Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Ο πρωθυπουργός και οι επιτελείς του εμφανίζονται απορροφημένοι με την προώθηση του κυβερνητικού έργου, και τα ταξίδια προς άγραν επενδύσεων, αλλά στο παρασκήνιο (και ενόψει του Συνεδρίου της ΝΔ στα τέλη Ιουνίου) τελούν εν εξελίξει έντονες διεργασίες για το μέλλον του κόμματος, ένα μέλλον που αποτελεί προσωπικό στοίχημα για τον Αντώνη Σαμαρά, ένα μέλλον το οποίο βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις και φυσικά με την πορεία της τρικομματικής κυβερνήσεως.
Στο πλαίσιο αυτών των «γαλάζιων» διεργασιών, κυριαρχεί η εκτίμηση ότι η Κεντροαριστερά «ψάχνεται», το ΠΑΣΟΚ δύσκολα θα μπορέσει να ανακάμψει, η ΔΗΜΑΡ διατηρεί μια περιορισμένη εμβέλεια (η οποία δεν μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω) ο δε πρωθυπουργός με την ισχύ της εξουσίας και την αδυναμία των κυβερνητικών του εταίρων (για εμφανείς υπαρξιακούς τους λόγους, να αντιταχθούν επί της ουσίας - και όχι λεκτικά όπως πράττουν μέχρι σήμερα – στις αποφάσεις του) θεωρεί ότι είναι σε θέση να υπερβεί την αντιμνημονιακή του ρητορική (όταν, φυσικά, δεν ήταν στην κυβέρνηση) και να ηγηθεί μίας προσπάθειας για τη δημιουργία μίας παρατάξεως, η οποία να εκφράζει την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Μίας παρατάξεως, που θα ενισχύσει ποσοτικά τη ΝΔ, με στελέχη που αυτοτοποθετούνται στον χώρο του Κέντρου και δεξιότερον αυτού, όπως ο Γιώργος Καρατζαφέρης (ο οποίος φαίνεται πως δεν αποκλείει την εκδοχή αυτή - αν και παλαιότερα αποκαλούσε τον πρωθυπουργό «Τρελαντώνη», από το ομώνυμο μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα) με στόχο να προκαλέσει πρωτίστως ρήγματα στους «Ανεξάρτητους Έλληνες» και δευτερευόντως στη «Χρυσή Αυγή» (την οποία θα ήθελαν να «ελέγξουν», με δεδομένο ότι τέτοιου είδους ναζιστικά μορφώματα αποτελούν διαχρονικό το μακρύ χέρι και τον υπηρέτη του συστήματος).
Στόχος του Αντώνη Σαμαρά είναι να καταστήσει τη ΝΔ «το κόμμα των νοικοκυραίων, κατά τα πρότυπα άλλων εποχών, όπου κάποιες βασικές αστικές αξίες κυριαρχούσαν στη διαμόρφωση του πολιτικού λόγου και στη χάραξη της στρατηγικής» (όπως εγράφη στο «Βήμα») και να παίξει τον ρόλο του εθνικού ηγέτη (και όχι απλώς του ηγέτη μίας κυβερνήσεως) των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, που θα αντιπαρατεθεί με «τα άκρα», δηλαδή, επί της ουσίας, με τον «εχθρό», που δεν είναι άλλος από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η «ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ» ΤΗΣ ΝΔ
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», ο εξ απορρήτων του πρωθυπουργού Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι εξ αυτών που επιμένουν ότι «απαιτείται πλέον η μετεξέλιξη της ΝΔ σε ένα νέο σχήμα, που θα έχει ως στόχο την απορρόφηση των σχηματισμών που βρίσκονται στα δεξιά του και παράλληλα την επέκτασή του προς το Κέντρο».
Για τον κ. Λαζαρίδη, η μετεξέλιξη αυτή σηματοδοτείται και από την αλλαγή του ονόματος της ΝΔ, σενάριο, ωστόσο, που προκαλεί ήδη έντονες αντιδράσεις «καραμανλικών» και όχι μόνον στελεχών, που εκτιμούν πως δεν υφίσταται ουδείς λόγος αλλαγής του ονόματος που καθιέρωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Εν προκειμένω, σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ, επιφυλακτικός έναντι του σεναρίου αλλαγής του ονόματος εμφανίζεται ο Δημήτρης Σταμάτης, στο δε εσωτερικό του κόμματος «διατυπώνονται θέσεις, σύμφωνα με τις οποίες η «Νέα Δημοκρατία» αποτελεί ένα ισχυρό «πολιτικό brand», ενδεχόμενη αλλαγή του οποίου θα λειτουργήσει αποσυσπειρωτικά και θα καταστεί απλό επικοινωνιακό περιτύλιγμα, ειδικά αν δεν συνδυάζεται και με ουσιαστική ανανέωση των δομών του κόμματος και των προσώπων».
