Του Ηλία Κανέλλη
Οι καιροί είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι. Η Ελλάδα απέχει ελάχιστες μέρες από μια καθοριστική στιγμή της ιστορίας της, από τη στιγμή που θα καθορίσει την πορεία της χώρας για τις επόμενες τρεις γενιές τουλάχιστον. Η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει να κωλυσιεργεί, αλλά το κυριότερο όπλο της, η ρευστότητα, εξαντλείται – το επόμενο δεκαπενθήμερο είναι αβέβαιο αν θα μπορούν να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, ούτε αν θα καταφέρουμε να ανταποκριθούμε στις διεθνείς υποχρεώσεις μας. Και τότε όλα είναι πιθανά: χρεοκοπία εντός του ευρώ, αλλά και έξοδος από την ευρωζώνη, πιθανόν κι από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν είναι μια πορεία που μας την επέβαλαν άλλοι, παρά τη ρητορική που συστηματικά διακινούν τα περισσότερα από τα μέλη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Οι εταίροι και δανειστές μας δεν μας φέρονται εχθρικά. Το αντίθετο. Έστω και στο και πέντε, προσφέρουν την ευρωπαϊκή πορεία, με σεβασμό στους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περίμεναν υπομονετικά, μάλιστα, να πάρει μια απόφαση η ελληνική κυβέρνηση που τύποις υποτίθεται ότι διαπραγματεύεται αλλά στην ουσία ροκανίζει τον χρόνο.
Η απόφαση αυτή, στην πραγματικότητα, είχε ληφθεί. Οι βασικές αρχές της είχαν συμφωνηθεί στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου και, απλώς, αναμενόταν η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων που η χώρα είχε συμφωνήσει να λάβει, στην κατεύθυνση των δομικών μεταρρυθμίσεων. Οι εταίροι, μάλιστα, θεωρώντας πως έτσι θα διευκολύνουν μια κυβέρνηση με νωπή την εντολή αλλά με «αντιμνημονιακό» παρελθόν, δέχθηκαν στο εξής να αποκαλούν το μνημόνιο συμφωνία και την Τρόικα θεσμούς, ενώ ήταν εξαιρετικά ανεκτικοί στις κορόνες της ελληνικής κυβέρνησης περί δήθεν εθνικής ανεξαρτησίας, αποδεχόμενοι να συναντιούνται στο εξωτερικό ή τα χαμηλόβαθμα στελέχη του ελεγκτικού μηχανισμού που επισκέπτονται την Ελλάδα να μην έχουν πρόσβαση στα υπουργεία αλλά να συναντιούνται με κυβερνητικούς παράγοντες σε ξενοδοχεία.
Η κωλυσιεργία άρχισε να εντείνει τις ανησυχίες των εταίρων μας, που έβλεπαν τη χώρα να ξαναβυθίζεται στην ύφεση χωρίς κανείς να κουνάει το χεράκι του για να το αποτρέψει. Έγινε μια δεύτερη προσπάθεια να πειστεί η ελληνική κυβέρνηση να αντιμετωπίσει ρεαλιστικά την κατάσταση. Κλήθηκε στο Βερολίνο ο πρωθυπουργός, που έσπευσε να συναντήσει την καγκελάριο Μέρκελ (πρώην «Μαντάμ Μέρκελ», στην ιδιόλεκτο του Αλέξη Τσίπρα). Η συνάντηση ήταν θερμή, δόθηκαν εκ νέου όρκοι αμοιβαίας αλληλοκατανόησης και επίσπευσης αλλά, μετά την επιστροφή του κ. Τσίπρα στην Ελλάδα, η κωλυσιεργία συνεχίστηκε.
