* Από τον Θρασύβουλο Καβασίδη, επίτιμο δικηγόρο
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, λόγω της έξαρσης των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας, γίνεται πολύς λόγος για την ανάγκη ψήφισης ενός νέου νόμου ο οποίος θα καταπολεμά τα φαινόμενα αυτά. Φαινόμενα τα οποία σήμερα λαμβάνουν εκρηκτικές και ανεξέλεγκτες διαστάσεις, τα οποία δεν περιορίζονται μόνο στη χώρα μας αλλά θάλλουν σε όλες σχεδόν τις χώρες της γηραιάς ηπείρου.
Και εδώ το πολιτικό μας σύστημα έδειξε την ανωριμότητά του. Για ένα τόσο σοβαρό θέμα δεν κατέστη δυνατόν τα κόμματα του λεγόμενου «συνταγματικού ή δημοκρατικού τόξου» ομονοούντα, να συνθέσουν μέσα από ειλικρινή διάλογο ένα σχετικό νομοσχέδιο και να σταματήσει κάθε άλλη συζήτηση περί αυτού. Μάλιστα η όλη υπόθεση κατέληξε στο σημείο ώστε η ψήφιση ενός τέτοιου νόμου να καταστεί αντικείμενο σύσκεψης των τριών αρχηγών των κομμάτων που απαρτίζουν την παρούσα Κυβέρνηση και εκεί να διαπιστωθεί η διαφωνία τους!
Γεγονός είναι ότι σήμερα υφίσταται νομοθετικό πλαίσιο κατά του ρατσισμού, όπως είναι ο ν. 927/1979 «περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις», ο ν. 3304/2005 που αναφέρεται στην εξάλειψη των διακρίσεων ως προς το φύλο και την εθνικότητα στην εργασία και ο ν. 3719/2008, ο οποίος (τροποποιώντας το άρθρο 79 του Ποινικού Κώδικα που αναφέρεται στη «Δικαστική επιμέτρηση της ποινής»), προσθέτει στις επιβαρυντικές περιστάσεις το ρατσιστικό κίνητρο διάπραξης ενός εγκλήματος.
Εξάλλου, είναι γνωστό ότι το Συμβούλιο της Ε.Ε. έλαβε απόφαση – πλαίσιο (2008) για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, όπου προβλέπονται, μεταξύ των άλλων και ορισμένες ρυθμίσεις οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην εθνική μας νομοθεσία, όπως π.χ. η ποινικοποίηση της άρνησης κάθε αναγνωρισμένης γενοκτονίας και εγκλημάτων πολέμου καθώς και κυρώσεις κατά νομικών προσώπων τα οποία οφελούνται από τα διαπραττόμενα ρατσιστικά αδικήματα. Η ενσωμάτωση αυτών των θεμάτων στο εθνικό μας δίκαιο έπρεπε να πραγματοποιηθεί μέχρι τον Νοέμβριο του 2010.
Ως συνήθως η χώρα μας, στην οποία θάλλει «η φαιδρά πορτοκαλέα», στάθηκε για μια ακόμη φορά ασυνεπής προς τις υποχρεώσεις της. Όμως λίγο αργότερα (2011) ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Μ. Παπαϊωάννου έθεσε σε διαβούλευση σχετικό νομοσχέδιο για την ενσωμάτωση της πιο πάνω απόφασης – πλαίσιο στο εθνικό μας δίκαιο, το οποίο μάλιστα καθιέρωνε συγχρόνως και ασφαλιστικές δικλείδες προκειμένου να προστατευθεί η ελευθερία του λόγου. Δυστυχώς, όμως, το νομοσχέδιο εκείνο δεν ευτύχησε να γίνει νόμος του κράτους.
[Παρέκβαση: Στη Γαλλία η ποινική δικαιοσύνη εφαρμόζουσα το λεγόμενο «Νόμο Γκαιυσσώ», καταδίκασε το μεγάλο διανοητή Roger Garaudy με την κατηγορία: α) για δυσφήμιση προσώπων ή κοινοτήτων λόγω του εθνικού ή θρησκευτικού τους φρονήματος και β) γιατί ελαχιστοποίησε τα εγκλήματα του Χίτλερ. Η ποινική δίωξη ασκήθηκε όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο «Οι Θεμελιώδεις Μύθοι της Ισραηλινής Πολιτικής» από τις εκδόσεις «Νέα Θέσις». Κριτική με αντίκρουση του σκεπτικού της δικαστικής απόφασης άσκησε ο συγγραφέας με το νέο του βιβλίο με τίτλο «Ο Ισραηλινός Σιωνισμός στο Εδώλιο» που κυκλοφόρησε ο ίδιος εκδοτικός οίκος].
