Του Κων. Παπακωνσταντίνου
Η κρίση, που μας μαστίζει και που δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά πολυδαίδαλη και πολυπλόκαμη, έχει επηρεάσει σοβαρά τους οικογενειακούς, αλλά και κοινωνικούς δεσμούς. Ένας ορυμαγδός από αντιφατικές δηλώσεις, από ανατριχιαστικές αποκαλύψεις, από φοβικά και τρομοκρατικά σενάρια του εγγύς μέλλοντος, μας κρατούν σε συνεχή βασανιστική ανησυχία. Περπατάς στους δρόμους της πόλης και δεν ακούς παρά μόνο, για το τι θα μας ξημερώσει αύριο. Δεν υπάρχει νοικοκυριό, που να μην έχει έχει κτυπηθεί από την ανεργία, από τις αυξημένες οικονομικές υποχρεώσεις, από τα χαράτσια και τα χρέη. Τραγικές καταστάσεις, που έχουν αποδυναμώσει την ατομική μας γαλήνη, την οικογενειακή ηρεμία κι ακόμα τις διαπροσωπικές σχέσεις μας. «Η φτώχεια φέρνει γκρίνια» έλεγε η μάνα μου.
Και τούτο το τσουνάμι των δυσμενών επιπτώσεων της κρίσης δρά για τις ανθρώπινες σχέσεις διπολικά. Από τη μια μεριά, μας κάνει εγωκεντρικούς και ιδιοτελείς, αφού καθημερινά παλεύουμε για την επιβίωση. Κι από την άλλη, στην προσπάθειά μας αυτή, αποκόβουμε τις φιλίες, τις ζεστές ανθρώπινες σχέσεις, απομονώνομαστε από τον συνάνθρωπό μας. Επικεντρώσαμε τις προσπάθειές μας, στην επιβίωση, σ’ ένα ανεκτό αύριο και απεμπολίσαμε τον κοινωνικό μας ιστό.
Αλλά και η οικογένεια στενάζει κάτω από τη γενικότερη αρρυθμία, που προκαλεί η πολύμορφη σημερινή μας κρίση. Διαταράχθηκε η ισορροπία της οικογενειακής ζωής. Τα παιδιά, που είναι ακόμα ταυτισμένα με μια ομαλή και χωρίς προβλήματα ζωή, εξακολουθούν ν’ αγνοούν τον ορυμαγδό των προβλημάτων και απαιτούν.
Αντίθετα οι γονείς, σαν διαχειριστές της νέας κατάστασης, αλλά και προσβλέποντες στο δυσοίωνο μέλλον, επιβάλλουν αναγκαστικά κανόνες, που δεν αρέσουν στα παιδιά. Η δυσκολία, η γκρίνια εμφιλοχωρεί και στους κόλπους της οικογένειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Εκεί όμως, όπου ανησυχητικά διαταράσσεται η σχέση των ανθρώπων είναι ο κόλπος της κοινωνίας. Εδώ αρχίζουν και υψώνονται τείχη και ο ευρύτερος ιστός της διαλύεται. Η βίαιη και άμεση πτώση από μια κατάσταση, όπου και ο πιο φτωχός είχε στον ήλιο μοίρα και ζούσε με αξιοπρέπεια, σε μια άλλη, όπου τα στοιχειώδη λείπουν, είναι φοβερή, δυσβάσταχτη και ζοφερή. Ο πολλαπλασιασμός των συσσιτίων Μητροπόλεων και Δήμων. Οι ρακένδυτοι και απόκληροι της ζωής. Οι τραγικές σκιές που αναμοχλεύουν τους κάδους των σκουπιδιών. Οι απονενοημένοι και απέλπιδες, που καθημερινά τερματίζουν τη ζωή τους, όλα αυτά, μας αναγκάζουν να σηκώνουμε τείχη ανάμεσα σε μας και στους άλλους. Να οριοθετούμε το «δικό» μας, να παλέψουμε για την επιβίωσή μας. «Ο θάνατός σου η ζωή μου». Όταν ο άνθρωπος θα φτάσει στο σημείο αυτό, έ, τότε διέρρηξε τους δεσμούς του με το «κοινό», έγινε θηρίο. Τότε η κοινωνία δεν είναι άλλο παρά ένα άθροισμα αντιμαχόμενων μελών, που παραπέφτουν στον ανεμοστρόβιλο των εκάστοτε εξελίξεων. Δεν είναι δύσκολο να το διαπιστώσει κανείς σήμερα. Ένας αγώνας γίνεται καθημερινά, από όσους θέλουν, πάση θυσία να διατηρήσουν τα κεκτημένα. Και από όσους επίσης μάχονται να μοιραστούν μ’ εκείνους, μέρος από τα προνόμιά τους.
Ένας ακήρυκτος πόλεμος επικρατεί στη χώρα μας και τείχη υψώνουμε γύρωθεν. Η κοινωνία μας χωρίστηκε σε επαγγελματικούς κλάδους, σε κοινωνικές ομάδες, που δε διστάζουν να επενδύσουν με βία τις διεκδικήσεις των.
Πήρε ο καθένας το δίκαιο με το μέρος του και με τα όπλα, που του παρέχει η δουλειά του, σηκώνει το δικό του μπαϊράκι, αδιαφορώντας για το δίκαιο του συνανθρώπου του. Όλοι και όλα έχουν ευτελιστεί. Έχουν διαρραγεί. Αδίστακτοι, χρησιμοποιούμε υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς για τους άλλους. Τους περιτοιχίζουμε αυθαίρετα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι; Είναι κηφήνες. Οι δημοσιογράφοι; Ρουφιανεύουν και χρηματίζονται. Οι ταξιτζήδες και φορτηγατζήδες; Εκβιαστές και ανάλγητοι. Οι αγρότες; Κακομαθημένοι επιδοτούμενοι. Οι δικηγόροι; Εκμεταλλευτές του κοσμάκη. Οι δάσκαλοι; Αργόμισθοι, ανίκανοι να παιδεύσουν... και άλλων, ούκ έστι τέλος.
Βρίζουμε, υποτιμούμε, υπονομεύουμε και διαρρηγνύουμε τον κοινωνικό μας ιστό. Υψώνουμε γύρω μας τείχη αξεπέραστα. Βαδίζουμε δίχως ρότα και ιδανικά, χωρίς μέλλον. Ζούμε μια ζωή πρωτόγονη, αλλά και πρωτόγνωρη για τα ελληνικά ήθη. – Ας όψεται η ανικανότητα και ανεπάρκεια των ολιγίστων και διεφθαρμένων, των χαοτικών και ραθύμων ηγετών μας, που εγκλημάτισαν σε βάρος μας, υψώνοντας τα άθλια τείχη τους.