Από τη Μαρίνα
Αποστολοπούλου
…«Τα πήρες όλα κι έφυγες μα απ’ τον καημό δεν ξέφυγες σε πνίξανε οι πίκρες, τα πήρες όλα κι έφυγες μα τίποτα δεν έδωσες γιατί εσύ δεν είχες»
Τι να πούμε; Ότι ο μεγάλος Στράτος (Διονυσίου) ήταν προφητικός; ‘Η ότι έκανε «σχολή» την οποία ακολουθεί με… ευλάβεια η παρούσα Κυβέρνηση.
Και από πού να ξεκινήσει δηλαδή κανείς; Από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση έλεγε όταν θα γίνει Κυβέρνηση δεν θα κυβερνά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, όπως έκανε η προηγούμενη Κυβέρνηση; Και πριν «αλέκτωρ λαλήσει τρεις» ο νέος πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος έχει υπογράψει κιόλας δυο πράξεις νομοθετικού περιεχομένου για να κάνει η Κυβέρνηση τη δουλειά της.
‘Η από το άλλο γεγονός, ότι βγήκε από την προηγούμενη εβδομάδα ο επί των Οικονομικών Μάρδας για να προετοιμάσει το έδαφος και έλεγε ότι «αν» χρειαστεί θα πάρει η Κυβέρνηση λεφτά και από Οργανισμούς του ευρύτερου κράτους και μία μέρα πριν γίνει τελικά το μεγάλο «ντου» έλεγε ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χρήματα εντός Ελλάδος και να δανειζόμαστε. Και…
…Και αφού καλλιεργήθηκε καταλλήλως τα έδαφος…
Αφού λοιπόν καλλιεργήθηκε καταλλήλως το έδαφος, «τσακ», έσκασε μύτη και η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τη μεταφορά των διαθεσμων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδος. Πάνε τα λεφτά των Δήμων (που ούτως ΄΄η άλλως πόσα ήτανε, με το ζόρι τα φέρνουν βόλτα τα τελευταία χρόνια, διότι τους έχουν… μπουκώσει με αρμοδιότητες αλλά δεν τους έχουν δώσει τους αντίστοιχους πόρους), πάνε και τα λεφτά των Περιφερειών. Προς το παρόν την έχουν γλιτώσει τα Ασφαλιστικά Ταμεία υποτίθεται, αλλά είναι θέμα χρόνου προφανώς. Από τη στιγμή που τα πράγματα με τη διαπραγμάτευση είναι στάσιμα και οι δανειστές έχουν καταστήσει σαφές ότι εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία-σύμφωνα πάντα με τις δικές τους επιταγές- δεν πρόκειται να ανοίξει και η στρόφιγγα της χρηματοδότησης. Διότι προφανώς και αυτός είναι ένας ακόμη τρόπος πίεσης, ο αποτελεσματικότερος ίσως, προκειμένου η ελληνική πλευρά να υποκύψει στις απαιτήσεις.
Όσο αυτό δεν συμβαίνει συνεχίζεται το εσωτερικό «στράγγισμα».
Τι «στράγγισμα» δηλαδή; Για «στύψιμο» μιλάμε πλέον. Σε ποιο σημείο; Φανταστείτε τη λεμονόκουπα εκεί που την έχουμε βάλει στον στίφτη έχει βγάλει όλο της το ζουμί αλλά επειδή χρειαζόμαστε και το κάτι παραπάνω για να νοστιμίσει η σαλάτα και άλλο λεμόνι δεν έχουμε, τη βουτάμε στο χέρι παίρνουμε ένα πιρούνι και αρχίζουμε να πιέζουμε τα τοιχώματα, βγάζοντας ό,τι έχει απομείνει μέχρι που φθάνουμε στην σάρκα του λεμονιού. Και αν το λεμόνι είναι χοντρόφλουδο γιατί όχι; Κόβουμε με το μαχαιράκι και τη σάρκα του λεμονιού και τη ρίχνουμε στη σαλάτα. Ε, εκεί ακριβώς βρισκόμαστε. Η Κυβέρνηση έχει πάρει το μαχαιράκι ή και μάλλον τη μαχαίρα, εν προκειμένω και κόβει τη σάρκα του γενικού κράτους προκειμένου να εξοικονομήσει ό,τι περισσότερο μπορεί για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του Απριλίου.
Στις 27, 28 και 29 Απριλίου, είναι για την κυβέρνηση το «τριήμερο του διαβόλου» διότι πρέπει πάνω-κάτω να βρει 2 δισ.
