Της Ιωάννας Χαρμπέα
Όλοι μας γνωρίζουμε τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, είναι ομάδες που είναι ορατές και κοινωνικά προσδιορισμένες. Οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι ηλικιωμένοι, οι χρήστες τοξικών ουσιών, οι μετανάστες, οι τσιγγάνοι αποτελούν παραδείγματα τέτοιων ομάδων. Ο κοινωνικός επιστήμονας οφείλει να εστιάσει το επαγγελματικό του ενδιαφέρον όχι μόνο σ' αυτό το κοινωνικό πρόβλημα που φαίνεται. Έχει χρέος να προσεγγίσει τα δεδομένα - ορατά προβλήματα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων που είναι κοινωνικά προσδιορισμένα, αλλά και των αφανών ομάδων δηλαδή εκείνων που αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα κοινωνικής παθογένειας χωρίς όμως να το γνωρίζει ή να μην θέλει να το γνωρίζει κάποιος, γιατί έτσι τον συμφέρει.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε όμως το γεγονός ότι ένα κοινωνικό πρόβλημα δεν παύει να αποτελεί πρόβλημα επειδή δεν είναι ορατό. Η ύπαρξη τέτοιου είδους προβλημάτων υπονομεύει την κοινωνική συνοχή και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας.
Οι αφανείς ομάδες θεωρούνται αφανείς, γιατί δεν είναι γνωστές στις επίσημες αρχές. Είναι πληθυσμοί που δεν θα ζητήσουν επίσημα βοήθεια. Οι πληθυσμοί αυτοί δεν θέλουν να επωφεληθούν, γι' αυτό βρίσκονται εκεί που βρίσκονται. Οι κοινωνικές δομές όμως θα πρέπει να βρουν τρόπο να τους εντοπίσουν και να τους επανακοινωνικοποιήσουν. Απαιτείται να υπάρξει ειδική επάνδρωση των κοινωνικών δομών χαρακτηριζόμενη από εξωστρέφεια. Δεν περιμέναμε να έρθει κάποιος να μας εμπιστευτεί το πρόβλημά του, τον ανακαλύπτουμε εμείς οι κοινωνικοί επιστήμονες, τον προσεγγίζουμε χτίζοντας μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και εν τέλει του προσφέρουμε τη βοήθειά μας. Το «Βοήθεια στο σπίτι» είναι ένα πρόγραμμα που θα πρέπει να κινηθεί και προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι αφανείς λοιπόν ομάδες είναι περισσότερο ευάλωτες και χρήζουν ειδικής μεταχείρισης, γιατί δεν μπορούν για διάφορους λόγους να ζητήσουν τη βοήθειά μας και εμείς τους ίδιους δεν είναι εύκολο να τους ανακαλύψουμε. Έτσι μένουν στην αφάνεια και στην περιθωριοποίηση.
Η κοινωνική κατακραυγή είναι εκείνη που πολλές φορές περιθωριοποιεί τα άτομα, εφόσον δεν τα επιτρέπει να αποδεχτούν δημόσια το πρόβλημα τους και να απευθυνθούν στους αρμόδιους φορείς προκειμένου να το αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Με τον τρόπο αυτό το πρόβλημα όχι μόνο παραμένει, αλλά και έχει προεκτάσεις στα άλλα μέλη της οικογένειας που το υποθάλπουν και έτσι το αναπαράγουν στον χρόνο.
Θα πρέπει όλοι μας να απαλλαγούμε από τα αισθήματα απενεχοποίησης που μας κατέχουν και να αισθανθούμε συνυπεύθυνοι για την κατάντια του διπλανού μας. Δεν πρόκειται σίγουρα για ένα ή δυο άτομα πρόκειται για πολύ περισσότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι άστεγοι στη Γαλλία που δεν ήταν ορατοί μέχρι που κάποιος εύπορος προκειμένου να τους βοηθήσει τους δώρισε σκηνές και τις έστησαν στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα, στο κέντρο του Παρισιού. Το πρόβλημα της στέγης έγινε πλέον ορατό και κανένας δεν μπορούσε να το αγνοήσει και να μην αισθανθεί συνυπεύθυνος, ίσως γιατί αυτή η εικόνα χαλούσε την όμορφη εικόνα του Παρισιού.
Η καθιέρωση θεσμών όπως είναι το κοινωνικό παντοπωλείο και το κοινωνικό φαρμακείο καθώς και η ύπαρξη κοινωνικών δομών (Βοήθεια στο σπίτι, ΚΗΦΗ, ΚΔΑΠ) καταμαρτυρούν την επιτακτική ανάγκη για κοινωνική βοήθεια. Δεν είναι τυχαίο ότι συνεχώς αυξάνεται ο αριθμός των ατόμων που επιλέγουν τις υπηρεσίες των παραπάνω δομών ή επιδιώκουν την ένταξή τους στο κοινωνικό φαρμακείο ή παντοπωλείο. Είναι πλέον πασιφανές ότι η γενικότερη κρίση δεν αφήνει περιθώρια στις αφανείς ομάδες που αντιμετωπίζουν κοινωνικά προβλήματα να παραμείνουν στο παρασκήνιο.
Δεν είναι απαραίτητο λοιπόν να περιμένουμε να εξαπλωθεί ένα κοινωνικό πρόβλημα. Η αναχαίτιση ενός φαινομένου κοινωνικής παθογένειας, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή του κρίνεται αναγκαία αν θέλουμε να λέμε ότι ζούμε σε ένα κράτος πρόνοιας.
Η κ. Ιωάννα Χαρμπέα
είναι κοινωνιολόγος