* Από τον Χρίστο Λιάπη
Η τραγική και πρωτοφανής, τόσο για τη Μασαχουσέτη, όσο και για τον προσωπικό μου κύκλο εμπειριών, ακολουθία των γεγονότων μετά τις εκρήξεις στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, ο ανθρώπινος, θεσμικός, νομικός και πολιτικός απόηχος των οποίων παραμένει ακόμη ζωηρά αισθητός εδώ στην Αμερική, είχε ως αποτέλεσμα να περάσει σε δεύτερο πλάνο ένα άλλο σημαντικό γεγονός που –υπό πιο ομαλές συνθήκες- θα μονοπωλούσε τη δημοσιογραφική ατζέντα του διεθνούς πολιτικού ρεπορτάζ. Το γεγονός αυτό δεν είναι άλλο από την απώλεια της Μάργκαρετ Θάτσερ.
Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας για περίπου 11 χρόνια, βαρόνη με αφετηρία το παντοπωλείο του πατέρα της, πρωταγωνίστρια της διεθνούς πολιτικής σκηνής για ολόκληρη τη δεκαετία του ΄80, ταυτισμένη στερεοτυπικά -μαζί με το άλλο μεγάλο όνομα της νεότερης βορειοατλαντικής πολιτικής ιστορίας που επίσης υπέκυψε στο τέλος στην ανοϊκή διαταραχή, τον Ρόναλντ Ρίγκαν- με την πιο ακραία μορφή οικονομικού φιλελευθερισμού, υπερήφανη νικήτρια του πολέμου των Φόκλαντ, ευρωσκεπτικίστρια, μητέρα ενός «άσωτου υιού», Σιδηρά Κυρία στη μάχη της με τα συνδικάτα, συχνά αντιδραστική, πάντα δυναμική και στο τέλος ανοϊκή και άγαλμα στη Βουλή των Κοινοτήτων –ενώ ήταν ακόμη εν ζωή.
Αλλά ας αφήσουμε καλύτερα τον λόρδο Όουεν, πρώην υπουργό Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, εμπνευστή του ειρηνευτικού σχεδίου Βανς – Όουεν για τον τερματισμό του πολέμου στην πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία και Ψυχιάτρου κατά σπουδές να μιλήσει για αυτήν.
Γιατί πάντα, μετά τις απώλειες των ηγετών, ακολουθούν αγιογραφίες, οπότε καλύτερα να δούμε τι έγραφε ο λόρδος Όουεν για την προσφάτως εκλιπούσα, όχι τώρα, αλλά το 2008 και όχι σε κάποια πολιτική εφημερίδα, αλλά σε έγκριτο ιατρικό περιοδικό (Clinical Medicine –Royal College of Physicians), το οποίο φιλοξενούσε το επιστημονικό του άρθρο με τίτλο «Το σύνδρομο της Ύβρεως»:
«Η θέση της Μάργκαρετ Θάτσερ στην ιστορία είναι εξασφαλισμένη.... Όμως, το 1989 αισθάνθηκα ότι η επαφή της με την πραγματικότητα είχε αρχίσει να την εγκαταλείπει. Οι κεφαλικοί φόροι ήταν εντόνως αντιδημοφιλείς. Όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου, τον Νοέμβριο του 1989, αρνήθηκε να αναγνωρίσει πως η επανένωση της Δυτικής και της Ανατολικής Γερμανίας θα ερχόταν αμέσως στην πολιτική ατζέντα. Ένας υποκείμενος φόβος περί μιας μεγαλύτερης Γερμανίας άρχισε να αναπτύσσεται στις συναισθηματικά φορτισμένες ιδιωτικές της συζητήσεις, όπου μιλούσε για 4ο Ράιχ. Προειδοποίησε τον Τζορτζ Μπους τον Πρεσβύτερο ότι «αν δεν είμαστε προσεκτικοί, οι Γερμανοί θα πάρουν ειρηνικά αυτό που ο Χίτλερ δεν μπόρεσε να πάρει με τον πόλεμο». Το γεγονός ότι υπολόγισε εντελώς λανθασμένα την ταχύτητα της πολιτικής προστακτικής που οδηγούσε στην επανένωση της Γερμανίας, απετέλεσε ένα από τα σημάδια πως η πολιτική της κρίση είχε αρχίσει να διακυβεύεται εξαιτίας των πολιτικών της προκαταλήψεων και ότι η αυτοπεποίθησή της υπερακόντιζε την προσοχή της. Η Ύβρις, σε πλήρη έκπτυξη, έγινε φανερή όταν, στις 30 Οκτωβρίου του 1990 επέστρεψε στη Βουλή των Κοινοτήτων μετά τη Διάσκεψη Κορυφής των Ευρωπαίων Ηγετών στη Ρώμη... Η Νέμεσις ακολούθησε. Μέσα σε ένα μήνα, εκδιώχθηκε από το αξίωμά της από τα συντηρητικά μέλη του Κοινοβουλίου»