Ωστόσο, η κυοφορούμενη μετάλλαξη της ΝΔ σε ένα κόμμα, που θα ομοιάζει με τα ευρωπαϊκά χριστιανοδημοκρατικά κόμματα δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, ενώ πολλοί, ήδη, κάνουν λόγο για «γερμανόφιλη παράταξη» και αυτό πιθανότατα θα δημιουργήσει προβλήματα στον Αντώνη Σαμαρά, ως προς την ισορροπία την οποία (έστω και καθυστερημένα) προσπαθεί να τηρήσει μεταξύ της γερμανικής και της αμερικανικής στρατηγικής, όχι μόνο περί τα οικονομικά, αλλά και στο επίπεδο της γεωπολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, αίσθηση προκάλεσε η αποστροφή του πρωθυπουργού στα εγκαίνια ενός (ακόμη) γερμανικού ιδρύματος στην Ελλάδα για τον βαυαρό βασιλιά Όθωνα: «Η βασιλεία του Όθωνα κράτησε 30 χρόνια και δεν είχε συνέχεια. Αλλά, ο ίδιος αγάπησε την Ελλάδα, την ονειρεύτηκε πολύ μεγαλύτερη, δεν την έβγαλε ποτέ από την καρδιά του και τάφηκε στο Μόναχο, στην Εκκλησία των Θεατίνων, φορώντας την εθνική Ελληνική ενδυμασία», είπε ο Α. Σαμαράς και «μας άφησε όλους άφωνους», όπως επισήμανε το φιλοκυβερνητικό site «Newpost».
Το εν λόγω ίδρυμα «Χανς Ζάιντελ» ανήκει στη «Χριστιανοκοινωνική Ένωση της Βαυαρίας» (CSU), κόμμα το οποίο έχει προσεγγίσει ο πρωθυπουργός, ένα κόμμα με ρητορική συντηρητικότερη των Χριστιανοδημοκρατών, με έμφαση στις παραδόσεις και την ευημερία του κάθε νοικοκυριού...
Επίσης, η μετεξέλιξη της ΝΔ δεν είναι εύκολη υπόθεση, καθώς ακόμη δεν είναι γνωστό το πώς θα προσεγγίσουν το εγχείρημα οι «καραμανλικοί», ενώ έχουν άλλες προσεγγίσεις για το «ποια ΝΔ θέλουμε», στελέχη, όπως ο Δημ. Αβραμόπουλος, η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Μάκης Βορίδης, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Ευριπίδης Στυλιανίδης κ.α.
«Όσο κι αν ξενίζει ορισμένους στο φιλελεύθερο κομμάτι της ΝΔ, στις συζητήσεις που γίνονται στο παρασκήνιο, υπάρχει μια τάση για επιστροφή στο μετεμφυλιακό κράτος και στην επιχείρηση ανασύνταξης της χώρας, υπάρχουν υψηλόβαθμα στελέχη της ΝΔ, που θεωρούν ότι η μεγάλη ισχύς της ελληνικής συντηρητικής παράταξης οφείλεται στη διαχείριση της μετεμφυλιακής ανασυγκρότησης της χώρας», έγραψε χαρακτηριστικά το «Βήμα».
Οι υπάρχουσες πληροφορίες φέρουν τον Α. Σαμαρά να επιδιώκει όχι απλά την ενσωμάτωση ορισμένων δυνάμεων και πολιτικών στελεχών (που φλερτάρουν με την ιδέα να προσχωρήσουν στη ΝΔ) και να προχωρήσει στην «αναγέννηση της παράταξης ως του κορμού των δυνάμεων της σύγχρονης ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς», η οποία θα αντιπαρατεθεί και σε ιδεολογικό επίπεδο με το ΣΥΡΙΖΑ, που αποτελεί, εξ αντικειμένου, τον πόλο συσπειρώσεως της ευρύτερης Κεντροαριστεράς.
Αν και η μέχρι σήμερα πορεία της ΝΔ, σε επίπεδο κόμματος, κάθε άλλο παρά ικανοποιητική είναι, οι «γαλάζιοι» πιστεύουν ότι με τις πάσης φύσεως διευρύνσεις που επιδιώκονται (σ.σ. πρόσφατο παράδειγμα η τοποθέτηση στον ΟΟΣΑ του Βαγγέλη Παπαχρήστου, παλαιού κομμουνιστή και στη συνέχεια «παπανδρεϊκού», ο οποίος διεγράφη ως αντιμνημονιακός) και τους κατάλληλους επικοινωνιακούς χειρισμούς, θα διευρυνθεί η κοινωνική και πολιτική βάση της παρατάξεως.
