Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Η διαδικασία των αποκρατικοποιήσεων ξεκινά και μαζί με αυτήν ο πόλεμος μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Οι μεν μιλούν για εξοικονόμηση πόρων και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, οι δε αναφέρονται στη μνημονιακή τριανδρία που βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία υπό τις εντολές της τρόικας. Η αντιπαράθεση αυτή που ξεκίνησε από την υπόθεση της Αγροτικής Τράπεζας και την εμπλοκή της Πειραιώς αναμένεται να φορτίσει επικίνδυνα το ήδη φορτισμένο πολιτικό τοπίο. Στον ΣΥΡΙΖΑ ήδη μιλούν για ακατάσχετο ξεπούλημα, ενώ ο Φώτης Κουβέλης αναφέρεται προς το παρόν για ενημέρωση που έγινε και όχι για αποφάσεις που πάρθηκαν, υπογραμμίζοντας ότι η όποια αποκρατικοποίηση θα πρέπει να εξασφαλίζει την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, θέσεις εργασίας, ουσιαστικές επενδύσεις, με όρους και κανόνες νομιμότητας και διεθνούς διαφάνειας. Στο θέμα παρενέβη και ο Πάνος Καμμένος, τονίζοντας ότι θα βρουν το κόμμα του απέναντί τους. Τι γίνεται όμως στην πραγματικότητα με τις λεγόμενες αποκρατικοποιήσεις; Πόσο αναγκαία είναι η όλη αυτή διαδικασία; Από την κυβέρνηση τονίζουν πως πρέπει να δημιουργηθεί κλίμα αναστροφής του υφεσιακού κύκλου, να πέσουν λεφτά στην αγορά και να προκύψουν νέες θέσεις εργασίας από την έλευση των ιδιωτών. Η παραμονή, λένε, στο προηγούμενο καθεστώς, δεν πρόκειται να προσφέρει απολύτως τίποτε στην ανάπτυξη, αφού οι περισσότερες προς αξιοποίηση μέσω αποκρατικοποιήσεων εταιρίες είναι ήδη προβληματικές και αποτελούν μέρος της μαύρης οικονομικής τρύπας. Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση κάνει λόγο για ληστρική επιδρομή, με νέους επαχθείς όρους πώλησης στους ιδιώτες και για ένα ουσιαστικό «ξεπούλημα» της δημόσιας περιουσίας. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Επί πολλά συναπτά έτη πολλές εταιρίες που είχαν ως απόλυτο κυρίαρχο και αφεντικό το ίδιο το κράτος οδηγήθηκαν σταδιακά στην ύφεση και την οικονομική κατάρρευση καθώς και χρήματα ξοδεύτηκαν ασύστολα και η πελατειακή σχέση ενισχυόταν κάθε φορά με βασικό μεσάζοντα το κράτος. Η κατάσταση αυτή επικρατεί από τις προηγούμενες δεκαετίες και κανείς δεν έπαιρνε την πρωτοβουλία εξυγίανσης, πέρα από τις γνωστές προεκλογικές υποσχέσεις. Αποτέλεσμα ήταν πολλές κρατικές επιχειρήσεις να κλονιστούν συθέμελα από σκάνδαλα και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος. Η εν λόγω κατάσταση, άνοιξε την όρεξη των ιδιωτών που άρχισαν να ψελίζουν τα περί τερματισμού του νοσηρού αυτού κλίματος με βασικό υπαίτιο το ίδιο το κράτος. Η φιλολογία αυτή κράτησε για καιρό, υποβοηθούμενη και από πολλά «προοδευτικά» κόμματα που επιθυμούσαν διακαώς τη διαιώνιση του εν λόγω στάτους. Από την άλλη βέβαια, η δεξιά φιλελεύθερη προπαγάνδα έβλεπε στους ιδιώτες τη θεραπεία του ασθενούς, ανεξαρτήτως τιμής πώλησης και κατοπινής