Σχεδίαζα ούτως ή άλλως να γράψω για αυτήν, καθώς η περίπτωσή της άπτεται τόσο της αμιγούς ιατρικής μου ιδιότητας όσο και του τρέχοντος ερευνητικού πεδίου στο οποίο δουλεύω, στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου του Tufts, υπό τον καθηγητή Νασσίρ Γκέμι (Nassir Ghaemi). O τελευταίος είναι –ανάμεσα στα άλλα- και ο συγγραφέας του best seller «A first rate madness», βιβλίο το οποίο πραγματεύεται τη διασύνδεση ανάμεσα στην ψυχιατρική παθολογία και την άσκηση εξουσίας σε υψηλό επίπεδο. Μαζί με τον λόρδο Όουεν, που επίσης έχει καταγράψει σημαντικές εκδοτικές επιτυχίες με το «Σύνδρομο της Ύβρεως» και με το «Ασθενείς Ηγέτες στην Εξουσία» αποτελούν πρωτοπόρους στο καινοφανές διεπιστημονικό πεδίο της «πολιτικής ψυχιατρικής» και της «ψυχολογίας της ιστορίας».
Πρώτος ο λόρδος Όουεν εισήγαγε στην ψυχιατρική νοσολογία, αλλά και στον χώρο των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών, μία καινούρια ψυχιατρική οντότητα που την ονόμασε «Σύνδρομο της Ύβρεως», δανειζόμενος τον όρο από την αρχαία ελληνική γραμματεία, όπου η υπέρβαση του μέτρου, η αλαζονεία και η περιφρόνηση για τους θεϊκούς και ανθρώπινους νόμους ονομαζόταν Ύβρις, με συνέπεια την αγανάκτηση των θεών (Νέμεσις) οι οποίοι έστελναν την Τήσι για να θολώσει την κρίση του υβριστή και να τον οδηγήσει στην καταστροφή. Σύμφωνα με τα γραφόμενά του, αρκετοί ηγέτες όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ, αλλά και ο Τόνι Μπλερ και ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος –κατά τον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου- έπεσαν θύματα του συνδρόμου αυτού, το οποίο συνδέεται άμεσα με την άσκηση εξουσίας.
Οι εκφάνσεις και οι συνέπειες του συνδρόμου αυτού δεν περιορίζονται, μάλιστα, στον χώρο της πολιτικής αλλά επεκτείνονται και σε όλα τα πεδία άσκησης εξουσίας (π.χ. διοικητικής, στρατιωτικής ή οικονομικής) με την οικονομική κρίση που ταλανίζει τα τελευταία χρόνια την Ενωμένη Ευρώπη -και ιδιαίτερα τη χώρα μας- να παρουσιάζεται από τον λόρδο Όουεν ως επακόλουθο της υβριστικής και αλαζονικής συμπεριφοράς και της μειωμένης επαφής με την πραγματικότητα αρκετών μεγαλοστελεχών, εκτελεστικών διευθυντών και διευθυνόντων συμβούλων των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Μια τέτοια προσέγγιση σίγουρα θα είχε αρκετό ενδιαφέρον αν, στα καθ’ ημάς, επιχειρούσαμε να δούμε κατά πόσον οι πολιτικοί ηγέτες που οδήγησαν τη χώρα μας σε αυτόν τον κυκεώνα διεθνούς επαιτείας και λιτότητας ήταν υπό την επήρεια του «Συνδρόμου της Ύβρεως»
Όμως, για την ώρα ας μείνουμε προσηλωμένη στη Μάργκαρετ Θάτσερ. Έχοντας, η ίδια, παραμείνει για αρκετά χρόνια στην εξουσία, άρχισε, προς το τέλος της θητείας της να πληροί αρκετά από τα κριτήρια του Συνδρόμου της Ύβρεως:
* Χρησιμοποιούσε για τον εαυτό της το Βασιλικό «Εμείς».
* Εμφάνιζε υπερβολική εμπιστοσύνη στην κρίση της και περιφρονούσε τις συμβουλές και την κριτική των άλλων.
* Εμφάνιζε υπερβολική αυτοπεποίθηση, μέχρι των ορίων της παντοδυναμίας, σε ό,τι αφορά σε αυτά που μπορούσε μόνη της να επιτύχει.
