Γράφει ο Σωτ.Αθ.Μουντζούρης
Οι συνθήκες, για την έξαρση της εγκληματικότητας στη χώρα μας, είναι κατάλληλες.
Βασικότερη αιτία της οξυμένης εγκληματικότητας είναι η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση που μαστίζει την πατρίδα μας.
Καθημερινά υπάρχουν κρούσματα διαφόρων εγκλημάτων, κυρίως κατά της ιδιοκτησίας (κλοπές, απάτες, ληστείες κ.λπ.) και σύμφωνα με την Αστυνομία η εγκληματικότητα σήμερα δεν είναι μόνο ποσοτική [δηλαδή αύξηση στους αριθμούς: π.χ. Ληστείες, αύξηση 120% (υπερδιπλάσιες το 2011 από εκείνες του 2010),οι κλοπές αυξημένες κατά 6.000 (7% έναντι του 2010)], αλλά και ποιοτική, όπως η επιλογή εύκολων και απροστάτευτων στόχων (σπίτια, ηλικιωμένοι, μεμονωμένα άτομα, καταστήματα, τράπεζες, πρατήρια υγρών καυσίμων, περίπτερα κ.λπ.), καθώς και η θρασύτητα και η χωρίς οίκτο τέλεση της πράξης.
Τα στοιχεία που έρχονται στη δημοσιότητα, όπως αυτά αναφέρονται στις στατιστικές της Ελληνικής Αστυνομίας, αν και εμφανώς αυξητικά της γενικής εγκληματικότητας, δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα και τούτο διότι αυτή δεν είναι δυνατόν να καταγραφεί αντικειμενικά (απόκρυψη στοιχείων κατά κατηγορία αδικημάτων, απροθυμία καταγγελιών κ.λπ.).
Εξάλλου, σύμφωνα με την εγκληματολογική αρχή και το αξίωμα «της κορυφής του παγόβουνου»,βεβαιότητα υπάρχει μόνο για την κορυφή, τη θεατή λεγόμενη πλευρά, ενώ η αθέατη εγκληματικότητα είναι σαφώς μεγαλύτερη εκείνης που φαίνεται.
Πριν αναφερθούμε σε ενδεικτικά στοιχεία, εξ αρχής πρέπει να σημειωθεί ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος δεν είναι μόνο αστυνομική, ούτε μόνο αστυνομική και δικαστική. Είναι και θέμα οργάνωσης τους κράτους και θεσμικής θωράκισης των αρμοδίων οργάνων του (Αστυνομίας και Δικαιοσύνης).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, συλληφθέντες από την Αστυνομία για σοβαρά αδικήματα κακοποιοί (διαρρήξεις, ληστείες, απάτες κ.λπ.), που δρούσαν συστηματικά και οργανωμένα (λεγόμενες εγκληματικές συμμορίες ή σπείρες) ενώ οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη μετά της σχηματισθείσας σε βάρος αυτών δικογραφίας, αφέθηκαν ελεύθεροι με χρηματική εγγύηση και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν χωρίς να καταβάλουν το χρηματικό ποσό που ορίστηκε, συνεχίζοντες έτσι την παράνομη και επικίνδυνη για την κοινωνία δράση τους.
Δράστες ληστειών και άλλων εγκληματικών πράξεων που εκτίουν διάφορες ποινές, λαμβάνουν άδεια (!!) για να …μην επιστρέψουν, συνεχίζοντες και πάλιν τη διάπραξη των ιδίων ή συναφών παρανόμων πράξεων.
Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν την ύπαρξη ενός προβλήματος που πρέπει να αντιμετωπιστεί και βέβαια δεν ισχυρίζεται κανείς ότι το σύνολο των περιπτώσεων «αδείας κρατουμένων» είναι προβληματική.
Ενα άλλο πρόβλημα, που συντελεί στην μη ικανοποίηση του περί δικαίου αισθήματος είναι η βραδύτητα απονομής της δικαιοσύνης.
