Παραμένω πάνω σε όσα έγραψε προ καιρού (31 Ιαν. 2015) ο δημοσιογράφος της «Ε», παλιός φίλος κ. Βαγγέλης Ρηγόπουλος για τα έργα αναπλάσεως της περιοχής του Φρουρίου (ή λόφου του Αγίου Αχιλλίου). Έθιξε το ζήτημα στη βάση: γιατί να μη γίνει ανασκαφή του παρακείμενου χώρου για εντοπισμό αρχαίων; Και παλαιότερα (2006, παραμονές δημοτικών εκλογών), όταν το τμήμα της οδού Βενιζέλου γινόταν πεζόδρομος, πάλι η «Ε» πήρε την πρωτοβουλία και έγραψε ανάλογα. Τότε είχα εκδηλώσει την απορία μου στον πρώην δήμαρχο την ώρα που τον ενημέρωναν «αρμόδιοι» για τα δημοτικά έργα στη Βενιζέλου μπροστά στο αρχαίο θέατρο και λες και δεν είχα δικαίωμα, πήρα την απάντηση: «Τι ξέρεις εσύ από αυτά, εδώ έχουμε τους αρμόδιους αρχαιολόγους!» [!!]. Στην προκείμενη περίπτωση με όσα εκθέτω θα κρίνει ο αναγνώστης τι είναι σωστό και δεοντολογικό.
Αυτό που φτιάχθηκε στον δρόμο ανάμεσα στο Αρχαίο θέατρο και τη βυζαντινή βασιλική του Αγίου Αχιλλίου είναι φοβερό! Ένας τσιμέντινος δρόμος με τόσο πάχος ικανός να περάσουν τάνκς! Βέβαια προβάλλεται ότι το έργο είχε σχεδιασθεί από την προηγούμενη κατάσταση. Όπως το ίδιο είχε συμβεί προ ετών, όταν διαμορφώθηκε ο δρόμος που συνδέει τον σύγχρονο Άγιο Αχίλλιο με το κοσμικό κέντρο Φρούριο και τη βυζαντινή βασιλική του Αγίου Αχιλλίου. Και τότε διαπίστωσα πάχος μισό μέτρο τσιμέντο! Τώρα όμως είναι ακόμη χειρότερη επιλογή, αφού το τσιμέντο περισφίγγει το ίδιο το αρχαίο θέατρο, σε μέρος που δεν χρειαζόταν. Σε σχέση δε με την οδό Βενιζέλου, πράγματι μία δύσκολη περίπτωση, τώρα θα ήταν πολύ πιο εύκολο να γίνει ανασκαφή.
Αποδείχθηκε πλέον με τι προϋποθέσεις ξεκίνησε η υπόθεση «Αρχαίο θέατρο» και κόλλησε από παντού. Έγινε πολύ ντόρος, δόθηκαν πολλά χρήματα και αναστήλωση δεν έγινε, θεατές δεν ανέβηκαν ακόμη στις κερκίδες. Κι όταν δίνονται τόσο πολλά, χρήματα και πέφτει επικοινωνιακή πολιτική δημοτικών παραγόντων, δίδονται και λίγα για ανασκαφές στον πέριξ χώρο. Όφειλε, κατ’ αρχήν, το ίδιο το κράτος (Υπουργείο Πολιτισμού) ή και οι τοπικοί πολιτικοί, βουλευτές π.χ. που ασχολήθηκαν, να πιέσουν. Δεν ξέρουν τι γίνεται με τις εθνικές οδούς που πρώτα υποχρεωτικά ανασκάπτονται τα αρχαία και μετά στήνεται το οδόστρωμα ή εν ανάγκη αλλάζει πορεία ο δρόμος; Έπειτα όφειλαν οι αρχαιολόγοι που ήταν «αρμόδιοι» να το εισηγηθούν, κι αν έβλεπαν ότι κολλάει η υπόθεση, να ενημερώσουν το κοινό. Ή αν όχι αυτοί, ο Δήμος, οι δημοτικοί παράγοντες. Παντού στην Ελλάδα, οι μικροί ιδίως δήμοι, συνδράμουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία όπως μπορούν (με αρχαιολόγους, εργάτες, μηχανήματα, χρήματα από ιδίους πόρους, κτλ). Θα μπορούσε να το ζητήσει επίσημα εξ αρχής μαζί με το υπόλοιπο έργο, όπως ακριβώς είδαμε πως κινητοποιήθηκε πρόσφατα όλο το Δημοτικό Συμβούλιο για νέα επένδυση στο αρχαίο θέατρο. Όπως είχε γίνει και παλαιότερα.