Εμπλουτίστηκε μάλιστα με μια σειρά ενέργειες που δείχνουν ερασιτεχνισμό, ή, αν έχουν σχεδιαστεί, διάθεση για μεθόδευση αλλαγής καθεστώτος – κάτι που επισήμανε μιλώντας σε ΜΜΕ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος. Πιο εντυπωσιακές από τις ενέργειες αυτές ήταν (α) η επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Μόσχα και η διαπραγμάτευση ενός τύπου χρηματοδότησης της Ελλάδας προκειμένου να συνεχιστεί η απρόσκοπτη ρευστότητα του κράτους, που ως γνωστόν ήταν και παραμένει, ενισχυμένο, το μακρύ χέρι της κεντρικής κυβέρνησης. (β) Η μονομερής απόφαση της κυβέρνησης και η εσπευσμένη ψήφιση της απελευθέρωσης «για ανθρωπιστικούς λόγους» του πέντε φορές ισοβίτη σίριαλ κίλερ της 17 Νοέμβρη, Σάββα Ξηρού, που εκτός των αλγεινών εντυπώσεων που προκάλεσε στην Ευρώπη, επέσυρε την οργή και την αλλαγή στάσης απέναντι στη χώρα μας από τις ΗΠΑ. (γ) Η μονομερής μεθόδευση προσλήψεων στο Δημόσιο από την κυβέρνηση χωρίς να έχουν ακόμα οριστικοποιηθεί οι λεπτομέρειες της συμφωνίας με τους εταίρους, για τους όρους της οποίας ως δανειστές (και οικονομική επιτροπία της χώρας μας) θέλουν να έχουν λόγο.
Το αποτέλεσμα το ζούμε. Είναι η αβεβαιότητα και ο φόβος της πρόσκρουσης στη στενότητα ρευστού από την κυβέρνηση.
***
Την προεκλογική περίοδο, ο Αλέξης Τσίπρας είχε προαναγγείλει ότι έχει σχέδιο για τη χώρα κι ότι το σχέδιο αυτό θα εξουδετερώσει τις κακές αγορές. Μιλούσε για το τέλος της λιτότητας και υποσχόταν ζουρνάδες και νταούλια που θα παίζουν σκοπούς στους οποίους οι αγορές θα χορεύουν.
Τρεις μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τη συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ένα πράγμα είναι δεδομένο: εάν η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει πράξη τις φραστικές δεσμεύσεις του πρωθυπουργού στο Βερολίνο, να αντιμετωπίσει δηλαδή τους θεσμούς ως εταίρους και όχι ως αντιπάλους, η κατάληξη είναι προδιαγεγραμμένη, μάλιστα στην επιστολή που ο κ. Τσίπρας είχε απευθύνει πριν από την επίσκεψή του στην κ. Μέρκελ: στάση εξωτερικών πληρωμών, χρεοκοπία εντός ευρώ! Η φράση: «θα προτιμήσω να πληρώσω τους Έλληνες πολίτες» ακούγεται λεβέντικη. Ωστόσο, ό,τι ακολουθεί αυτή την επιλογή δεν έχει αναφερθεί. Συνοπτικά, ακόμα δεν ξέρουμε πώς και με τι νόμισμα θα πληρωθεί το επόμενο δεκαπενθήμερο και από ποιες τράπεζες θα τραβάνε τα λεφτά τους όσοι έχουν ανάγκη ρευστότητας!
Αν συνεχιστεί η πολιτική της αδράνειας, η καταστροφή είναι δεδομένη. Η έλλειψη ισχυρής και συντονισμένης αντιπολίτευσης και η αδυναμία συγκρότησης μιας πειστικής φιλοευρωπαϊκής μεταρρυθμιστικής συσπειρωτικής δύναμης απέναντι επιτρέπει στην κυβέρνηση να ελίσσεται διαχειριζόμενη τις καταστροφικές επιλογές της: επιλογές στο τέλος των οποίων βρίσκεται μια Ελλάδα με κατεστραμμένη τη μεσαία τάξη, με αποδιαθρωμένη την παραγωγή, ακόμα και με τη δημοσιοϋπαλληλική νομενκλατούρα σε αβεβαιότητα. Οι κυβερνώντες «ρίχνουν στην αγορά» σενάρια: παράλληλο νόμισμα, εκλογές, δημοψήφισμα με ενδεχόμενο ερώτημα την εγκατάλειψη του ευρώ. Όλα αυτά τα σενάρια οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα: μια χώρα κατεστραμμένη, χωρίς δυνατότητα χρηματοδότησης των υποδομών της, αποκομμένη από τον κόσμο, ευάλωτη σε εχθρικές ενέργειες, με πρωτοφανή κοινωνική δυστυχία στο εσωτερικό της.
Θα τολμήσουν άραγε οι κυβερνώντες να μας οδηγήσουν στα βράχια. Σύντομα θα ξέρουμε.