διαχείρισης των δημόσιων αυτών φιλέτων. Η πώληση των μετοχών σε ιδιώτες και η ανάθεση της διαχείρισης σε θαυματοποιούς τρομοκράτησαν αρχικά τους επιμένοντες στην πρότερη κατάσταση. Όμως οι επιχειρήσεις αυτές είχε φροντίσει ήδη το επίσημο κράτος να γίνουν προβληματικές, με σχέδιο τη μεταπώλησή τους κοψοχρονιά. Και φτάσαμε στο σήμερα όπου από τη μια μεριά οι «προοδευτικοί» ολοφύρονται για την τύχη τους, και από την άλλη πλευρά οι αποκαλούμενοι ως «συντηρητικοί» εκλιπαρούν για την τάχιστη και εσπευσμένη αποκρατικοποίηση. Η όλη ιστορία θυμίζει μάλλον στημένο παιχνίδι, καθώς το αποτέλεσμα είναι γνωστό είτε οι αποκρατικοποιήσεις γίνουν άμεσα, είτε η κατάσταση διαιωνιστεί αν στην εξουσία π.χ. βρεθεί κάποια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι αν οι αποκρατικοποιήσεις είναι αναγκαίες αλλά κάτω από ποιες συνθήκες θα παραμείνουν ως έχουν ή θα πωληθούν σε αρπακτικά που επιθυμούν διακαώς την κερδοφορία με σημαία τη διαφάνεια και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση διότι και τις εταιρίες αυτές τις βούλιαξε το ίδιο το κράτος και τη σωτηρία τους αναλαμβάνουν ιδιώτες με βασικό στόχο το κέρδος. Τεράστιες ευθύνες στη δημιουργία αυτής της κατάστασης έχει ο κομματικός συνδικαλισμός με τις γνωστές μεθόδους του στιλ «βάζω τους δικούς μου, καθιστώντας τον διαχειριστικό έλεγχο παιχνίδι και βασικό συμμέτοχο το κράτος». Έτσι φτάνουμε στο σήμερα όπου οι αλαλαγμοί φορτίζουν επικίνδυνα την ατμόσφαιρα και οι ιδιώτες μεγαλοεπενδυτές παραμονεύουν για να αποκομίσουν οφέλη. Είναι λοιπόν απαραίτητες οι αποκρατικοποιήσεις; Η απάντηση δεν είναι ούτε θετική ούτε αρνητική. Τα βήματα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά και σε κάθε περίπτωση εις γνώσιν των πολιτών. Η εξοικονόμηση πόρων δεν πρόκειται να έρθει από καμία βεβιασμένη ενέργεια και συνεννόηση με μεγαλοεπενδυτές που επιθυμούν διακαώς την τσάμπα αγορά δημόσιας κινητής ή ακίνητης περιουσίας. Το αν θα παραμένει το κράτος μέτοχος με κάποιο ποσοστό είναι επίσης ένα άλλο σοβαρό θέμα που πρέπει να τύχει της δέουσας προσοχής. Εν τέλει δεν πρέπει να προκύψει ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας καθ’ υπόδειξιν των τροικανών, ούτε όμως και συνέχιση του ίδιου στάτους που εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί μικροκομματικά συμφέροντα. Η αλήθεια λοιπόν είναι κάπου στη μέση γιατί πολύ απλά κάποιοι φρόντισαν από χρόνια να προβούν σε ανίερες συμφωνίες όταν προηγουμένως το ίδιο το κράτος προκαλούσε τεχνητές κρίσεις και υφεσιακές καταστάσεις στα ίδια του τα περιουσιακά στοιχεία. Για να έρχεται σήμερα ο εκάστοτε ιδιώτης να μοστράρει ως ο από μηχανής Θεός και το επίσημο κράτος να κλείνει το μάτι στα κάθε λογής αρπακτικά, που απλά αντικαθιστούν την κρατική αυθαιρεσία με το ιδιωτικό καθεστώς επιτήρησης και διαχείρισης. Με πολίτες να αναρωτιούνται εις το διηνεκές για τη συμφέρουσα λύση στην μεγάλη αυτή μπίζνα.