Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, αν και έρχονται σε αντιπαράθεση με τη ΝΔ, της αναγνωρίζουν (για να δικαιολογήσουν τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση) ως «ελαφρυντικό» ότι το κόμμα αυτό «είναι η μεγάλη συντηρητική παράταξη, που έχει βάλει τα όρια από την ακροδεξιά», η δε πρωτοβουλία τους να καταθέσουν δικό τους αντιρατσιστικό νομοσχέδιο έχει ως στόχο.
Να πείσουν ότι δεν ταυτίζονται με τη ΝΔ σε ιδεολογικό επίπεδο και δεν μπορούν να διαδραματίσουν υποστηρικτικό ρόλο στη στρατηγική Σαμαρά να μην αντιπαρατεθεί με την ηγεσία της «Χρυσής Αυγής», για να προσεγγίσει τους ψηφοφόρους της, όπως και αυτούς των «Ανεξάρτητων Ελλήνων».
Και φυσικά να «υπενθυμίσουν» στο Μέγαρο Μαξίμου ότι η παρουσία τους είναι απαραίτητη για την κυβερνητική συνοχή και πρέπει να γίνει σεβαστή.
Ωστόσο, με τις ρητορικές και ιδεολογικού χαρακτήρα διαφοροποιήσεις τους, επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι ο κεντρικός σχεδιασμός είναι η σύγκρουση με την αντιπολίτευση να γίνει στο δίλημμα «Δεξιά ή Αριστερά» (και όχι «Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο») και τα δύο μικρά συγκυβερνώντα κόμματα να διεκδικήσουν μερίδιο από τον χώρο μεταξύ «δεξιάς και αριστεράς», έστω κι αν ρισκάρουν να συντριβούν στις μυλόπετρες ενός νέου υπό διαμόρφωση διπόλου.
Ο Ευ. Βενιζέλος στο προαναφερθέν πλαίσιο (κατά της ΝΔ, κατά του ΣΥΡΙΖΑ) δήλωσε ότι: «Βελτιώνεται η κατάσταση. Και ξέρετε γιατί βελτιώνεται η κατάσταση, για να πούμε και την αλήθεια; Γιατί τώρα έρχονται όλοι στα λόγια μας. Ήδη, έχουν έρθει πάρα πολλοί στα λόγια μας και καταλαβαίνουν ποιο είναι το βάρος που σηκώσαμε, τον αγώνα και την αγωνία μας. Χαιρόμαστε που βλέπουμε και άλλους να έρχονται και να αλλάζουν άποψη και από «αντιμνημονιακοί» να γίνονται υπεύθυνοι και να συμμετέχουν στο βάρος της διαχείρισης της κρίσης. Αλλά δεν μας αρκεί αυτό. Γιατί ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού ακούει δημαγωγίες και ψέματα που του λένε στο όνομα μιας εύκολης λύσης ενός σχεδίου Β που δεν υπάρχει. Μα δεν βλέπουν τι έγινε στην Κύπρο;».
Και κάλεσε όλα τα κόμματα να ψηφίσουν το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο (ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) λέγοντας: «Εάν η αντιπολίτευση οχυρωθεί πίσω από το αντιμνημονιακό δήθεν μέτωπο, στην πραγματικότητα δίνει άλλοθι και ασυλία στη «Χρυσή Αυγή». Εάν η κυβερνητική συνεργασία δεν φανεί ότι υπάρχει και είναι σοβαρή στο ζήτημα αυτό, τότε η ΝΔ θα νομίζει ότι ανοίγει διαύλους επικοινωνίας με την εκλογική βάση της «Χρυσής Αυγής», ενώ στην πραγματικότητα θα έχουμε υπονομεύσει την αξιοπιστία των ίδιων των προγραμματικών μας συμφωνιών».
Ο Φώτης Κουβέλης ήταν εξίσου σαφής: «Η ΔΗΜΑΡ δεν θα γίνει συμμέτοχος σε μια προσπάθεια αναστήλωσης ενός νέου δικομματισμού. Ενός δικομματισμού καρικατούρα, που στηρίζεται σε ξεπερασμένες ταυτότητες μνημονιακών και αντιμνημονιακών δήθεν δυνάμεων, τη στιγμή που γνωρίζουν πως η αλήθεια δεν βρίσκεται εκεί. Τέτοια σύγκρουση είναι ρηχή και επίπλαστη».
