Είναι κάποια πράγματα που στη ζωή του ανθρώπου ξεδιπλώνονται λίαν ευχάριστα και ικανοποιητικά και βελτιώνουν αισθητά το νόημα της διαβίωσής του, αφού ήδη μεγαλώνει το θερμόμετρο της διάθεσης και των ανανεωτικών του δυνάμεων για το ίδιο... Ένα απ’ αυτά, λοιπόν, τα αγαπημένα προγράμματα στην πορεία της νιότης και της ζήσης του γενικότερα, είναι αναντίρρητα πλέον και οι προσωπικές αλησμόνητες νοσταλγίες και θύμησες των καλοκαιρινών διακοπών και περιόδων περασμένων χρόνων.
Και πώς μπορούν εύκολα να διαγραφούν απ’ τη μνήμη του καθενός ανθρώπου, λοιπόν, αυτές οι ποθητώς βιωμένες καλοκαιριάτικες στιγμές ερωτικών σταθμεύσεων που κύλησαν μες στη φθορά του χρόνου και για τον καθένα από εμάς έγραψαν τη δική τους ερωτική ιστορία; Να, λοιπόν, γιατί υποστηρίζεται απ’ όλους ότι τα καλοκαίρια των αναμνήσεων είναι απ’ τα ελάχιστα κομμάτια ζωής που αφήνουν τα ομορφότερα αλλά και τα πιο έντονα και δυνατότερα συναισθήματα παντού... Αυτός, λοιπόν, ο περίσσιος γλυκασμός συναισθημάτων όλων μας δεν εκπηγάζει απ’ την ερωτοτροπούσα καλοκαιρινή θεά φύση; Δεν είναι αυτό το σάλπισμα της πλανεύτρας θάλασσας που ενώνει, φλογίζει, παθιάζει και αιχμαλωτίζει το κάθε άτομο με το άγγιγμά της και το στέλνει στης καρδιάς τους πέντε... ουρανούς; Ποιος θα μπορούσε να αντισταθεί ποτέ από το σαγηνευτικό τοπίο θέασης του καλοκαιριού δίχως ο οιοσδήποτε να καρπωθεί την «προκλητική» και θεσπέσια όχλησή του; Πόσοι έρωτες και αγάπες δεν γεννήθηκαν πράγματι κάτω από το μαγευτικό κι ερωτοβόλο ορίζοντά του και πόσοι ακόμη δεν άφησαν τ’ ανεξίτηλα σημάδια τους στις απέραντες καυτές ακρογιαλιές; Τα θέρετρα του βουνού και της θάλασσας – πέραν της φεγγοβόλας αισθητικής βιτρίνας τους που αναλάμπει διαρκώς τα ανθρώπινα έσωθεν – λειτουργούν ακόμη και κύρια και για την αλλαγή της ψυχοσύνθεσής μας προς το καλύτερο...
Η μαζική φυγή πάρα πολλών ανθρώπων, σ’ αυτά τα «καλλωπιστικά» κέντρα όασης, δροσιάς και απόλαυσης δεν γίνεται μονάχα απ’ τις υψηλές θερμοκρασίες της εποχής ως διέξοδος αλλά πρωτίστως γίνεται για την αλλαγή χώρου και τοποθεσίας, μακριά των πόλεων, που βοηθάει επαρκώς τις σωματο-ψυχικές μας ανάγκες. Δεν το βλέπουμε πως όλοι, λίγο πολύ, γινόμαστε ρομαντικοί απότομα, καλλιτέχνες κάθε είδους, ζωγράφοι και ποιητές, όταν ο νους, η καρδιά κι η ψυχή φτερουγίζουν ολόγυρα, μες στο εκθαμβωτικό θερινό φυσικό βασίλειο; Και θα ‘ταν αφελές, τουλάχιστον, να μην παραδεχτούμε όλοι σχεδόν ότι στης ξελογιάστρας... θάλασσας την αγκαλιά – κάτω απ’ το χρυσό της ήλιο τη μέρα και τη νύχτα κάτω απ’ την πανέμορφη φεγγαράδα κι αστροφεγγιά της – παλλάκις χτίσαμε την ξεχωριστή δική μας ερωτική φωλιά! Γι’ αυτές, λοιπόν, τις αξέχαστες νότες χαράς – των καλοκαιρινών θυμήσεων κι αναμνήσεών μας, που στο διάβα της ζωής ζήσαμε – η γλώσσα τρυφερότητας του ποιητή δεν θα μπορούσε ν’ απουσιάζει και να μη μας αποκαλύψει με τους στίχους του κάποιες ζωντανές εικόνες της θεάς θάλασσας και του θεϊκού βουνού. Να τι μας λέει: «Θάλασσά μου... «αιώνια αγάπη» που το φλοίσβο σου στέλνεις να πνέει, στα κρυφά της καρδιάς μου λημέρια, η ματιά... «περιούσιος» ήλιος τη μέρα και τη νύχτα σε κάνουν παρέα..., μύρια αγάπης «ανθρώπινα... αστέρια». Θάλασσά μου κι ας κρύβεις παγίδες, είσαι η πιο γαλαζοαίματη νύφη! Της φύσης, τις ελπίδες μου ο μπάτης σου φέρνει, μες στο έρημο της ψυχής μου ακρογιάλι... Σ’ άλλη του αποστροφή ο ποιητής λέει: «Στα λιμάνια, τα τραγούδια της ζωής... απωθημένα, λογοτέχνες και ζωγράφοι εραστές της θάλασσας, ενσαρκώνεται το βλέμμα και ο νους τους στ’ άγγιγμά της!, μόλις σμίξουν με το μπλε... της μαγικό ορίζοντα! Το κλείσιμο των στίχων του ποιητή προς τη βουνίσια Πολιτεία: «Άγιο μου... γλυκό βουνό, θε ν’ ανεβώ στον κόρφο σου..., δύο πράγματα να προσκυνήσω!, πρώτα εσένα .., τον «Ήσυχό μου...» αδελφό, κι ύστερα σιμά σα θα ’μαι, και τον Πανάγαθο Θεό... Δώσ’ μου ανάσες να εισπνεύσω, από τα τρυφερά σου αγέρια, των πουλιών να ‘χω τις μούσες..., πλάι στο προσκέφαλό μου και, να ερωτοβολούν... συνέχεια, με το βιο μου! ναι..., το βιο μου!...». Καλό καλοκαίρι.