*Δρ Αργύρης Β. Ντόβας
τ. Διευθυντής Β’ Παθολογικής Κλινικής Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας
και Παθολογικής Κλινικής ΕΣΥ Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας
Εισαγωγή: Τα φίδια από την εποχή του Αδάμ και της Εύας θεωρούνται «κακά» πλάσματα, τα οποία πρέπει να φοβόμαστε. Φίδια υπάρχουν σ’ όλες τις Ηπείρους της Γης, πλην της Ανταρκτικής. Από τα 3.000 περίπου είδη φιδιών, μόνο το 15% από αυτά θεωρείται ότι αποτελούν δυνητικό κίνδυνο για τους ανθρώπους. Ο συνολικός ετήσιος αριθμός θανάτων από δήγμα φιδιού στον πλανήτη ανέρχεται στις 125.000 περίπου. Αν και οι θάνατοι από δήγματα φιδιών είναι σπάνιοι στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική (στις ΗΠΑ 15 θάνατοι ετησίως από τις 45.000 θύματα, στην Ελλάδα οι θάνατοι είναι ελάχιστοι), η νοσηρότητα αποτελεί σοβαρό πρόβλημα υγείας σε πολλές αγροτικές περιοχές, ιδιαίτερα σ’ εκείνες, που στερούνται Κέντρων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Τα θύματα δήγματος φιδιού, σε ποσοστό 50% περίπου, είναι παιδιά. Τα συνηθέστερα σημεία του σώματος, στα οποία συμβαίνουν τα δήγματα φιδιών, είναι τα άκρα (κυρίως τα χέρια και λιγότερο συχνά τα πόδια).
Στην Ελλάδα, το μοναδικό δηλητηριώδες είδος φιδιού είναι η έχιδνα ή οχιά , η οποία απαντάται σε ποικίλες μορφές, με πιο συχνή μορφή τη Vipera Ammodytes, η οποία ανήκει στην οικογένεια των ερπετών Viperidae. Στη χώρα μας, τα φίδια κατά τους χειμερινούς μήνες βρίσκονται σε χειμερία νάρκη και καθίστανται ενεργά στο τέλος του χειμώνα, συνεχίζουν δε να παραμένουν ενεργά μέχρι το τέλος του φθινοπώρου.
Το δηλητήριο της έχιδνας περιέχει συνδυασμό αιματοτοξινών, κυτταροτοξινών, μυοτοξινών και νευροτοξινών, καθώς και διάφορων ενζύμων (πρωτεολυτικών ή υδρολυτικών, υαλουρονιδάσης κτλ), μέσω των οποίων προκαλεί σημαντική κυτταρική βλάβη, η οποία μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για όλα σχεδόν τα όργανα και συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού, ενώ παράλληλα ενεργοποιεί και την απελευθέρωση ισταμίνης και άλλων συναφών ουσιών. Οι σοβαρότερες επιδράσεις αφορούν στο καρδιαγγειακό, το αιμοποιητικό, το αναπνευστικό και το νευρικό σύστημα. Η σοβαρότητα των συνεπειών του δήγματος εξαρτάται από: το είδος του φιδιού, την περιοχή του σώματος στην οποία συνέβη το δήγμα, την ποσότητα του δηλητηρίου που εκχύθηκε στο σημείο του δήγματος, καθώς και την ηλικία του θύματος.
Συμπτώματα και κλινικά «σημεία»: Η πιο συνήθης άμεση συνέπεια των δηγμάτων από φίδι είναι: ο πανικός, η αγωνία και ο φόβος του επικείμενου θανάτου, που καταλαμβάνουν το θύμα. Τα επακόλουθα συμπτώματα και κλινικά σημεία είναι: ο καυστικός πόνος, η ερυθρότητα και το ποικίλης έντασης οίδημα στην περιοχή του δήγματος, η ναυτία, οι εμετοί, η διάρροια, ο ίλιγγος, η λιποθυμία, η ταχυκαρδία, η μαζική εφίδρωση, ο πυρετός με ή χωρίς ρίγος, ο μυικός τρόμος, οι σπασμοί, η διπλωπία ή η άμβλυνση της όρασης, η κεφαλαλγία, καθώς και το κρύο και γλοιώδες δέρμα. Τα δήγματα οχιάς, είναι ικανά να προξενήσουν επίσης τοπική λοίμωξη, η οποία στη συνέχεια μπορεί να γενικευθεί και να απειλήσει τη ζωή του θύματος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το δηλητήριο, το οποίο εκχύνεται στο σημείο του δήγματος, μπορεί να περιέχει επικίνδυνες μικροβιακές προσμίξεις, περιλαμβανομένων και των κλωστηριδίων της αερογόνου γάγγραινας και του τετάνου. Δυνατόν επίσης το θύμα, μετά το δήγμα, να παρουσιάσει εικόνα αναφυλακτικού (αλλεργικού) shock.