Έχει να πληρώσει μισθούς, συντάξεις και επιδόματα Μαΐου, όσον αφορά στο εσωτερικό και χώρια αυτά που χρωστάει στους δανειστές, όπως ας πούμε το ΔΝΤ, το οποίο κατάστησε σαφές ότι δεν πρόκειται να ανεχτεί καμία καθυστέρηση της δόσης, διότι αυτό έχει συμβεί μόνον με τριτοκοσμικές χώρες και όπως ανέφερε ξένος σχολιαστής σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα θα γίνει Ζιμπάμπουε. Όχι ότι έχουμε τίποτα με τη συμπαθή Ζιμπάμπουε, αλλά όσο να πεις θέλουμε ακόμη να πιστεύουμε ότι δεν έχουμε μετατραπεί σε χώρα του τρίτου κόσμου.
Με την πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου λοιπόν, η οποία εδώ που τα λέμε, παρότι επιτρέπεται μεν με σχετική νομοθεσία της δεκαετίας του ’50 που ισχύει ακόμη, αλλά στην πραγματικότητα δεν φαντάζει και τόσο «δημοκρατική», «στραγγίζονται» τα αποθεματικά των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, προκειμένου να πληρωθούν οι υποχρεώσεις της …ειδικής Κυβέρνησης και να στηριχτεί για λίγο ακόμη (γιατί πόσο θα αντέξει αν δεν αλλάξουν τα πράγματα) ο κρατικός προϋπολογισμός.
Να σημειώσουμε ότι όταν την προηγούμενη εβδομάδα άρχισε να χτυπάει τα… τέλια ο Μάρδας…
…Όταν λοιπόν άρχισε να προετοιμάζει το έδαφος οι πρόεδροι Ταμείων αλλά και αυτοδιοικητικοί είχαν καταστήσει σαφές ότι δεν προτίθενται να δώσουν τα αποθεματικά τους, διότι Κύριος οίδε πότε (και «αν») θα τα ξαναδούν.
Αλλά, με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου λύνεται το πρόβλημα του… «εθελοντισμού» καθώς καθίσταται υποχρεωτικός.
Υπάρχουν βεβαίως και αυτοί που υποστηρίζουν ότι έπρεπε να δοθούν τα αποθεματικά διότι έτσι και βαρέσει κανόνι το κράτος έχουν δεν έχουν αποθεματικά σημασία δεν θα έχει, άρα πρέπει «όλοι μας να πολεμήσουμε και όλοι τους να δοξαστούνε».
Από την άλλη όμως είναι σαφές ότι αν δεν υπάρξει λύση, το πρόβλημα δεν επιλύεται, απλώς αναβάλλεται και μάλιστα για τελευταία φορά, όπως όλα δείχνουν. Διότι στην επόμενη φάση τι θα κάνουν; Θα ξεκινήσουν πόρτα-πόρτα να μπαίνουν στα σπίτια και να ψάχνουν για το κομπόδεμα κάτω από το στρώμα; ‘Η θα αρχίσουν να πληρώνουν τους δημοσίους υπαλλήλους με… χαρτοπετσέτες, ή τέλος πάντως κάτι παρόμοιο, που ελέχθη.
Και καλά αν αυτή η περιβόητη διαπραγμάτευση φθάσει σε ένα αποτέλεσμα, αν αποτύχει όμως τι θα γίνει; Διότι τότε δεν θα μιλάμε για μερική κατάρρευση του κράτους αλλά για συνολική από τη στιγμή που και τα αποθεματικά της γενικής κυβέρνησης ρίχτηκαν στη «μάχη» ως εφεδρεία «απελπισίας» και δεν θα υπάρχει καμία σανίδα σωτηρίας.
Ήδη από «Ζιμπάμπουε» παρ’ ολίγον, τώρα μας λένε «Αργεντινή»,
Διότι η δέσμευση των διαθεσίμων της γενικής κυβέρνησης, εκεί παραπέμπει.
Αν υποθέσουμε ότι από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων της νέας Κυβέρνησης, τέθηκε σε λειτουργία μία κλεψύδρα είναι προφανές ότι τρεις μήνες μετά, οι τελευταίοι «κόκκοι» άμμου φεύγουν με ταχύτητα προς τα κάτω αδειάζοντάς την.
Είμαστε μία στυμμένη λεμονόκουπα. Και ποια είναι η «τύχη» μιας στυμμένης λεμονόκουπας όταν δεν έχει τίποτε άλλο πια να δώσει; Πετιέται στα σκουπίδια. Εκεί που ήδη έχει σχεδόν υποβαθμιστεί η ελληνική οικονομία από τους οίκους αξιολόγησης.