Από τον Χρήστο Τσιόπα
Μου είναι δύσκολο να πιστέψω πώς, εδώ και χρόνια, επιχειρείται η πλήρης απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης και η κοινωνία την αποδέχεται αδιαμαρτύρητα.
Μου είναι δύσκολο να πιστέψω πώς, απεμπολούμε τη δυνατότητα, μέσω του δημόσιου-λαϊκού σχολείου να εξασφαλίσουμε την κοινωνική κινητικότητα που θα στηρίζεται σε πολίτες με ελεύθερη και κριτική σκέψη.
Μου είναι δύσκολο να πιστέψω πώς, το δημόσιο-λαϊκό σχολείο μετατρέπεται σε εργαλείο για τις ανάγκες των αγορών.
Κι’όμως. Οι υπουργοί των τελευταίων κυβερνήσεων υποστηρίζουν με σθένος αυτή την εξέλιξη και χρησιμοποιούν τη διοίκηση για τη δρομολόγησή της.
Πως άραγε κατάντησε ο εκπαιδευτικός, που αποποιήθηκε τον ρόλο του δασκάλου και έγινε ένας φοβισμένος και εξαρτημένος υπάλληλος. Ένας από τους λόγους είναι και ο τρόπος που διοικούνται σήμερα τα σχολεία σε όλες τις βαθμίδες τους.
Υπηρεσιακά και διοικητικά συμβούλια με διορισμένες πλειοψηφίες ενδιαφέρονται μόνο για τη διεκπεραίωση εργασιών και στόχων, αδιαφορώντας για την ανάδειξη και απελευθέρωση της δημιουργίας στα σχολεία. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πώς ό,τι πιο δημιουργικό συμβαίνει σήμερα στα σχολεία οφείλεται στην «τρέλα», στο «μεράκι» και στην αυτενέργεια κάποιων εκπαιδευτικών αλλά και μαθητών.
Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν με την αποδοχή από μεριάς πολλών εκπαιδευτικών οι οποίοι αντί να αντιδράσουν, ξεπλένουν τη συνείδησή τους μέσω των αιρετών εκπροσώπων στη διοίκηση, έναντι φτηνών ανταλλαγμάτων.
Οι αιρετοί φορτωμένοι πράγματι με μεγάλο όγκο δουλειάς αφού πρέπει να διευθετήσουν πολλές εκκρεμότητες, σχοινοβατούν ανάμεσα στον θεσμικό τους ρόλο και τις πελατειακές σχέσεις.
Αναλαμβάνουν το βάρος του ηγεμόνα που θέλει και το ταμείο του γεμάτο και ο λαός να τον λατρεύει.
Αιρετέ μου, αιρετέ μου. Αν δεν γονάτιζε η καμήλα δεν θα τη φορτώνανε.
Τους δύο κ. αιρετούς μας, ούτε τους ξέρω, ούτε με ξέρουν. Θα μου πείτε αυτό είναι καλό ή κακό. Είναι και τα δύο μαζί.
Είναι κακό γιατί. Σημαίνει πως είμαι αδιάφορος και δεν με νοιάζει ποιος και πώς με διοικεί. Δεν συνεργάσθηκα με τη διοίκηση με σκοπό την ενίσχυση του παιδαγωγικού μου ρόλου και του εκπαιδευτικού μου έργου. Δεν υπήρξε καμία διαβούλευση – αναζήτηση τρόπων λειτουργίας που, μέσα από αλλαγές και μεταρρυθμίσεις να βελτιωθεί η αποδοτικότητα της εργασίας μου. Πολλά ακόμα τα κακά που θα μπορούσα να αναφέρω, ταυτόχρονα όμως, πολλά και τα καλά, όπως.
Οι κ. αιρετοί δεν χρειάσθηκε να ασχοληθούν μαζί μου, ούτε να με «εξυπηρετήσουν», ούτε να με «βολέψουν».
Έτσι δεν βρέθηκα απέναντι σε συναδέλφους, που κατάφερα με άνωθεν εντολή να είμαι εγώ στη θέση κάποιου άλλου, υπερβαίνοντας αξιοκρατικά κριτήρια και ανάγκες του σχολείου.
Το καλύτερο απ’ όλα όμως είναι, πως δεν θα νιώθω την παλάμη τους στην πλάτη μου να μου θυμίζει κάθε φορά στις εκλογές πως έχω ένα γραμμάτιο να ξεπληρώσω.
