Του Γιάννη Μήτσιου, φυσικού – νομικού
Όπως είναι γνωστό, ο τρίτος Έλληνας που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ είναι ο Κύπριος Οικονομολόγος Καθηγητής Χριστόφορος Πισσαρίδης. Τις προάλλες, μετά την ομιλία του με θέμα, τι άλλο, την οικονομική κρίση, ο Καθηγητής ρωτήθηκε αν οι Έλληνες πολιτικοί του ζήτησαν την επιστημονική του γνώμη, τη συμβουλή του, αν όχι τη βοήθειά του, σχετικά με την αντιμετώπιση και το ξεπέρασμα της κρίσης που ταλαιπωρεί την Ελλάδα. Ο κ. Πισσαρίδης απάντησε όχι. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η Κύπρος, ενώ η Βρετανία, η Σουηδία, η Δανία και άλλες χώρες έσπευσαν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες του.
Είναι απίστευτο και όμως αληθινό. Όπως είναι αληθινό ότι αντί του Νομπελίστα Καθηγητή, οι Πρωθυπουργοί και οι Υπουργοί μας έχουν διορίσει στα γραφεία τους, με τη διαδικασία των μετακλητών Υπαλλήλων (νόμιμη αλλά καθόλου ηθική), δεκάδες ο καθένας συμβούλους. Κατά σύμπτωση η συντριπτική πλειονότητα όλων αυτών των «συμβούλων» είναι συγγενείς τους, κουμπάροι, ψηφοφόροι και άλλοι κομματάνθρωποι. Σε ό,τι αφορά στη αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων έχουν εύκολα τη λύση: Είναι οι περικοπές των συντάξεων και των μισθών των Υπαλλήλων. Ταυτόχρονα, η πλειονότητα των πολιτικών αγωνίζονται με νύχια και με δόντια για να μην προχωρήσουν οι λεγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προυποθέσεις για ανάπτυξη, για μείωση της ανεργίας και των τιμών των αγαθών. Δύσκολα θα δει και θα ακούσει πολιτικό, που να τολμά να υπερασπισθεί κάτι από αυτά που πρέπει να γίνουν και τα οποία θίγουν λίγους αλλά ωφελούν πολλούς. Πολλές φορές, μάλιστα παρατηρούνται περιπτώσεις πολιτικών που δίνουν σκληρές μάχες για να μην πληγούν συντεχνίες, λόμπυ και οργανωμένα συμφέροντα.
Δύσκολα θα βρεθούν κάποιοι που θα υποστηρίξουν το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων ή θα δεχθούν να θιγούν τα προνόμια των λεγόμενων προστατευμένων επαγγελμάτων, οι φόροι υπέρ τρίτων κ.λπ.
Το προκλητικό είναι ότι εκπρόσωποι αυτών των επαγγελμάτων βγαίνουν και παριστάνουν τους θιγόμενους και τους αναξιοπαθείς με εκείνο το ψυχοπονιάρικο, το δημαγωγικό και λαϊκίστικο ύφος. Το δυστύχημα είναι ότι τη νοοτροπία αυτή την έχουν ενστερνισθεί και πολλοί εκπρόσωποι της πολιτικής και της πνευματικής ηγεσίας αυτού του τόπου: Οι Δικαστές απεργούν παρά την απαγόρευση κάθε είδους απεργίας τους από το άρθρο 23 του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδος. Οι Καθηγητές των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ αρνούνται την εφαρμογή του νόμου για την εκλογή Συμβουλίων. Εκκλησιαστικοί παράγοντες κατηγορούνται για κλοπή ιερών εικόνων και άλλες οικονομικές ατασθαλίες. Η διαβόητη λίστα Λαγκάρντ, με τον όλο χειρισμό της υπόθεσης, μυρίζει κλεπτοκρατία, διαφθορά και σαπίλα. Και άλλα πολλά και διάφορα.
Το παρατεταμένο εφέτος καλοκαίρι, οι γεμάτες καφετέριες και οι τουρίστες που συνεχίζουν να έρχονται, έδιναν την εντύπωση της ανεμελιάς και του δεν βαριέσαι. Κάτω, όμως, από το λούστρο της ομαλότητας η Ελλάδα φθίνει. Καθώς η οικονομική κρίση σαρώνει τους κοινωνικούς δεσμούς και την κοινωνική συνοχή, οι παθογένειες ωθούνται και βγαίνουν στην επιφάνεια. Τις καλές εποχές το δανεικό χρήμα κάλυπτε κάποια από αυτά τα προβλήματα. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι η φτώχεια πάντοτε φέρνει γκρίνια.
Τα γεγονότα τον τελευταίο καιρό είναι χαρακτηριστικά: Εισβολή συνδικαλιστών στο Υπουργείο Άμυνας, αποκλεισμός αεροδρομίου από αγρότες, βίαιη διάλυση των εκλογών για ανάδειξη Συμβουλίων Διοίκησης σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, ρίψεις μολότωφ σε αστυνομικούς, επίδειξη αυταρχισμού και έλλειψης ανεκτικότητας σε θεατρικά έργα, καταλήψεις, λεηλασίες, καταστροφές και εμπρησμοί Σχολείων, ξυλοδαρμοί και άλλα διάφορα. Και, μάλιστα, όλα αυτά να γίνονται στο όνομα δήθεν του Λαού και της Δημοκρατίας.
Άραγε, πόση βία, ανομία και αυταρχισμό παραπάνω μπορεί να αντέξει μία Δημοκρατία; Φοβάμαι πως όλα αυτά δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά συμπτώματα κοινωνικού και πολιτικού ξεπεσμού, συμπτώματα ηθικής και εθνικής παρακμής...