Τα κλινικά συμπτώματα με την πάροδο του χρόνου δυνατόν να καταστούν πιο έντονα και απειλητικά για τη ζωή του θύματος, καθότι στην παραπάνω συμπτωματολογία δυνατόν να προστεθούν και ορισμένες σοβαρότατες επιπλοκές, όπως: ο λήθαργος, η υπόταση, η ταχύπνοια, η έκδηλη ταχυκαρδία, η διαταραχή των αισθήσεων, η οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια, η φλεγμονή του τραύματος, η μείωση του εύρους κίνησης του μέλους, η θρομβοφλεβίτιδα, η αιμορραγική φλύκταινα, οι πετέχειες και η τοπική αιμορραγία του δέρματος, καθώς και η μείωση της αισθητικότητας του μέλους. Ορισμένα δήγματα από δηλητηριώδη είδη φιδιών, όπως η οχιά, δυνατόν να προκαλέσουν διαταραχές της πηκτικότητας του αίματος (π.χ. διάχυτη ενδαγγειακή πήξη), με αποτέλεσμα την «αυτόματη» εκδήλωση αιμορραγίας από τα διάφορα όργανα του σώματος (γαστρορραγία, εγκεφαλική αιμορραγία, αιμόπτυση, ρινορραγία κτλ). Άλλη σοβαρή συνέπεια των δηγμάτων των φιδιών είναι η καταστροφή των μυικών μαζών του θύματος, μία παθολογική κατάσταση, η οποία είναι γνωστή με το όνομα ραβδομυόλυση. Η μυοσφαιρίνη, που προκύπτει από την καταστροφή των μυικών κυττάρων, κατά την αποβολή της από τα νεφρά, μπορεί να προκαλέσει απόφραξη των ουροφόρων σωληναρίων, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη οξείας νεφρικής ανεπάρκειας.
Αντιμετώπιση. Παροχή πρώτων βοηθειών μετά το δήγμα φιδιού: Οι πρώτες βοήθειες στο θύμα, αμέσως μετά το δήγμα του φιδιού, συνίστανται: α) Στη διατήρηση της ψυχραιμίας και την ενθάρρυνση του θύματος, ώστε να μην καταληφθεί από πανικό. β) Στην προσπάθεια αναγνώρισης του είδους του φιδιού. Αν στο σημείο του δήγματος είναι ορατές οι δύο χαρακτηριστικές τρύπες από τα δόντια του φιδιού, τότε πρόκειται για οχιά. Αν το φίδι έχει σκοτωθεί, τοποθετείται με ένα μακρύ ξύλο σε ασφαλές δοχείο και μεταφέρεται για αναγνώριση. γ) Στην ακινητοποίηση του θύματος, ώστε να μειωθεί (θεωρητικά) ο βασικός μεταβολισμός και η εξάπλωση του δηλητηρίου. δ) Στον καθαρισμό του δέρματος, στην περιοχή του δήγματος, με αραιό διάλυμα αντισηπτικού (π.χ. Betadine). Με τον τρόπο αυτό δυνατόν να απομακρυνθούν τα μικρόβια, τα οποία δυνατόν να προκαλέσουν ποικίλες λοιμώξεις, καθώς και τέτανο ή γάγγραινα. ε) Στην τοποθέτηση ελαστικού επιδέσμου σε απόσταση 5 εκατοστών πάνω από το σημείο του δήγματος ή πολύ κοντά στην πλησιέστερη άρθρωση. Το «δέσιμο» πρέπει να είναι τόσο σφικτό, ώστε να αποκλείει μόνο τη λεμφική κυκλοφορία, μέσω της οποίας μεταφέρεται το δηλητήριο, και τόσο χαλαρό, ώστε να μην εμποδίζει τη φλεβική και την αρτηριακή κυκλοφορία. Η ανάπτυξη οιδήματος δυνατόν να απαιτήσει παραπέρα χαλάρωση του επιδέσμου. στ) Στην άμεση μεταφορά του θύματος στο πλησιέστερο Κέντρο Υγείας ή στο Νοσοκομείο.
