Αν είναι να πας σε ακρωτήρι, ας είναι το Βόρειο! Αν είναι να φύγεις, ας είναι για μακριά. Αν είναι να βρεις την άκρη σου, ξεκίνα για την πιο μακρινή της Ευρώπης. Ο αγαπητός μου φίλος λέει ότι για να δεις τις πραγματικές διαστάσεις (δε λέω... συνιστώσες, τέτοιες δύσκολες μέρες δεν θέλω να ...προσβάλω την αριστερά) μιας πολυκατοικίας πρέπει να απομακρυνθείς. Να τη δεις από απόσταση. Αν θες να δεις τη ζωή σου στο σύνολό της, ανέβα σε μια κορυφή, στριμώξου στην πιο μακρινή γωνία. Αν αυτό που βλέπεις έχει σχήμα, μορφή, συμμετρία, γλύκα στις γραμμές κι αρμονία στις αναλογίες, είσαι κερδισμένος! Η πολυκατοικία σου έχει περιποιημένα μπαλκόνια, βαμμένα κάγκελα και ολάνθιστο κήπο στην ταράτσα. Η μυρωδιά σκορπίζεται στο εσωτερικό της και στο γύρω χώρο, η θέα της χαρίζει ομορφιά κι αγαλλίαση στο μάτι, όπως ένα έργο ζωγραφικής γαληνεύει την ψυχή.
Αν, απ’ την άλλη, βλέπεις μισοτελειωμένα ντουβάρια, γκρίζες επιφάνειες και γιγαντωμένα δυσανάλογα τα απρόσωπα μοτίβα μιας σοβιετικής αρχιτεκτονικής, τότε να ανησυχείς! Η πολυκατοικία σου μοιάζει με κτίριο δημόσιας υπηρεσίας: Απρόσωπο, άχρωμο, απεριποίητο. Απ’ αυτά που κλείνουν το μεσημέρι και μέχρι να ξημερώσει η επόμενη λυγίζουν απ’ το βάρος της μούχλας, που σαν το συκώτι του Προμηθέα αναγεννάται κάθε βράδυ μόνο και μόνο για να πεθάνει (για λίγο, όμως) την επόμενη από τον αέρα των ανοιχτών παραθύρων.
Αν είναι να πας μακριά, καν’ το με μοτοσικλέτα! Δεν είναι το μέσο. Είναι ο τρόπος! Είναι το είδος του «ταξιδεύειν», το είδος του «αναχωρείν». Είναι ταξίδι που ξεχειλώνει τα λάστιχα της μοναξιάς σου. Αν δεν σπάσουν ως το τέλος, τότε ζήτω, η μοναξιά σου είναι μάλλον μοναχικότητα και το μαχαίρι κόβει το ψωμί της σίτισής σου κι όχι τους ιστούς της καρδιάς σου.
Είναι ταξίδι ψυχοθεραπευτικό. Που σε βοηθά ενώ πας πιο μακριά, να έρθεις πιο κοντά! Που μετατρέπει την εσωστρέφεια από μειονεξία σε έκφραση της εσωτερικότητας. Που σ’ αναγκάζει εσένα τον ίδιο να βρεις την απάντηση στην ερώτηση που πιπιλίζεις σα καραμέλα χρόνια τώρα, τη στιγμή που το κινητό σου δεν γίνεται να το αρπάξεις (έχουν χαθεί οι... καβάντζες), κι ο φίλος σου είναι μπροστά, παλεύει κι αυτός με τους δικούς του δαίμονες. Μόνο το κράνος του αστράφτει στον ήλιο και να τον φωνάξεις δεν ακούει. Η φωνή σου, όπως κι αναστεναγμός (ευτυχώς αυτός) χάνονται στους στροβιλισμούς του αέρα ακριβώς εμπρός απ’ το στόμα σου, μόλις βγαίνουν. Είναι ταξίδι βουτηγμένο στη σιωπή, βαφτισμένο στην αφασία (με την κυριολεξία του όρου). Δεν υπάρχει ούτε καν τραγούδι να σε βγάλει σαν σκοινί σωτηρίας έξω απ’ το πηγάδι με τις αναμνήσεις, τις ενοχές, τα παράπονα και να σε σηκώσει λίγο ψηλότερα στο επίπεδο της ζωής σου, πρέπει να το κάνεις ολομόναχος! Και να συνεχίσεις να σκίζεις τον άνεμο!
Υπάρχουν άνθρωποι που σαν αράχνες ευχαρίστως θα ύφαιναν τον ιστό της ζωής τους μέχρι την εσχατιά της Ευρώπης. Που θα ανηφόριζαν με χαρά μέχρι εκεί για να ρισκάρουν την κατηφόρα στα ενδότερα. Που ο μοναχικός βίος τους πέφτει σκληρός, αλλά η αναζήτηση της μοναχικότητας τους έλκει σαν τα έντομα στο φως. Γνωρίζω αρκετούς τέτοιους. Άλλους από καιρό, κάποιους τελείως πρόσφατα. Άλλους έμπειρους στις μακρινές πτήσεις, κάποιους στα πρώτα φτερουγίσματα. Όλοι τους, όμως, καίγονται από τη φωτιά την ανθρώπινη, όλοι τους, ευτυχώς, σώζονται την τελευταία στιγμή πριν τρακάρουν.
Υπάρχουν μαύρα μάτια τριγύρω που ανοίγουν σαν βεντάλιες όταν σ΄ακούν να μιλάς για το ανάκλιντρο που τρέχει, για το ημερολόγιο της ζωής σου που για 30 μέρες θα γίνει φιλοσοφικό δοκίμιο. Μαύρα μάτια που αποκτούν χιλιάδες χρώματα, όταν τους μιλάς για Βορρά, Νορβηγία, Ευρωπαϊκή εσχατιά, Βόρειο ακρωτήρι. Άτομα που, είτε επειδή σε ξέρουν, είτε επειδή σε διαισθάνονται σου πρότειναν με τη μία: Δημήτρη, αν είναι να πας σε ακρωτήρι, ας είναι το Βόρειο! Καλό καλοκαίρι.