Κανείς δε ενδιαφέρθηκε για μία ανασκαφική έρευνα, τόσο απαραίτητη για την έρευνα της περιοχής, με σοβαρό το ενδεχόμενο να βρεθούν μάρμαρα, επιγραφές κτλ, από τα ίδια τα μνημεία που τόσο προβάλλουμε. Θα μπορούσαν να γίνουν, το λιγότερο, μερικές δοκιμαστικές τομές ή και περιορισμένες ανασκαφές στον λόφο για να βρεθεί αν υπάρχει κάτι σημαντικό στο έδαφος. Και σίγουρα υπάρχει, όπως ο ναός της Πολιάδος Αθηνάς, που ακόμη αναζητείται. Πληρέστερες γνώσεις για αυτόν θα ενίσχυε την παράδοση της πόλης, θα τόνωνε τον θρύλο της, θα έδενε με τα μνημεία.
Προσθέτω μία εμπειρία μου προ ετών, μήνα Ιούλιο, στη Θεσσαλονίκη, στον περιαύλιο χώρο της Ροτόντας, ενός μοναδικού μνημείου σε παγκόσμια εμβέλεια. Έτυχε να είμαι μαζί με δύο φίλους καθηγητές της Σχολής Πολεοδομίας του ΑΠΘ, τον κ. Ευάγγελο Δημητριάδη, τώρα ομότιμο, και τον κ.Δημ. Δρακούλη, τώρα συνεργάτη του Βυζαντινολογικού Ινστιτούτου Ακαδημίας Βιέννης, ειδικευμένον στην αναστήλωση. Διαπιστώσαμε στο νεοπαγές οδόστρωμα το ίδιο πρόβλημα: μισό μέτρο πάχος τσιμέντο. Κι όπως διατύπωσαν αμέσως οι δύο ανωτέρω Ειδικοί για τη θερινή περίοδο μεταφράζεται σε συν τρεις βαθμούς θερμοκρασία επιπλέον στον γύρω χώρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για το ίδιο το μνημείο. Πέρα από το ακαλαίσθητο του θεάματος. Καταλόγισαν βέβαια ευθύνη στον τοπικό Δήμο.
Αφού είμαστε σε κράτος κουφό σε τέτοια, ποιοι άλλοι θα ζητούσαν τέτοια αρχαιολογική έρευνα πέρα από τους εδώ ενδιαφερόμενους κύκλους; Όπου μάλιστα ο Δήμος (καλύτερα δήμαρχος) έκανε το Αρχαίο θέατρο έμβλημα της πόλης;
Κι αυτοί όπως και κάθε Λαρισαίος, έτρεφαν όνειρα για αυτό, αλλά τέτοια όνειρα απαιτούν ρεαλισμό, καλή προαίρεση, συνεννόηση, όχι φανφάρες, όλα δια ίδιον όφελος. Το μνημείο ρίχτηκε τάχιστα στην πολιτιστική κατανάλωση, δεν έγινε προετοιμασία ούτε για τον πέριξ χώρο, το τσιμέντο που κυκλώνει παντού, τις νέες οκταώροφες οικοδομές που καταπιέζουν βάναυσα. Κι αναστήλωση δεν έγινε.
Χάσαμε την ευκαιρία να αναδείξουμε ένα μνημείο και μία αρχαιολογική περιοχή ώστε να έρχονται τουρίστες σε ένα κέντρο που συνεχώς φθίνει, γεμάτο με άδεια καταστήματα. Θα μείνουμε μάλλον έτσι, και θα βράζουμε στο τσιμέντο του λόφου και του ιστορικού κέντρου.
Δεν σκέπτομαι απαισιόδοξα, αλλά διερωτώμαι πως μπορούμε να προγραμματίσουμε τουλάχιστον την κανονική ανάδειξή του χώρου για το μέλλον. Είναι απαραίτητη μία δημόσια συνεδρίαση πως θα πρέπει να είναι το θέατρο και η γύρω περιοχή τις ερχόμενες δεκαετίες. Το να ξέρει κανείς τι θέλει πριν το πετύχει είναι πιο αποδοτικό και οικονομικό. Αλλά θα το χαρούν οι επόμενες γενιές με τρόπο που αξίζει σε ένα ακόμη σύνολο παγκόσμιας ιστορικής αξίας.
Σταύρος Γουλούλης
διδάκτορας Αρχαιολογίας - τέχνης