Οταν π.χ. 7.000 κακουργηματικές πράξεις (εξιχνιασθείσες ασφαλώς και όχι «κατ` αγνώστων») στοιβάζονται (αδίκαστες) στα γραφεία των δικαστηρίων εδαφικής αρμοδιότητας του Εφετείου Αθηνών, διότι οι Εισαγγελείς και οι Δικαστές αδυνατούν να τις διαχειριστούν, λόγω φόρτου εργασίας που καθυστερεί την ολοκλήρωση της ανάκρισης και την εισαγωγή των υποθέσεων στο ακροατήριο για την εκδίκασή τους, δείχνει το μέγεθος και τη σοβαρότητα προβλήματος.
Οι διαπιστώσεις μόνον δεν αρκούν, εάν δεν ληφθούν και τα αναγκαία για την επίλυση του προβλήματος μέτρα. Πρέπει όμως να ληφθούν και θα ληφθούν εφ΄ όσον βρεθούν, ύστερα από μελέτη ειδικών επιστημόνων και εμπειρογνωμόνων και να εφαρμοστούν με επιτυχία.
Ένα μέτρο, όπως φαίνεται και από τα αιτήματα των δικαστών και νομικών της χώρας, μπορεί να είναι ο εκσυγχρονισμός των Δικαστικών Υπηρεσιών με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής τεχνολογίας σ` αυτές. Η ηλεκτρονική καταχώρηση των δικογραφιών, όπως σε άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις, θα βοηθήσει στην ταχύτερη επεξεργασία των στοιχείων, στην εργασιακή ελάφρυνση των χειριστών και στη συντομότερη εκδίκαση των υποθέσεων από τα αρμόδια Δικαστήρια.
Η προσωρινή κράτηση δεν μπορεί βέβαια να είναι ένα γενικευμένο μέτρο (π.χ. για όλους τους κατηγορουμένους),χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος τέλεσης του αδικήματος, η επικινδυνότητα του κατηγορουμένου και το τεκμήριο της αθωότητας. Ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως προληπτικός μηχανισμός, διότι οι φυλακές δεν αντέχουν τον-κατά πολλές χιλιάδες- εγκλεισμό όλων των συλληφθέντων. Μπορεί, όμως, να ευρεθεί ένας τρόπος επιτήρησης(ηλεκτρονικής) και περιορισμού του κατηγορουμένου για σοβαρές εγκληματικές πράξεις, μικρότερης βαρύτητας εκείνων για τις οποίες δικαιολογείται η προσωρινή κράτηση (προφυλάκιση),ώστε να περιορίζεται η κίνησή του και να ελέγχεται η αξιόποινη συμπεριφορά του.
Η οργάνωση των Δικαστηρίων και η αντιμετώπιση της βραδύτητας εκδίκασης σοβαρών ποινικών αδικημάτων πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα για την αντικατάσταση του πεπαλαιωμένου συστήματος που αποτελεί παθογένεια στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης.
Όσον αφορά την πρόληψη, σημαντική είναι η ευθύνη της Αστυνομίας για συνεχή και εμφανή παρουσία στην πόλη και στην ύπαιθρο, τακτικούς ελέγχους υπόπτων, σοβαρή εκπαίδευση, οργάνωση και αποτελεσματικότητα του μαχίμου προσωπικού της και την εμπέδωση του αισθήματος ασφαλείας των πολιτών.
Δεν είναι δυνατόν οι κακοποιοί να υπερέχουν, σε εξοπλισμό και μέσα, των εντεταλμένων -για την αντιμετώπισή τους και την επιβολή της έννομης τάξης –αστυνομικών υπαλλήλων.
Η πολιτεία οφείλει, να ενισχύσει και να συμπαρασταθεί στην Ελληνική Αστυνομία με κάθε τρόπο, μέσον και κόστος, στον αγώνα της για πάταξη της εγκληματικότητας, που στην πραγματικότητα είναι αγώνας προάσπισης του υψίστης αξίας κοινωνικού αγαθού της δημόσιας τάξης και ασφάλειας των πολιτών.