Ο δε Ευάγγελος Βενιζέλος, διεκδικώντας δήθεν την απωλεσθείσα «προοδευτικότητα» του ΠΑΣΟΚ είπε: «Έχουν αναδειχθεί οι διαφορές ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και χαίρομαι πάρα πολύ γιατί η ΔΗΜΑΡ συμφώνησε να αναλάβουμε μια κοινή δράση στο θέμα αυτό (σ.σ. αντιρατσιστικό νομοσχέδιο). Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για την ύπαρξη δύο ουσιαστικά πυλώνων στη σημερινή κυβέρνηση. Ενός παραδοσιακά συντηρητικού κι ενός ο οποίος εκφράζει τον προοδευτικό χώρο με τις αποχρώσεις του, αλλά πάντως τη μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη»...
Την ίδια στιγμή (με δεδομένη και τη στρατηγική του να παίζει με τη θεωρία των δύο άκρων) η αρχική αντίθεση του Αντώνη Σαμαρά στον αντιρατσιστικό νόμο και η προώθηση της νομοθετικής ρυθμίσεως για τις διαδηλώσεις, δείχνουν την ξεκάθαρη επιλογή του να συσπειρώσει τους δεξιούς ψηφοφόρους, με πολιτικές κινήσεις που εκτιμά ότι έχουν απήχηση στο συντηρητικό κομμάτι των «νοικοκυραίων», ενόψει δε του συνεδρίου της ΝΔ, η στροφή προς τα δεξιά αναμένεται να συνεχιστεί, σε συνδυασμό και με επιστροφές στελεχών με καθαρά δεξιό προφίλ.
Υπενθυμίζεται, εξάλλου, ότι η απόφαση του Μεγάρου Μαξίμου να κατατεθούν τροπολογίες στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, έγινε μετά από έξωθεν πιέσεις και υποδείξεις – Ισραήλ, Παγκόσμιο Εβραϊκό Συμβούλιο, δημόσιες δηλώσεις της Ευρωπαίας επιτρόπου Σεσίλια Μάλστρομ και του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς.
«Αποφασισμένος να περιφρουρήσει, ως πανίσχυρος αρχηγός, το αξιακό και ιδεολογικό πλαίσιο της ΝΔ και ευρύτερα της κεντροδεξιάς παράταξης, εμφανίζεται ο Αντώνης Σαμαράς. Ο πρωθυπουργός δεν σκοπεύει να υποχωρήσει και να δώσει αφορμές από εδώ και πέρα για να πληγεί, όχι μόνο το ηγετικό του προφίλ, αλλά και ο ιδεολογικός πυρήνας της ΝΔ (...). Κυρίως, όμως, θα δοθεί η αίσθηση στον απογοητευμένο, λόγω της μνημονιακής πολιτικής, ψηφοφόρο, ότι η ΝΔ δεν έχει μεταλλαχθεί, αλλά υφίσταται και φυλάει Θερμοπύλες, παρά τους κατά καιρούς Εφιάλτες που υπάρχουν», έγραψε η ιστοσελίδα «Antinews», που εκφράζει τους σκληρούς της γαλάζιας παρατάξεως.
Ταυτόχρονα, όμως, επειδή ανησυχούν μήπως η επιβολή της ΝΔ και το «πάνω χέρι» που έχει στην κυβέρνηση, εντείνει τις διαφωνίες μεταξύ των συγκυβερνώντων, στο Μέγαρο Μαξίμου προβληματίζονται επί σεναρίων για προσφυγή σε πρόωρες εκλογές.
Προς το παρόν, βεβαίως, πρόκειται για σενάρια και «ιδέες» που πέφτουν στο τραπέζι, καθώς ο Α. Σαμαράς φέρεται να έχει «κόψει» στους συνομιλητές του κάθε σχετική συζήτηση, με το επιχείρημα ότι «οι δανειστές δεν θα ήθελαν εκλογές, αλλά πολιτική σταθερότητα».
Ακόμη, μετά τις τελευταίες εξελίξεις και τη συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, οι εισηγήσεις που δέχεται ο Αντώνης Σαμαράς είναι να «παγώσει» τον ανασχηματισμό, περιορίζοντας έτσι την πιθανότητα επεκτάσεως προβλημάτων, όπως αυτό με τον υπουργό της Δικαιοσύνης Αντώνη Ρουπακιώτη.
Άλλωστε, σε έναν ανασχηματισμό θα πρέπει να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των κ. Βενιζέλου και Κουβέλη και αυτό σημαίνει είσοδο περισσότερων πολιτικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση, με τον κίνδυνο, όμως, να επαναληφθούν και σε άλλους τομείς ανάλογες τριβές, όπως αυτές με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, η ψήφιση του οποίου καθίσταται αναγκαία (όπως και η σύμπηξη ενός αντιφασιστικού μετώπου) μετά και τη δημόσια άρνηση του Ολοκαυτώματος από τη «Χρυσή Αυγή».