Βεβαίως, αναγνωρίζεται ότι όλο αυτό το διάστημα έχουν αναδειχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό οι εσωτερικές αδυναμίες του κόμματος, με κορυφαία την ανυπαρξία ιδεολογικού πλαισίου, αλλά και την αδράνεια της κομματικής του βάσεως, η οποία επέλεξε τη φυγή σε άλλους χώρους (ΑΝΕΛ ή «Χρυσή Αυγή») ή την αποστασιοποίηση, λόγω των μνημονιακών πολιτικών.
Σύμφωνα με το «Βήμα», θα υπάρξει πλήρης αλλαγή των δομών του κομματικού μηχανισμού και ανασύνθεση του κομματικού ιστού, ώστε «να αντανακλά με περισσότερη ακρίβεια την κοινωνική βάση», ενώ επιδίωξη είναι να υπάρξει πλήρης ανατροπή των παραδοσιακών εσωτερικών συσχετισμών και φυσικά να ενταχθούν νέα στελέχη στην κομματική ιεραρχία, όπως ο 35χρονος νυν πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Ανδρέας Παπαμιμίκος, που προορίζεται για τη θέση του Γραμματέα του κόμματος (προφανώς ως ένας ακόμη «αντί – Τσίπρας», κάτι που έχει ήδη πράξει ο Ευ. Βενιζέλος, με την ανάδειξη του Νίκου Ανδρουλάκη στην ίδια θέση στο ΠΑΣΟΚ).
Στην προσπάθεια δε να διεμβολιστούν πρωτίστως οι ΑΝΕΛ, οι «γαλάζιοι» έχουν ενεργοποιήσει βουλευτές τους με ακροδεξιά αναφορά, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης, που κλιμακώνουν τις επιθέσεις κατά του Πάνου Καμμένου, τον οποίο επιδιώκουν να αποδομήσουν και να γελοιοποιήσουν, ενώ στην κατεύθυνση της απορροφήσεως από τη ΝΔ, της δεξιότερα αυτής ευρισκομένης δεξιάς, εντάσσεται και η προσπάθεια επανόδου στο κόμμα του Γιώργου Καρατζαφέρη.
ΑΠΕΝΟΧΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ
Ωστόσο, πέρα, αλλά όχι άσχετα, από τις διακηρύξεις περί «φιλοευρωπαϊκού κόμματος» ή «κόμματος των νοικοκυραίων» ή και «επιστροφής στο μετεμφυλιακό κράτος» (του Παπάγου και του Καραμανλή του πρεσβύτερου) το παιχνίδι παίζεται και σε επίπεδο ιδεολογίας, που σημαίνει ότι η ΝΔ (και αυτό το πράττει ήδη ο πρωθυπουργός από το 2010) επιμένει στην ιστορική δικαίωση όλων των κεντρικών πολιτικών της επιλογών και στην «απενοχοποίηση» της δεξιάς ιδεολογίας, με στόχο την κυριαρχία στον κεντροδεξιό χώρο και τη μετωπική σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όλες οι κινήσεις της κυβερνήσεως, σε πολιτικό, σε κοινοβουλευτικό και σε επίπεδο κράτους, προοιωνίζονται την επιστροφή στο «μετεμφυλιακό κράτος», δεν είναι δε τυχαίο ότι η ιστοσελίδα «Antinews», που απηχεί τις απόψεις των σκληρών της κυβερνήσεως, έγραψε ότι η επιστράτευση των καθηγητών «αναζωογόνησε πολιτικά την καθαρόαιμη σκληρή δεξιά πτέρυγα του κυβερνώντος κόμματος, αναζωπύρωσε τη συζήτηση για τον ιδεολογικό προσανατολισμό της ΝΔ και ενίσχυσε τη θεωρία ότι ο βασικός πυλώνας της τρικομματικής κυβέρνησης είναι πλέον το κόμμα των νοικοκυραίων και η σταθερά του αστικού συστήματος».
«Η επιλογή της ρήξης με τη συντεχνία των καθηγητών, μπορεί να μην ήταν εύκολη για τον Αντ. Σαμαρά, αλλά αποτελεί, μια σαφή κίνηση για να δείξει ποιος έχει το πάνω χέρι στο πολιτικό σύστημα και ποιος πραγματικά εκφράζει το δόγμα νόμος και τάξη», έγραψε η ίδια ιστοσελίδα, επισημαίνοντας ότι «πλέον η ΝΔ δεν θα κρύβεται για να μη δυσαρεστήσει, όπως στο παρελθόν» και ότι «ακόμα και η κίνηση να παγώσει το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη για το ρατσισμό και την ξενοφοβία, δείχνει ότι η δεξιά πλέον δεν έχει λόγο να είναι ενοχική, είναι παρούσα και διεκδικεί, αλλά και επιβάλλει την άποψή της, κόντρα στην δήθεν αριστερή ιντελιγκέντσια που κυριάρχησε το μεταπολιτευτικό τοπίο».
