Από το Δημήτρη Νούλα
Είναι γνωστό πως οι σημαντικές επιστημονικές και τεχνολογικές ανακαλύψεις οδήγησαν, πολλές φορές, σε μεγάλες κοινωνικές μεταβολές. Έτσι όταν εφευρέθηκαν το υνί και τα συναφή εργαλεία προέκυψε η γεωργική επανάσταση, ο άνθρωπος από κυνηγός έγινε καλλιεργητής και οργανώθηκε σε μεγαλύτερες και πιο πολύπλοκες κοινότητες.
Όταν εφευρέθηκαν οι μηχανές έγινε η βιομηχανική επανάσταση και μέσω των μεγάλων κοινωνικών εξεγέρσεων [Αγγλική (Κρόμβελ), Γαλλική, Αμερικάνικη, μπολσεβίκικη] οδηγηθήκαμε είτε στη δυτικού τύπου αστική αντιπροσωπευτική δημοκρατία είτε στις ποικίλες λαϊκές δημοκρατίες.
Η έκρηξη των επιστημονικών επιτευγμάτων από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα δρομολόγησε σ΄ ολόκληρο τον κόσμο αντίστοιχες κοινωνικές διεργασίες που προκάλεσαν π.χ. τη μετατροπή της Σοβιετικής Ρωσίας και της Κίνας σε πρωτόγονες καπιταλιστικές χώρες. Οι διεργασίες αυτές συνεχίζονται και σήμερα καθώς βιώνουμε, σ΄ Ανατολή και Δύση τον πλήρη θρίαμβο του καπιταλισμού με την επικράτηση των αγορών στην πολιτική και τη συρρίκνωση της δημοκρατίας έναντι του κεφαλαίου.
Οι αποφάσεις μάλιστα των G8, G20 και G50 για την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, αγαθών και εργασίας (παγκοσμιοποίηση) οδηγούν σε τεράστια αναδιανομή πλούτου και ισχύος καθώς νέοι παίκτες (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία) αναζητούν ρόλο στην παγκόσμια σκακιέρα. Γι΄ αυτό τον λόγο οι Δυτικές χώρες (και της Ε.Ε.) προετοιμαζόμενες για τον διεθνή ανταγωνισμό δοκιμάζουν τις αντοχές των κοινωνιών τους με τη δραστική «ταπείνωση» του εισοδήματος των εργαζομένων.
Ένα από τα πρώτα θύματα που δέχονται «την άγρια επίθεση των αγορών» είναι η Ελλάδα που, ως ο αδύναμος κρίκος, υφίσταται την ασφυκτική πίεση της Α. Μέρκελ και του Ν. Σαρκοζί. Φυσικά θα ακολουθήσουν και οι άλλες χώρες όχι μόνο της πιο ευάλωτης Νότιας Ευρώπης αλλά και εκείνες του αναπτυγμένου Βορρά. Βέβαια η ευρωπαϊκή οικογένεια δεν είναι υποχρεωτικό να πορεύεται εσαεί με βάση τις επιλογές των «Μερκοζί» δεδομένου ότι αρχίζουν, σταδιακά, να μεταβάλλονται οι συσχετισμοί τόσο με την εκλογή του Φρ. Ολάν στη Γαλλία όσο και με τις επικείμενες γερμανικές εκλογές. Η βασική πορεία, όμως, θα είναι αυτή των θυσιών.
Προς το παρόν και όπως ξαναγράψαμε, η χώρα μας μοιάζει με κάποιον που κρέμεται στον γκρεμό με αδύναμο σχοινί και για να ανασυρθεί χρειάζεται άριστο συντονισμό διασώστη (Ε.Ε.) και κρεμάμενου (Ελλάδα) με τον τελευταίο να αποφεύγει τις περιττές ή απότομες κινήσεις κορμού και άκρων για να μην σπάσει το σχοινί.
Θα λέγαμε δε, πως μια τέτοια απότομη- άρα επικίνδυνη- κίνηση συνιστά η σημερινή πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, η οποία θα μπορούσε να αποφευχθεί, ως άσκοπη πολυτέλεια, με το δεδομένο ότι δεν αλλάζεις τον έμπειρο καπετάνιο (Λ. Παπαδήμο) την ώρα της μεγάλης τρικυμίας, για να βάλεις στη θέση του κάποιον άπειρο κι αταξίδευτο νέο απόφοιτο της Σχολής Εμποροπλοιάρχων, για να κυβερνήσει το καΐκι «Η ωραία Ελλάς».