* Απώλεσε την επαφή της με την πραγματικότητα, σε συνδυασμό με σταδιακή απομόνωσή της.
* Επέδειξε υβριστική αδυναμία, όταν τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν άσχημα για τη Μεγάλη Βρετανία, εντός της τότε ΕΟΚ, επειδή, εξαιτίας της υπερβολικής της αυτοπεποίθησης αδιαφορούσε για τις λεπτομέρειες της πρακτικής εφαρμογής της πολιτικής της.
Και όλα τα ανωτέρω, εμφανίστηκαν υπό τη διαβρωτική επίδραση της εξουσίας, χωρίς η βαρόνη Θάτσερ να έχει επιδείξει αλαζονικά στοιχεία ή συμπεριφορές υπερβαίνουσες το μέτρο προτού αναλάβει την πρωθυπουργία, ούτε κατά τα πρώτα χρόνια της θητείας της. Αυτό είναι ενδεικτικό της δυσκολίας που ανακύπτει στην ερευνητική προσπάθεια που έχω αναλάβει, μαζί με τον καθηγητή Γκέμι και τον λόρδο Όουεν, ετοιμάζοντας ένα επιστημονικό άρθρο σχετικά με τους παράγοντες που θα μπορούσαν να προβλέψουν το κατά πόσον ένας πολιτικός ή επιχειρηματικός ηγέτης είναι πιθανόν να υποκύψει ή όχι στις παγίδες του «Συνδρόμου της Ύβρεως» μετά την ανάληψη της εξουσίας. Ποιος θα μπορούσε να προβλέψει άραγε ότι η πάντα συγκρατημένη και συγκροτημένη κόρη του παντοπώλη από το Grantham της κομητείας του Λίνκολνσάιρ, με τις σπουδές χημείας στην Οξφόρδη, θα εξελισσόταν σε αλαζονικό πολιτικό σύμβολο του νεοφιλελευθερισμού, εφαρμόζοντας οικονομική πολιτική αντίστοιχη του Δικτάτορα της Χιλής και μετέπειτα φίλου της, Αγκούστο Πινοσέτ, συμπεριφερόμενη σκαιότατα στους υπουργούς της και κραυγάζοντας εντός του κοινοβουλίου κατά της επανένωσης των δύο Γερμανιών;
Και όλα αυτά προτού η ανοϊκή διαταραχή αρχίσει να κλέβει λίγο-λίγο τις αναμνήσεις της, προτού οι διαταραχές μνήμης την αναγκάσουν να περιορίσει τις δημόσιες εμφανίσεις της. Γιατί η πιο διαβρωτική από όλες τις επιδράσεις που έχω γνωρίσει, τόσο ως γιατρός, όσο και ως άνθρωπος και ως πολίτης, δεν είναι η φανταχτερά εξωστρεφής αλαζονική επίδραση της εξουσίας.
Είναι η ύπουλη, υποστροφική επίδραση της φθοράς που επιφέρει στους ανθρώπους ο χρόνος, στομώνοντας σιγά-σιγά τους αγγειακούς κλάδους της θνητής μας φύσης με το στενωτικό υλικό των θρομβώσεων, εκφυλίζοντας και νεκρώνοντας τα νευρικά κύτταρα, προσβάλλοντας ανεπανόρθωτα τις εγκεφαλικές περιοχές της μνήμης, της κρίσης και της απόφασης. Λες και υφαίνει, κάτω από την αραχνοειδή μήνιγγα του εγκεφάλου μας, τον θανάσιμο ιστό της τελικής ήττας της θνητής μας φύσης. Και αυτό συμβαίνει αναπόδραστα, όσες νίκες (στα Φόκλαντ ή στο κοινοβούλιο ή στην Οξφόρδη...) και αν αξιώθηκε ποτέ η κάθε ανθρώπινη προσωρινότητα και όσες και αν ήταν οι φορές που η γλυκά μαυλιστική υπερβολή της ύβρεως προέταξε την απατηλή υπόσχεση της υπέρβασης της μοίρας και των ορίων των θνητών.
Ίσως η άνοια που την ταλαιπώρησε κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της να ήταν και ένα είδος λύτρωσης για τη βαρόνη Θάτσερ, καθώς την κρατούσε σε νοητική και φυσική απόσταση από τα αναξιοπρεπή καμώματα και τις διεθνείς ποινικές καταδίκες του γιου της που πάντοτε την πλήγωναν.
* Ο Χρίστος Χρ. Λιάπης είναι Ειδ/νος Ψυχίατρος - Πανεπιστήμιο Tufts της Βοστώνης Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού Παν/μίου Αθηνών