Τα ανωτέρω αναγραφέντα δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, καθώς (όπως έχουμε γράψει στις στήλες της «Ε») η ΝΔ σταδιακά έχει επιλέξει (και σε επίπεδο ρητορικής, αλλά και επίπεδο κράτους) μια ρεβανσιστική στάση, η οποία υλοποιείται πρακτικά με τον ακρωτηριασμό του κοινωνικού κράτους, τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και την εκποίηση των δημοσίων αγαθών και υποδομών.
Ο δε δημοσιογράφος Τάσος Τσακίρογλου έγραψε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ότι «η ενοχοποίηση της Αριστεράς για τα δεινά όλων των προηγούμενων δεκαετιών, έχει ως στόχο, αφενός να απενοχοποιήσει τους κυρίως υπευθύνους για τη σημερινή παρακμή, δηλαδή τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και αφετέρου με την επιστροφή στη μετεμφυλιακή ρητορική της μισαλλοδοξίας, να συσπειρώσει τον δεξιό – ακροδεξιό χώρο, κατακτώντας έτσι την ιδεολογική ηγεμονία».
Προσθέτει, επίσης, ότι «η χρήση του Μνημονίου, ως οχήματος για την αλλαγή των εσωτερικών συσχετισμών και την επιβολή των νεοφιλελεύθερων δογμάτων που κυριαρχούν στο εξωτερικό, μπορούν κάλλιστα να συνδυάζονται με το αυταρχικό, κοινωνικά συντηρητικό και ακροδεξιό προφίλ που επιλέγει για το κόμμα του ο πρωθυπουργός, μία επιλογή που περνά τον Ρουβίκωνα της «πολιτικής συμφιλίωσης» από το 1974 και μετά και οδηγεί σε μια πόλωση που παραπέμπει στο μετεμφυλιακό κράτος της δεξιάς».
Ο ΑΝΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
Υπό το πρίσμα αυτών των διεργασιών και προκειμένου να μην περιέλθει η ΝΔ σε κατάσταση εσωστρέφειας ενόψει του Συνεδρίου της, δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός ανέβαλε τον ανασχηματισμό της κυβερνήσεως, ο οποίος τοποθετείται πλέον για τις αρχές Ιουλίου και, όπως λέγεται στο παρασκήνιο, θα αποτυπώνει αυτή ακριβώς την προσπάθεια να μεταλλαχθεί η «γαλάζια» παράταξη.
Στόχος του Αντώνη Σαμαρά είναι να λειτουργήσουν πιο αποτελεσματικά η κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα και να διορθωθούν οι πολλές και μεγάλες αδυναμίες τους, στην πορεία προς την επόμενη, δύσκολη περίοδο και ειδικά έως τις ευρωεκλογές του 2014, γι’ αυτό και πολλοί ισχυρίζονται ότι το νέο κυβερνητικό σχήμα θα είναι εκλογικό.
Ο πρωθυπουργός φαίνεται ότι δέχεται εισηγήσεις, κυρίως από τον Γιάννη Στουρνάρα, να συμμετάσχουν στη νέα κυβέρνηση περισσότεροι εξωκοινοβουλευτικοί υπουργοί και αυτό σημαίνει ότι θα κληθούν να ενεργοποιηθούν πρόσωπα, χωρίς ιδιαίτερη σχέση με τη ΝΔ, τα οποία δεν θα έχουν το άγχος της εκλογής και θα αδιαφορούν για το πολιτικό κόστος, προκειμένου να συνεχισθεί η υλοποίηση του προγράμματος λιτότητας και των λεγομένων μεταρρυθμίσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο ανασχηματισμός θα είναι δομικός, ενώ ήδη ακούγονται πρόσωπα τα οποία, όπως ο Γιάννης Στουρνάρας, έχουν τεχνοκρατικό προφίλ, όπως οι καθηγητές Γιώργος Παγουλάτος, Ναπολέων Μαραβέγιας, Λουκάς Τσούκαλης, Αντώνης Μακρυδημήτρης, αλλά και στελέχη του σημιτικού – εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδη, ο Τάσος Γιαννίτσης, ο Γιώργος Φλωρίδης, που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε μια κυβέρνηση, που έχει ως στόχο τη μετάβαση της χώρας σε μια νέα εποχή.
Το βέβαιο είναι ότι πολλά θα κριθούν από την αποτελεσματικότητα της κυβερνήσεως και πάνω από όλα από τις ανοχές και τις αντοχές της κοινωνίας, καθώς η όποια μετεξέλιξη της ΝΔ, η όποια διεύρυνσή της, θα είναι άνευ αντικρίσματος, αν η κυβέρνηση συνεχίσει να έχει απέναντί της την κοινωνία.