Γράφει ο Α. Γιουρμετάκης
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ αλήθειες από τους πολιτικούς που «τσακώνονται» στα τηλεοπτικά στούντιο ακούγονται κατά τη διάρκεια του διαλείμματος για τις διαφημίσεις... Είναι η στιγμή που χαλαρώνουν κι αφήνοντας στην άκρη το theatrale ύφος της Κατίνας Παξινού με το οποίο «πλασάρονται» στο φιλοθεάμον κοινό, βγάζουν τον πραγματικό τους εαυτό, είτε αφορίζοντας την ιδιομορφία της πολιτικής στην Ελλάδα, που δυστυχώς τους καθιστά «μονομάχους» στα παράθυρα», είτε οικτίροντας το ακροατήριο που τους θέλει διαφορετικούς απ’ ό,τι θα επιθυμούσαν οι ίδιοι να είναι...
ΘΥΜΑΜΑΙ μια πρόσφατη συζήτηση στην τηλεόραση, όταν ένας προσκεκλημένος, μη πολιτικός (καθηγητής πανεπιστημίου) τόλμησε να διατυπώσει δημοσίως την άποψη ότι η Ελλάδα είναι μια ανυπόληπτη χώρα... Τον «έβαλαν» όλοι οι πολιτικοί «στο σκαμνί» κι άρχισαν τους πατριωτικούς «δεκάρικους» για τη χώρα που διαμόρφωσε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, που εξάγει επιστήμονες, που έχει τον εξυπνότερο και πιο ατίθασο λαό του κόσμου, που «ποτέ δεν πεθαίνει», που, που, που... Όταν λίγο μετά, η ροή της εκπομπής διακόπηκε για διαφημίσεις, γύρισε ο πλέον εριστικός από τους πολιτικούς και είπε στον πανεπιστημιακό: «πιστεύοντας ότι εκφράζω και τους υπολοίπους πολιτικούς, θέλω να σας πω ότι την ανυποληψία για την οποία μιλήσατε κι εμείς τη βλέπουμε, αλλά δεν είναι δυνατόν να την αναδεικνύουμε δημοσίως μ’ αυτόν τον τρόπο!»...
ΘΥΜΗΘΗΚΑ το στιγμιότυπο που περιέγραψα παραπάνω, παρακολουθώντας το Σαββατόβραδο με φιλική συντροφιά τον ποδοσφαιρικό τελικό του κυπέλλου Ελλάδος... Είχε προηγηθεί μια έντονη φιλική συζήτηση στο ημίχρονο του αγώνα, για το πόσο απαξιωτικά αντιμετωπίζουν τη χώρα μας οι Γερμανοί, εξ αφορμής πρόσφατου ταξιδιού ενός μέλους της συντροφιάς στο Βερολίνο... Και μας είχε πιάσει όλους ο πατριωτικός οίστρος: «έλα μωρέ τώρα, πού να πιάσουν τη λογική μας οι Γερμανοί... Πέρα από πειθαρχία, τι άλλο έχουν να μας προτείνουν... Ακόμη κι η οικονομική τους ευμάρεια στην πειθαρχία τους οφείλεται... Δεν έχουν κάτι καινοτόμο ή βαθύτερο να μας προτείνουν»...
ΟΤΑΝ άρχισε το δεύτερο ημίχρονο του τελικού, είχαμε προλάβει να συμφωνήσουμε όλοι ότι, παρά τις αδυναμίες και τις ανεπάρκειές μας, δεν είμαστε μια ανυπόληπτη χώρα, «χωρίς να είμαστε και τέλειοι, βέβαια» (πάντα, η δήθεν «μετριοπάθεια» που προκύπτει από τη σύγκριση του ελληνικού με το ιδανικό, έρχεται να διαδεχθεί την ναρκισσιστική μας διάθεση – μη το εξευτελίσουμε εντελώς το πράγμα!)... Δεν έμελλε να αντέξει όμως, περισσότερο από είκοσι λεπτά, η ομόφωνη υπεράσπιση της πατρίδας έναντι της γερμανικής δυσφημίσεως...
ΜΕ ΤΟ που δεν σφύριξε το πρώτο πέναλτι ο διαιτητής, ο «πατριωτισμός» άρχισε να «μπάζει» από παντού: «Έ, όχι ρε παιδιά... Δεν είναι χώρα αυτή... Μπ... είναι!» είπε ο πρώτος... Ο δεύτερος πλειοδότησε: «τουλάχιστον στα μπ... υπάρχει μια τάξη... Μην τα συγκρίνεις με την Ελλάδα!»... «Ούτε ένα τελικό κυπέλλου δεν είμαστε ικανοί να διοργανώσουμε» διαπίστωσε ο τρίτος, όταν πια το πράγμα (με τους καβγάδες των ποδοσφαιριστών) είχε ξεφύγει εντελώς... Και καθώς, ο εκφωνητής απαξίωνε ακόμη περισσότερο το εθνικό αθλητικό προϊόν με τη φράση «αυτό είναι δυστυχώς το ελληνικό ποδόσφαιρο» και μας συνιστούσε να δούμε σε λίγες ημέρες τον τελικό Ισπανίας ή κάποιας άλλης σοβαρής χώρας, ο «πατριωτικός» λόγος υποχώρησε τελείως... Σε σημείο μάλιστα, προσχώρησης στις τάξεις του εχθρού: «Μου φαίνεται ότι πρέπει να τον αναλάβει η τρόικα για να δούμε σοβαρό τελικό κυπέλλου στην Ελλάδα!» είπε ο μεγαλύτερος της συντροφιάς...
ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΣ τα δύο στιγμιότυπα, θα έλεγα ότι, αν η «αθλητική φλυαρία» (που, κατά τον Ουμπέρτο Έκο, είναι υποκατάστατο της «πολιτικής φλυαρίας») είναι το «διάλειμμα για διαφημίσεις» στην ακατάσχετη πολιτικολογία της ελληνικής καθημερινότητας, επιβεβαιώνει τη διαπίστωση ότι οι μεγάλες αλήθειες δεν ακούγονται στο πλαίσιο των ηρωικών διακηρύξεων, αλλά την ώρα που ο καθένας από μας κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη, χωρίς διάθεση να κοροϊδέψει τον εαυτό του... Το περασμένο Σαββατόβραδο, μας προσέφερε τη χρυσή ευκαιρία μέσα από τη συμπυκνωμένη εικόνα εκατόν είκοσι λεπτών ποδοσφαιρικού αγώνα, να διαπιστώσουμε σε πόση υπόληψη έχουμε τη χώρα μας... Τα σχόλια που διαβάσαμε μετά τα εκατόν είκοσι λεπτά είτε στο ίντερνετ, είτε στις εφημερίδες θα είχαν αποτελέσει αιτία μιντιακού πολέμου, αν τα εξέφραζαν Γερμανοί και όχι Έλληνες...