του «Οίκου Παπανδρέου». Η εγγονή Μαργαρίτα, της τέταρτης γενιάς, σπουδάζει ακόμα στο Λονδίνο... Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα έχουν πολλά να ιστορήσουν για τους γόνους των ελληνικών πολιτικών «τζακιών», για τον μισού αιώνα νεοελληνικό νεποτισμό.
Αν υπενθυμίζονται όλα αυτά, δεν είναι γιατί τα πράγματα πήγαν κατ’ ευχήν μιας μάνας. Αυτά είναι ανθρώπινα, σεβαστά. Αλλά γιατί μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, αμέσως μετά, κι αυτό έχει τη σημασία του, ο πρωθυπουργός μας έδειξε τάσεις αναζήτησης μιας παγκόσμιας (ορθότερο: διεθνούς) αναγνώρισης των πολιτικών του ικανοτήτων και προσόντων. Κι αυτό, καταρχήν, δεν είναι κακό ή επιλήψιμο, για δυο λόγους. Πρώτο, γιατί θα αποτελούσε τιμή για την πατρίδα του, κάτι που μόνο μικρόψυχοι θα το αμφισβητούσαν. Και, δεύτερο, γιατί η αναζήτηση μιας αναγνώρισης, μιας επιβράβευσης, είναι απόλυτα θεμιτή και κοινή, ανθρώπινη ανάγκη. Ποιος δεν τη νιώθει;..
Όμως, κάποια σημάδια, κάποιες ενδείξεις, δείχνουν ότι πιθανολογείται μια υπέρβαση της μητρικής ευχής. Χωρίς να αποτελεί διάγνωση, με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά σχολιαστική παρόρμηση, κάποια γεγονότα, όπως μεταδόθηκαν ειδησεογραφικά, μπορούν να αξιολογηθούν, σαν συμπτώματα του «συνδρόμου Τατάνκα». Στην Ινδία λ.χ. επιβεβαιώθηκαν οι πατρογονικές σχέσεις δυο δυναστειών. Εξέλιξη των σχέσεων δυο αναγνωρισμένων προσωπικοτήτων του υπαρκτού και του εν δυνάμει λεγόμενου «τρίτου κόσμου»: Αντρέας και Γκάντι. Ο Ομπάμα, καλά ενημερωμένος, υποδέχθηκε -στην πρώτη του επίσκεψη- τον εγγονό και το γιο δύο πρωθυπουργών. Εκεί, ο δικός μας δεν δίστασε να προτείνει θέμα συζήτησης των G20 (!) τον παγκοσμιοποιημένο έλεγχο του διεθνούς τραπεζικού συστήματος... Από το Τρινιντάντ, αν καλά θυμάμαι, πρότεινε την καταπολέμηση της φτώχειας του πλανήτη... Στη Λιβύη, με τον Καντάφι, αναζωογόνησε τις πατρογονικές, γραφικές όσο και ατελέσφορες σχέσεις... Με μόνη την ουσιαστική διαφορά ότι ο Αντρέας εκείνης της εποχής ήταν πρόσωπο άλλης διεθνούς εμβέλειας! Και, στο κατακαλόκαιρο, αιφνιδιαστικά, εμφανίστηκε, ούτε λίγο ούτε πολύ, σαν διαμεσολαβητής Ισραηλινών-Παλαιστινίων... Πριν λίγες μέρες και μεταξύ Ιράν-Ισραήλ... Η Βόρεια Κορέα πέφτει λίγο ξέμακρα... Εν τω μεταξύ, στο θυμικό ενός απλού τηλεθεατή εντυπώθηκε η σκηνή: εν μέσω Σαρκοζί και Μέρκελ να συζητά χειρονομώντας αμήχανα. Ακόμα επαναλαμβάνεται... Το «εμείς οι ηγέτες της Ευρώπης» δεν ήταν υπότιτλος, αλλά μετάφραση δήλωσης από τα αγγλικά... Βοήθησε, ασφαλώς, και ο ανενδοίαστος, ο πρωτογονικός προπαγανδιστικός μηχανισμός της κρατικής τηλοψίας, και όχι μόνον αυτής...
Καταγράφονται όλα αυτά όχι γιατί κρίνονται επίμεμπτες προσωπικές φιλοδοξίες. Αυτό, επαναλαμβάνεται, είναι δικαίωμα καθενός. Αλλά γιατί η επίμονη, η έμμονη φιλοτέχνηση ενός διεθνούς ηγετικού προφίλ, πρόωρα και βιαστικά, χωρίς καλά-καλά να δοκιμαστεί στα εγχώρια, οδηγεί σε «φαινόμενο Τατάνκα». Κάτι που, όπως εκτιμούν έγκυροι και νηφάλιοι κριτικοί, θα δυσκολέψει τις συγκλίσεις συμπολίτευσης-αντιπολίτευσης, οσονούπω, αυτές που θα επιβληθούν από την πραγματικότητα (και όχι από την τρόικα...) για να ξεπεραστούν οι πρωτοφανείς εθνικές δυσκολίες. Αργά ή γρήγορα, το απορριπτικό «όχι» της όποιας συμπολίτευσης σε πρόταση της όποιας αντιπολίτευσης, αλλά και το αντίστροφο, θα αντικατασταθεί από... συνεννόηση. Απλά! Δυο θα κρατήσουν και θα αδειάσουν τον κουβά με τα απόνερα. Ένας, μόνος του, δεν το μπορεί. Ούτε είναι δίκαιο...
Για μια τέτοια πιθανή και ευκταία πολιτική εξέλιξη, το ηγετικό πείσμα του «καθιστού ταύρου» προσφέρει διδαχή. Ο Τατάνκα Γιοτάκα, λοιπόν, ο «καθιστός ταύρος» στην ινδιάνικη διάλεκτο, ήταν αρχηγός της φυλής των Σιού. Το 1876 οι Σιού αποδεκάτισαν μια αποστολή με ηγέτη τον περίφημο στρατηγό Κάστερ. Παρ’ όλο που ο Τατάνκα και η ομάδα του δεν συμμετείχαν διώχθηκαν και κατέφυγαν στον Καναδά. Τους υποσχέθηκαν αμνηστία και επέστεψαν το 1881. Στους ινδιάνικους καταυλισμούς, όμως, διατηρήθηκαν τα εχθρικά αισθήματα κατά των «λευκών» αποίκων. Η έκρηξη δεν άργησε και όταν ένας αστυνομικός έσπαγε το κεφάλι του Τατάνκα εκείνος συνέχιζε να φωνάζει: «Δεν πάω πουθενά! Κάνε μου ό,τι θες!...». Τελικά, κάπου «πήγε»...Άφησε όμως πίσω, με την υστεροφημία του, την κατάληξη του αδιέξοδου ηγετικού πείσματός του...
xatzis@hotmail.com