Και είναι, όντως, επικίνδυνη κίνηση οι εκλογές σήμερα, διότι εκτός από την αλλαγή καπετάνιου μπορεί «να στασιάσει και το πλήρωμα». Δηλαδή μπορεί, υπό το κράτος της δίκαιης οργής, της αγανάκτησης, της απελπισίας και του πανικού, τμήμα του πληθυσμού να ψηφίσει διάφορους «φυλάρχους»- κάνοντας λάθος στο «διακύβευμα»- και να οδηγήσει σε πολυδιάσπαση το πολιτικό σκηνικό και σε φάση διχασμού τη χώρα βάζοντάς την σε μεγάλες περιπέτειες. Κι αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί, διότι πολλοί συμπατριώτες μας ενώ, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, θέλουν την παραμονή μας στην Ε.Ε. και στο ευρώ αρνούνται να συμφωνήσουν στην τήρηση των δεσμεύσεων (μνημόνια) της χώρας προς τους εταίρους και πιθανόν να ψηφίσουν κόμματα στα οποία υποβόσκει η αντιευρωπαϊκή αντίληψη.
Εκείνο που κρίνεται, λοιπόν, στις σημερινές εκλογές είναι το αν τελικώς θα διασωθούμε και θα παραμείνουμε χώρα-μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται ή θα προτιμήσουμε, υπακούοντας στα κελεύσματα ενός επικίνδυνου λαϊκισμού, να ακολουθήσουμε μοναχική πορεία με εσωστρεφή προσανατολισμό, έρμαια στους παγωμένους αέρηδες της παγκοσμιοποίησης, χωρίς ή με αδύναμους εταίρους.
Η Ελλάδα οφείλει να διαφυλάξει, ως κόρη οφθαλμού και με κάθε θυσία, το ευρωπαϊκό της κεκτημένο. Ανήκει στη Δύση («ανήκουμε στη Δύση» όπως έλεγε ο αείμνηστος Κ. Καραμανλής) με έναν οριστικό και τελεσίδικο τρόπο καθώς είναι ενταγμένη πλήρως τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη όσο και σε άλλους δυτικούς σχηματισμούς όπως το ΝΑΤΟ. Κι αυτή είναι μια πραγματικότητα η οποία δεν πρέπει να αλλάξει με δική μας υπαιτιότητα, διότι θα μας κοστίσει πολύ ακριβά.
Εξάλλου στην ευρωπαϊκή μας ένταξη οφείλονται κάποια σημαντικά εθνικά επιτεύγματα της περιόδου της μεταπολίτευσης (είσοδός μας στην ευρωζώνη, ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.) αλλά και οικονομικά οφέλη που πολλοί γεύτηκαν από τα πολλά πακέτα στήριξης. Οι συχνά δίκαιες αιτιάσεις των μικρών κομμάτων, για τα δεινά που προκάλεσε ο δικομματισμός στον τόπο την ίδια περίοδο, παραλείπουν τα αναμφίβολα οφέλη που υπήρξαν. Το γεγονός δε ότι οι κλώνοι των δύο μεγάλων πολιτικών οικογενειών απώλεσαν τον έλεγχο στην κορύφωση της κρίσης, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να γίνουν διορθωτικές κινήσεις για την επάνοδο της χώρας σε ομαλές συνθήκες υπό νέες ηγεσίες.
Προϋπόθεση για να γίνει αυτό είναι να υπάρξει αύριο, κιόλας, αμέσως μετά τις εκλογές, ευρεία συναίνεση (consensus) μεταξύ-περισσοτέρων των δύο- κομμάτων τα οποία θα συγκεντρώνουν βέβαια και μια ισχυρή πλειοψηφία στη Βουλή για τη συγκρότηση μιας ισχυρής μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης εθνικής συνεννόησης και ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Η συναίνεση αυτή είναι εκ των ων ουκ άνευ, για να αρθεί το τεράστιο έλλειμμα εμπιστοσύνης του κόσμου στην ικανότητα του «συστήματος» να αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στην κρίσιμη συγκυρία.
Αυτό το «εξαντλημένo» πολιτικό σύστημα οφείλει να βρει τη δύναμη να υπερβεί εαυτόν, αφήνοντας κατά μέρος την παραθεσμική φιλολογία (επαναληπτικές εκλογές, μικροπολιτικές «μπλόφες» κ.λπ.) και δίνοντας πρώτο το παράδειγμα για πραγματικές θυσίες να προχωρήσει με ειλικρινές πνεύμα συνεργασίας στις αναγκαίες πρωτοβουλίες που θα θέσουν τα θεμέλια για μια καλύτερη πορεία μετά την κρίση.
Η ικανότητά του να προχωρήσει εδώ και τώρα στην κατά τον δυνατό ευρύτερη συναίνεση ίσως αποδειχθεί το κλειδί για τη σωτηρία του και την αποκατάσταση της τρωθείσης αξιοπιστίας του. Τότε ίσως υφίσταται και η πιθανότητα να μην αποτιμηθεί αρνητικά από την ιστορία και να μην χαρακτηρισθεί, η πολιτική μας εκπροσώπηση αυτής της όντως κρίσιμης περιόδου, ως ανεπαρκής και ανάξια να κατέχει τα σκήπτρα της εξουσίας.
Ο Δημήτρης Νούλας είναι χημικός