Και έτσι ο εκπαιδευτικός θα συνεχίσει να είναι ένας χειραγωγημένος υπάλληλος και δυστυχώς αυτή η στάση του θα ενισχύεται όλο και περισσότερο με την επιχειρούμενη αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων από την κυβέρνηση. Πώς γίνεται αυτό; Με τη δήθεν αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Βαφτίζοντας το ψάρι κρέας επιχειρείται μέσω της «αξιολόγησης» να χαλαρώσουν οι εργασιακές σχέσεις, να αιωρούνται οι θέσεις εργασίας και οι εκπαιδευτικοί να γίνουν αναλώσιμοι στη λογική του φύγε εσύ, έλα εσύ. Όλα αυτά είναι ενταγμένα στο νέο μνημονιακό σχεδιασμό της ελληνικής κοινωνίας, που σαφώς δεν θα άφηνε απέξω και τη δημόσια εκπαίδευση.
Είχα την προσδοκία πως η αξιολόγηση θα ήταν αρωγός μιας σοβαρής προσπάθειας προσέγγισης νέων μορφών διδασκαλίας και εμβάθυνσης των γνωστικών αντικειμένων με στόχο, την αξιοποίηση του έργου μας και την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου.
Αντίθετα το υπουργείο δείχνει να έχει άλλες προθέσεις. Μας καλεί να συμπληρώσουμε ένα ερωτηματολόγιο και μάλιστα ανώνυμα.
Πρώτον. Γιατί ανώνυμα; Γιατί μας φοβίζουν; Δεν έχουμε τη δυνατότητα επωνύμως να καταθέσουμε τις όποιες σκέψεις έχει ο καθένας; Είναι ντροπή για έναν δάσκαλο να εκφράζει τις απόψεις του και αντί να τις υπογράφει να τον αναγκάζουν να κρύβει με αυτοκόλλητο το όνομά του.
Και δεύτερον. Ποιος είναι ο στόχος αυτής της διαδικασίας; Πολύ φοβάμαι πως, όταν ο ουσιαστικός διάλογος αντικαθίσταται από ερωτηματολόγια, τότε το υπουργείο επιχειρεί να κατασκευάσει συμφωνίες, τις οποίες στη συνέχεια θα τις εμφανίσει ως αποδεκτές από τους εκπαιδευτικούς. Γιατί δεν λένε ξεκάθαρα την αλήθεια; Τι επιδιώκουν με όλα αυτά που αποτελούν επίφαση διαλόγου;
Ποιόν ενοχλούν οι φανερές και ουσιαστικές διαδικασίες διαβούλευσης;
Επιτέλους συνάδελφοι. Την ώρα που οι ζωές μας καταστρέφονται, το μέλλον των παιδιών μας είναι αβέβαιο και η κοινωνική συνοχή διαλύεται, η λύση δεν είναι να «στριμώξουμε τα οπίσθιά μας» με οποιονδήποτε τρόπο αλλά με συλλογικές και αλληλέγγυες δράσεις.
- Να σταματήσουμε τον κατακερματισμό και την απομόνωση.
- Να ανακτήσουμε τη χαμένη αξιοπρέπεια και αξιοπιστία μας.
- Να ξεπεράσουμε το δέος που προκαλεί η κρίση.
- Να σταματήσουμε την απαξίωση του δημόσιου σχολείου.
- Να δουλέψουμε για ένα αποτελεσματικό, δημιουργικό και δημοκρατικό σχολείο. Ένα τέτοιο σχολείο θα καλύψει το έλλειμμα δημοκρατίας που υφίσταται σήμερα στην κοινωνία μας.
Με τη συμπεριφορά μας και τη διδασκαλία μας να τιμήσουμε τον παιδαγωγικό ρόλο που έχουμε αναλάβει.
Είναι βαριά η ευθύνη που έχουμε απέναντι στην προσπάθεια κατάρρευσης ιδανικών, αξιών και εκφασισμού της κοινωνίας.
Τα τόσα ζευγάρια μάτια που μας παρακολουθούν καθημερινά στις τάξεις, κάτι ζητούν εμάς.
* Ο κ. Χρήστος Τσιόπας είναι μηχανολόγος ΠΕ17