Ενέργειες που δεν επιτρέπεται να γίνονται: Στις περιπτώσεις δήγματος φιδιού δεν πρέπει πλέον να γίνονται ορισμένες ενέργειες και να εφαρμόζονται κάποιες παλαιότερες παραδοσιακές τεχνικές, οι οποίες όχι μόνο δεν ωφελούν, αλλά εγκυμονούν και κινδύνους. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται: 1) Η προσπάθεια αφαίρεσης του δηλητηρίου από το σημείο του δήγματος με το στόμα. Μια τέτοια ενέργεια μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη του τραύματος από μικρόβια του στόματος και αντίστροφα, καθώς και απορρόφηση του δηλητηρίου από τραύματα ή εξελκώσεις του στόματος και των ούλων. 2) Η εφαρμογή περίδεσης ακριβώς στο σημείο του δήγματος ή η σφικτή περίδεση πάνω από το σημείο του δήγματος. Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο λανθασμένη περίδεση μπορεί να δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα (απώλεια ιστού, μόνιμη αναπηρία μέλους). 3) Η διενέργεια τομών με ξυραφάκι, μαχαίρι ή «σουγιά» γύρω από το σημείο του δήγματος, ιδιαίτερα αν αυτό έχει συμβεί στο χέρι. 4) Η τοποθέτηση πάγου ή ψυχρών επιθεμάτων, αλλά και αμμωνίας ή άλλων ερεθιστικών ουσιών 5) Η χρησιμοποίηση αντιοφικού ορού εκτός Νοσοκομείου, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν εξωνοσοκομειακά και οι οποίες δυνατόν να αποβούν θανατηφόρες. 6) Η χορήγηση στο θύμα αλκοόλ ή ισχυρών παυσίπονων.
Νοσηλεία του θύματος στο Νοσοκομείο: Παρέχει τη δυνατότητα: α) αποκατάστασης της υδρικής και ηλεκρολυτικής ισορροπίας, β) χορήγησης: αντιοφικού ορού, αντιτετανικού ορού, αντιβίωσης, κορτικοειδών, αντιϊσταμινικών και οξυγόνου, γ) αντιμετώπισης: των διαταραχών του πηκτικού μηχανισμού (διάχυτη ενδαγγειακή πήξη), της ραβδομυόλυσης, των σοβαρών καρδιακών (οξεία μυοκαρδίτιδα) και αναπνευστικών (οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια) επιπλοκών, καθώς και των τυχόν επικίνδυνων αλλεργικών αντιδράσεων, απότοκων είτε της δράσης του δηλητηρίου, είτε της χρήσης του αντιοφικού ορού (αναφυλακτικό shock).
Πρόληψη: Τα φίδια γίνονται επιθετικά, όταν αισθάνονται ότι απειλούνται. Πλησιάζουν συνήθως κατοικημένες περιοχές, όταν προσελκύονται από τη λεία τους, που είναι τα τρωκτικά. Η λήψη μέτρων κατά των τρωκτικών, στις εν λόγω περιοχές, περιορίζει σημαντικά την απειλή των φιδιών.
Οι αγρότες, οι κτηνοτρόφοι, οι κυνηγοί και γενικά οι άνθρωποι της υπαίθρου γνωρίζουν καλά ότι την άνοιξη και τους πρώτους μήνες του καλοκαιριού, τα φίδια δεν παραμερίζουν εύκολα στο πέρασμα του ανθρώπου και ότι «χτυπάνε» πιο συχνά. Είναι δε πιο δραστήρια και πιο επικίνδυνα τις απογευματινές και νυχτερινές ώρες. Ένας προληπτικός τρόπος αποφυγής των φιδιών είναι το «βαρύ» βάδισμα και η πρόκληση δονήσεων στο έδαφος, ώστε να γίνεται αισθητή η παρουσία μας. Οι μπότες, οι χονδρές κάλτσες και τα χονδρά επίσης παντελόνια, είναι απαραίτητα στα άτομα, τα οποία βαδίζουν σε μέρη που αποτελούν εστίες φιδιών.