Έπαιρνα τα πρωινά μου χάπια γιατρέ, όταν το τηλέφωνο χτύπησε. Ήταν η κόρη μου από τη δουλειά της που μου ανήγγειλε, ζητώντας μου να φανώ ψύχραιμη, πως είχατε χάσει τη μάχη για τη ζωή. Και ήταν πριν πέντε χρόνια, τέτοια εποχή, όταν μπερδεμένη συναισθηματικά, σας συνάντησα για πρώτη φορά στο γραφείο σας, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας. Ερχόμουν με την εύκολη και βολική διάγνωση, για όλους, «κατάθλιψη».
Βομβαρδισμένη από δεκαπενταετή αντικαταθλιπτική αγωγή πλην όμως ιατρικά ακάλυπτη, στην ουσία, μετά από μια όχι και τόσο επιτυχημένη τοποθέτηση δακτυλίου, στην προσπάθειά μου να ελέγξω την ασυγκράτητη βουλιμία μου και τα 120 κιλά μου. Πήρατε το ιστορικό μου, ουσιαστικά το ψυχογράφημά μου, σημειώσατε την αγωγή μου και ζητήσατε να με ξαναδείτε σε 15 μέρες. Μου είπατε να γράψω κάτι σαν ημερολόγιο κυρίως από τα παιδικά μου βιώματα.
Στη δεύτερη επίσκεψή μου, εκτός από τις σημειώσεις που μου είχατε ζητήσει, σας έφερα και την πρώτη μου ποιητική συλλογή, εκτιμώντας πως θα βοηθούσε περισσότερο στην ψηλάφιση του συναισθηματικού μου κόσμου. Ήρεμα και μειλίχια με ευχαριστήσατε. Ακολούθησαν άλλες δύο ανά δεκαπενθήμερο επισκέψεις. Ήμουν δύσκολη περίπτωση άραγε; Δεν σας το ρώτησα ποτέ. Όταν συνταγογραφήσατε πρώτη φορά για μένα, με κοινή απόφαση, μου μειώσατε χάπια και η διάγνωσή σας ήταν «συναισθηματική διαταραχή».
Στην πορεία οι επισκέψεις έγιναν μηνιαίες, με σταθερή σταδιακή μείωση δοσολογίας και φαρμάκων. Στην πορεία επίσης ενισχύθηκαν τα υπάρχοντα ενδιαφέροντά μου όπως θέατρο, κινηματογράφος, μουσική για τα οποία πάντα με ρωτούσατε χωρίς να καταφεύγετε στις σημειώσεις σας. Μέχρι και κριτική ταινιών και θεάτρου κάναμε μαζί γιατρέ μου.
Εξέδωσα και δεύτερη ποιητική συλλογή μέσα σ' αυτά τα χρόνια. Η βουλιμία μου άρχισε να ελέγχεται και εσείς κάθε φορά με ενισχύατε λέγοντας «μπράβο, αδυνατίσατε κι άλλο». Οι επισκέψεις μου έφτασαν να γίνονται κάθε τρίμηνο πια για μία, απαραίτητη για μένα, επαφή και συνταγογράφηση. Και κάπου εκεί, πριν ενάμιση χρόνο, οι απόπειρές μου για τσεκάρισμα ραντεβού ήταν ανεπιτυχείς. Πρέπει να κράτησαν αυτές οι προσπάθειες γύρω στο εξάμηνο.
Σ' αυτό το χρονικό διάστημα, ο γιατρός που απευθύνθηκα για συνταγογράφηση έκρινε πως έπρεπε να μου προσθέσει ένα καινούριο σκεύασμα. Αποτέλεσμα ήταν να έχω 15 μέρες σχεδόν απώλεια συνείδησης. Αν και του ζήτησα αλλαγή σκευάσματος δεν το έκανε. Αναγκάστηκα να σας ενοχλήσω στο κινητό σας. Μου μειώσατε σε mg τη δόση του φαρμάκου και μου είπατε να σας τηλεφωνήσω ξανά. Σας ρώτησα για την υγεία σας. Μου είπατε «τώρα καλύτερα».
Ίσως ήμουν από τα πρώτα σας ραντεβού όταν επιστρέψατε στη θέση σας. Σας βρήκα λίγο χλωμό αλλά σταθερά ενδιαφερόμενο για την ψυχική μου κατάσταση, η οποία είχε βελτιωθεί με τις συμβουλές σας έστω και από τηλεφώνου. Ακολούθησαν άλλα δύο τριμηνιαία ραντεβού για συνταγογράφηση. Πάντα ρωτούσα για την υγεία σας και ποτέ δεν μου περάσατε ούτε καν υποψία πως δίνατε έναν προσωπικό αγώνα.
Δεν ξέρω τι να πω. Ήταν προαίσθημα; Ήταν κάτι σαν «υφέρπουσα τηλεπάθεια»; Όταν χρειάστηκα συνταγογράφηση πριν δύο μήνες περίπου σας τηλεφώνησα στο κινητό σας. Δεν ήξερα καν αν λείπατε πάλι για λόγους υγείας. Σας είπα πως αποφάσισα να απευθυνθώ στην πόλη μου σε ψυχίατρο για συνταγογράφηση και σας ζήτησα να τον ενημερώσετε. Το κάνατε και αυτό. Ήταν η τελευταία μας επικοινωνία, δυστυχώς.
Και έτσι σήμερα βρίσκομαι αντιμέτωπη με ένα δίλημμα Κύριε Μουζα, γιατρέ, άνθρωπε, Οδυσσέα. Να σας αποχαιρετίσω όπως το κείμενό μου με καθοδηγεί; Να το συντομεύσω για τις ανάγκες χώρου της εφημερίδας; Σεβόμενη όσα σαν επιστήμονας και άνθρωπος μου προσφέρατε αφήνω το κείμενο μου ανέπαφο.
Τρίκαλα, Ρόρη Μάτη