Σήμερα στη χώρα μας τα κόμματα του «συνταγματικού ή δημοκρατικού τόξου», στην προσπάθειά τους να υποστηρίξουν τις θέσεις τους σχετικά με την αναγκαιότητα ψήφισης ενός νέου αντιρατσιστικού νόμου, «σφάζονται στην ποδιά της Χρυσής Αυγής»! Η μεν ΝΔ τάσσεται κατά, ισχυριζόμενη ότι το υπάρχον νομοθετικό οπλοστάσιο είναι επαρκές, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα ρατσιστικά φαινόμενα, το δε ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, τάσσονται αναφανδόν υπέρ. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην αρχή ήταν υπέρ του νομοσχεδίου που προετοίμασε ο υπουργός Δικαιοσύνης Αντ. Ρουπακιώτης, στέλεχος της ΔΗΜΑΡ, ύστερα όμως «ανέκρουσε πρύμναν» και δήλωσε ότι θα καταρτίσει και θα καταθέσει δικό του νομοσχέδιο. Οι ΑΝ.ΕΛ. πελαγοδρομούν, ενώ το ΚΚΕ ευθέως αντιτίθεται επειδή, έχοντας πικρή ιστορική εμπειρία σε νομοθετήματα που επιχειρούν να θέσουν περιορισμούς σε ορισμένες εκφάνσεις της πολιτικής ζωής, φοβείται ότι η ιστορία ενδέχεται να επαναληφθεί.
Στους φόβους που εκφράζει το ΚΚΕ θα πρέπει να σταθούμε για λίγο ιστορικά, προκειμένου να δούμε αν είναι δικαιολογημένοι ή όχι οι φόβοι αυτοί.
Στις 12 Μαρτίου 1924 ο Αλεξ. Παπαναστασίου σχημάτισε Κυβέρνηση και στις 31 Μαρτίου διορίσε ως Υπουργό «Εννόμου Τάξεως» το Θεοδ. Πάγκαλο και στις 18 Ιουνίου Υπουργό Στρατιωτικών, που διαδέχθηκε τον παραιτηθέντα Γ. Κονδύλη, και ψήφισε το νομοθετικό διάταγμα «περί κατοχυρώσεως του Δημοκρατικού Πολιτεύματος» το επονομαζόμενο «Κατοχυρωτικόν», το άρθρο 8 του οποίου έθετε στη δικαιοδοσία δικαστηρίου που διοριζόταν από το Υπουργείο Στρατιωτικών την ποινική δίωξη για πολιτικά αδικήματα. Το διάταγμα αυτό αποσκοπούσε να αντιμετωπίσει τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» και φυσικά φαλκίδευε τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών. Η Κυβέρνηση αυτή ήταν βραχύβια, αφού παραιτήθηκε στις 18 Ιουλίου 1924.
Στις 25 Ιουλίου 1929 η Κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου με Υπουργό Εσωτερικών τον Κ. Ζαβιτσιάνο ψήφισε το Ν. 4229/1929 με τίτλο «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», που επονομάσθηκε «ιδιώνυμον», λόγω της αύξησης της δύναμης του νεοσύστατου (1920) ΚΚΕ, το οποίο τότε, ευθυγραμμιζόμενο με τη γραμμή της Γ΄ Διεθνούς, ήταν υπέρ της αυτονόμησης της Μακεδονίας. Επωδός και εκεί ο ανύπαρκτος «κομμουνιστικός κίνδυνος».!
Αν αναδιφήσει κάποιος τα Πρακτικά της Συνεδρίασης της Βουλής της 3ης Απριλίου 1929 θα αναγνώσει πώς αντέδρασε με σφοδρότητα τόσο ο Αλεξ. Παπαναστασίου, (!) όσο και άλλοι βενιζελογενείς βουλευτές (Γ. Παπανδέρου, Κ. Καφαντάρης κλπ) στο «ιδιώνυμον», με αποτέλεσμα ο Υπουργός Εσωτερικών Κ. Ζαβιτσιάνος να δηλώσει ότι «αν ηδύναμην και την σκέψιν εγώ να τιμωρήσω και αυτήν, ομολογώ, θα ετιμώρουν, ειδικώς εις το προκείμενον θέμα»!
