Από τον Κώστα Γιαννούλα
Την Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου είδε το φως της δημοσιότητας στις στήλες της «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» ανοιχτή επιστολή του αξιότιμου και εκλεκτού δικηγόρου κ. Φεραίου Νάνη, με την οποία απευθυνόταν προς το σημερινό πρωθυπουργό με τίτλο «Κύριε Πρωθυπουργέ, πάρτε φραγγέλιο».
Ομολογώ ότι τη διάβασα με πάρα πολλή προσοχή και προσυπογράφω όλα όσα καταμαρτυρεί στα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα. Προκύπτει, ωστόσο, απ’ τα γραφόμενά του ότι εμπιστεύεται απόλυτα το σημερινό Πρωθυπουργό, αφού ζητά απ’ αυτόν να ασκήσει στο ακέραιο τα πρωθυπουργικά δικαιώματα και καθήκοντα, να μην υποκύψει στις υποδείξεις και πιέσεις ούτε των αρχηγών των τριών κομμάτων, που στηρίζουν την παρούσα κυβέρνηση, ούτε και των άλλων κομμάτων της Αριστεράς για τους λόγους που επικαλείται, και να προχωρήσει, αμέσως, σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης με 12μελές Υπουργικό Συμβούλιο της δικής του επιλογής, με το οποίο να διοικήσει τη χώρα μέχρι την κανονική διεξαγωγή των εκλογών το 2013.
Επειδή επ’ αυτών έχω τις ενστάσεις μου, θα εξηγήσω το γιατί. Ο κ. πρωθυπουργός χρωστά την παρουσία του στον πρωθυπουργικό θώκο όχι σε εντολή του λαού, χάριν του οποίου κυβερνά, αλλά στον πρόεδρο της Δημοκρατίας και κυρίως στους αρχηγούς των τριών κομμάτων, που συναποφάσισαν να στηρίξουν την κυβέρνησή του. Ως εκ τούτου είναι υποχρεωμένος εκ των πραγμάτων για λόγους δεοντολογίας και δημοκρατικής ευαισθησίας να κινείται και να σέβεται το πλαίσιο των συμφωνιών, στο οποίο κατέληξαν, αλλά και να ακούει τις προτάσεις τους.
Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θα πρέπει να λειτουργεί ως μαριονέτα, γιατί οι τρεις αρχηγοί τραβώντας ο ένας απ’ εδώ ο άλλος απ’ εκεί είναι, ίσως, ικανοί ακόμη και να τον τρελάνουν, ούτε όμως ως απόλυτος άρχοντας. Χρέος δικό του ως υπεύθυνου πολιτικού άνδρα είναι μαζί με τις δικές του ιδέες να προχωρά στη σύνθεση με τις δικές τους και να ενεργεί αποφασιστικά.
Ο θυμόσοφος λαός μας, ωστόσο, σε μια χαρακτηριστική παροιμία του λέει ότι η μέρα η καλή φαίνεται απ’ το πρωί. Πράγματι! Απ’ τη στιγμή που άρχισε να μιλά ο κ. πρωθυπουργός, η συντριπτική πλειοψηφία του λαού κατάλαβε αμέσως ότι έχει να κάνει με έναν τεχνοκράτη χαμηλών τόνων, που ξέρει να μιλά λίγο και περιεκτικά για ένα αντικείμενο, την οικονομία, που κατέχει πολύ καλά. Κατάλαβε, επίσης, κρίνοντας απ’ τις αντιδράσεις παραγόντων, ντόπιων και ξένων, ότι σ’ αυτή τη συγκυρία και μετά το στραπάτσο του κ. Παπανδρέου με το δημοψήφισμα ο κ. Παπαδήμος ήταν το πλέον κατάλληλο πρόσωπο, απ’ όσα ακούστηκαν, να ηρεμήσουν σχετικά οι αγορές και να αποκαταστήσει την τραυματισμένη αξιοπιστία και εμπιστοσύνη μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων εταίρων και εν πολλοίς μέχρι σήμερα τα κατάφερε.
Εν τούτοις, κατά την άποψή μου, με την τακτική που ακολούθησε στις διαπραγματεύσεις με τους αρχηγούς των κομμάτων, έχασε τη χρυσή ευκαιρία να επιβάλει εξ αρχής τους όρους του, για να είναι σε θέση να λύνει και να δένει σήμερα.
Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι ο κ. Παπαδήμος άφησε το εξωτερικό, όπου διέμενε, και ήρθε εσπευσμένα στην Ελλάδα χωρίς να έχουμε μάθει ακόμη επισήμως, ποιος τον προσκάλεσε ή τον έφερε. Επί τρεις ημέρες, απ’ ό,τι πληροφορηθήκαμε, δεν του είχε γίνει απ’ τον κ. Παπανδρέου καμία πρόταση και παρ’ ολίγον να είχαμε πρωθυπουργό ή την κ. Έλσα Παπαδημητρίου ή πολύ πιθανότερα τον κ. Πετσάλνικο, γεγονός που θα μπορούσε να εκληφθεί και ως προσβολή στο πρόσωπό του.
Παρόλα αυτά δέχθηκε να γίνει στο παρά πέντε πρωθυπουργός και καλά έκανε, αφού τον χρειαζόταν η χώρα και ο λαός της. Έστω και κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε, τότε, όπως και ο σημερινός πρωθυπουργός της Ιταλίας, να απαιτήσει ολιγομελές κυβερνητικό σχήμα, που ήταν και παραμένει αίτημα του λαού. Δεν το έπραξε, όμως, και απλά συμβιβάστηκε μ’ αυτό που έχει, χάνοντας την κατάλληλη ευκαιρία.
Τώρα αντιμετωπίζει δυσκολίες στην άσκηση του κυβερνητικού έργου, αφού ανέχεται υπουργούς του να μιλούν πολύ και να τον δυσκολεύουν στο έργο του, αλλά και αρχηγούς, που τον στηρίζουν, να του υποδεικνύουν δημοσίως και με εκβιαστικό τρόπο, τι πρέπει να κάνει, τη στιγμή που υπάρχει ένα πλαίσιο συμφωνηθέντων, κοινά αποδεκτό, που θα πρέπει να εφαρμόσει με αποφασιστικότητα. Αν αυτό αφέθηκε ασαφές απ’ την αρχή για ευνόητους λόγους, πληρώνει σήμερα, χωρίς να είναι άμοιρος ευθυνών, τις συνέπειες αυτής της ασάφειας.
Είμαι της άποψης, επίσης, ότι η δημόσια στήριξη, που προσφέρει σ’ αυτόν αυτές τις μέρες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν ενισχύουν τη θέση του ούτε η επίσκεψή του στους νηστικούς του Δήμου Αθηναίων, όταν την ίδια ώρα η κυβέρνησή του αποφασίζει αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα σε ποσοστό 12,5% χωρίς να εξαιρεί κανέναν.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες και για να μην οδηγηθεί η χώρα σε συνταγματική εκτροπή, μια που στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, καλό είναι, μόλις η κυβέρνηση του κ. Παπαδήμου εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο σχηματίσθηκε, να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές και να δώσει τη λύση ο κυρίαρχος λαός.
Και κάτι ακόμη· στις εκλογές αυτές, αν είναι μπορετό, ας κατέβει ως αρχηγός κόμματος και ο κ. Παπαδήμος και ας ζητήσει απ’ το λαό να του δώσει εντολή να συνεχίσει το έργο του.