Του Χρήστου Τσαντήλα
ΛΕΩ να καταγράψω (όσο πιο αντικειμενικά γίνεται) μια ιστορία καθημερινότητας που αντανακλά μια από τις χρόνιες ασθένειες που έχει η χώρα. Ο πρωταγωνιστής, είναι ασθενής ο φουκαράς, άγρια φορολογούμενος πολίτης, όπως όλοι μας άλλωστε, ο οποίος εκτός από τα μύρια βάσανα, εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης, κουβαλά στην πλάτη του και καμία δεκαριά αρρώστιες, της ηλικίας κυρίως...
ΕΙΣΗΧΘΗ λοιπόν στο νοσοκομείο ο άνθρωπος, για εξετάσεις, όλα ανεβασμένα τα είχε και μέσα σε ένα 24ωρο, κατάλαβε ό,τι δεν κατάλαβαν όλοι οι μέχρι τώρα υπουργοί υγείας, για τις παθογένειες του συστήματος... Αφού μετά κόπων και βασάνων και άπειρων ωρών ταλαιπωρίας, ξάπλωσε επιτέλους σε... κλίνη, νάσου κι ο γιατρός, ταλαιπωρημένος, καταπονημένος από (απλήρωτες) εφημερίες, ακολουθούμενος από πλήθος συγγενών των ασθενών, όπως τα κλωσόπουλα την... κλώσα!
«Κάνατε ποτέ χειρουργείο και τι φάρμακα παίρνετε;» - η πρώτη ερώτηση, «τα φέρατε μαζί σας;... γιατί εδώ δεν έχουμε πέρα από... ντεπόν!» - η δεύτερη ερώτηση... Ευτυχώς ο ασθενής μας, υποψιασμένος για το... χάος που θα έβρισκε στο νοσοκομείο, είχε προνοήσει και πήρε μαζί του, ένα ολόκληρο βαλιτσάκι φάρμακα, τα δικά του δηλαδή αυτά που είχε στο κομοδίνο του σπιτιού του! Του είχε πει κι ένας φίλος τις προάλλες, περιπαιχτικά ... «πού πας ωρε Καραμήτρο, σε νοσοκομείο δίχως φάρμακα... Πάρτα για καλό και για κακό μαζί σου!».
ΕΛΑ ΟΜΩΣ που δεν του τα είπε όλα. Στη δεύτερη επίσκεψη, (της αδελφής νοσοκόμας τούτη τη φορά), το κατάλαβε: «Να σας μετρήσω το ζάχαρο ήρθα κύριέ μου, αλλά έχω μόνο την ταινία... Μήπως έχετε εσείς το μηχανάκι;». Σάστισε ο φουκαράς, «έχω - είπε, αλλά το έχω σπίτι, αν ήξερα θα το έφερνα»... Η τρίτη επίσκεψη... ήταν φαρμακερή. Να σου ανεβάζει την... πίεση!
«Ωχ κύριε, άτυχος είστε, το πιεσόμετρο είναι εκτός.. πρέπει να είναι χαλασμένο... Περιμένετε μήπως βρω κανένα άλλο»!
ΥΣΤΕΡΑ έκλεισε η πόρτα. «Βρε γυναίκα δεν πάμε σπίτι καλύτερα; Περισσότερα απ΄ το νοσοκομείο έχουμε... εδώ τίποτα δεν έχουν πανάθεμά τους, πώς κατάντησαν έτσι το κράτος οι αθεόφοβοι...». Μονολογούσε ο φουκαράς ο φορολογούμενος, σκεφτόταν πόσα πλήρωσε στη ζωή του για τα συστήματα ασφάλισης της υγείας του και των γηρατειών του, «τόσες κρατήσεις στο... βρόντο», ψιθύριζε, «ποιος θα πληρώσει για την κατάντια αυτή»... και άλλα τέτοια δυσάρεστα που «φόρτωναν» περισσότερο την υγεία του, ώσπου...
ΩΣΠΟΥ ήρθε και η χαριστική βολή! Έφεραν έναν άλλον φουκαρά στο διπλανό άδειο κρεβάτι, εξελθόντα μόλις εκ... χειρουργείου, ο οποίος πονούσε ως ήταν φυσικό, αλλά και κρύωνε ο δυστυχής... Ο συνοδός του, άρπαξε τότε την κουβερτούλα. «Μα αυτή είναι μισή! Κομμένη στη μέση! Για να φτάνει, μου λένε, να σκεπαστεί και ο διπλανός ασθενής! Εκείνος, που ετοιμαζόταν να φύγει, ξέσπασε: «Μα καλά, αυτοί την επόμενη φορά θα μας ζητήσουν να φέρουμε από το σπίτι και το... κρεβάτι! Α, και χαρτί υγείας, και οινόπνευμα, και πετσέτες και... σεντόνια! Μην ξεχάσουμε το βαμβάκι και κείνα τα γαζαπλάστ, τα τσιροτάκια ντε, που βάζουν στο χέρι, στο τρύπημα κατά την αιμοδοσία! Ήμαρτον Κύριε... ήμαρτον!