Όμως, ο νόμος εκείνος είχε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, αφού αντί να μειωθεί η δύναμη του ΚΚΕ αυτή αυξήθηκε. Η δύναμη του ΚΚΕ στις γερουσιαστικές εκλογές του 1929 ήταν 2%, στις εκλογές του 1932 ανήλθε στο 5% και το 1936 στο 6%, ήλθε δηλαδή τέταρτο κατά σειρά κόμμα! Κάνοντας χρήση αυτού του νόμου η δικτατορία Μεταξά με τον Κ. Μανιαδάκη εξόρισε τους πολιτικούς της αντιπάλους, έγινε δηλαδή ο νόμος μπούμερανγκ για τους εμπνευστές του!
[Παρέκβαση: Για τους μη νομικούς διευκρινίζεται ότι το ιδιώνυμο είναι αδίκημα που στοιχειοθετείται ως ιδιαίτερη μορφή κάποιου άλλου αδικήματος. Πιο γνωστό παράδειγμα στο ευρύ κοινό είναι το ιδιώνυμο της ακάλυπτης τραπεζικής επιταγής, το οποίο αποτελεί ιδιαίτερη μορφή της απάτης].
Έκτοτε ψηφίσθηκαν και άλλοι νόμοι όπως ο Ν. 375/1936 του Μεταξά, με τον οποίο καταδικάσθηκε ο Ν. Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του, όμως με κορυφαίο το Αναγκαστικό Νόμο 509/1947-μέσουντος του εμφυλίου πολέμου – με το άρθρο 2 του οποίου πολλά στελέχη και οπαδοί του ΚΚΕ αλλά και της ευρύτερης αριστεράς, αντιμετώπισαν φυλακίσεις, εξορίες και εκτελεστικά αποσπάσματα.
Το ΚΚΕ βιώνοντας αυτή τη μακρόχρονη εμπειρία υποστηρίζει ότι ανθίσταται στην ψήφιση ενός νέου αντιρατσιστικού νόμου, φοβούμενο ότι έτσι θα φαλκιδευτούν τα ατομικά δικαιώματα και ιδιαίτερα η ελευθερία του λόγου και της διακίνησης των ιδεών. Φρονούμε, όμως, ότι ο μεταπολιτευτικός ομαλός πολιτικός βίος – πρωτόγνωρης διάρκειας για την πολιτική μας ιστορία – δεν μας επιτρέπει να αμφιβάλλουμε για την ομαλή συνέχεια της πολιτικής μας ζωής.
Πάντως το πρόβλημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας δεν αντιμετωπίζεται μόνο με νόμους που σκοπεύουν να καταστείλουν τέτοια φαινόμενα. Απαιτείται παράλληλα να ληφθούν και μέτρα τα οποία θα τείνουν στην άμβλυνση και τελικά στην άρση των αιτίων που προκαλούν τα φαινόμενα αυτά, όπως η καταπολέμηση της ανεργίας, της διαφθοράς και φοροδιαφυγής, ή άσκηση σοβαρής μεταναστευτικής πολιτικής κλπ.
Όσο λοιπόν, διατηρούνται τα γενεσιουργά αίτια του ρατσισμού και της ξενοφοβίας τα οποιαδήποτε νομοθετήματα που θα κολάζουν αυτά τα φαινόμενα θα είναι ατελέσφορα και η «Χρυσή Αυγή», θα βρίσκει τρόπους να καθίσταται συμπαθής από μεγάλα στρώματα του ελληνικού λαού. Μάλιστα υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθούν τα αποτελέσματα του «ιδιώνυμου», δηλαδή αντί της μείωσης της δύναμης της «χρυσής αυγής», αυτή να αυξηθεί.
Κι όμως αντί όλων αυτών των φαιδρών ενεργειών θα αρκούσε αντί να συσταθεί μία διακομματική επιτροπή η οποία εντός 10 το πολύ ημερών, θα είχε καταρτίσει ένα νομοσχέδιο στο οποίο με σαφήνεια θα περιγράφονταν το πλαίσιο εφαρμογής του. Τελικά κατατέθηκαν τέσσερα διαφορετικά, νομοσχέδια και με τον τρόπο αυτό δικαιώνουν όσους δεχόμαστε ότι, η παρούσα Βουλή, - επιλογή ενός λαού οργισμένου και αηδιασμένου και γι’ αυτό χαμηλού επιπέδου – είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Το «κερασάκι στην τούρτα» έθεσε η «Χρυσή Αυγή». Κατέθεσε κι αυτή νομοσχέδιο για την προστασία... των Ελλήνων από φαινόμενα ρατσισμού κατ’ αυτών!!! Και οσονούπω όπως φαίνεται θα υλοποιήσει την απειλή στελέχους της ότι θα μετατρέψει το Κοινοβούλιο σε «Κυνοβούλιο», κατά την argot «Σκυλάδικο». Και μη χειρότερα!