Από τον Μιχαήλ Γκρίλλα
Με την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού κ. Σαμαρά στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος ως γνωστόν συνοδεύετο από δέκα υπουργούς και πάνω από ογδόντα επιχειρηματίες, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις φαίνεται να εισέρχονται πλέον σε νέα πιο δυναμική και ενδιαφέρουσα φάση και ότι ο διάλογος και η συνεργασία σε θέματα χαμηλής πολιτικής όπως είναι, η ανάπτυξη του εμπορίου, του τουρισμού, των μεταφορών και του επιχειρείν, αρχίζει για τα καλά να προχωρά και ας ελπίσουμε όλοι μας, ότι τελικά αυτό, θα προβεί προς όφελος αμφοτέρων των λαών.
Βέβαια τα προβλήματα, που υπάρχουν στις σχέσεις των δύο χωρών, όπως το Κυπριακό και το Αιγαίο, είναι πολλά μακροχρόνια άνω των 40 ετών, δύσκολα, δυσεπίλυτα και το χάσμα είναι μεγάλο και αγεφύρωτο και ακόμα δεν φαίνεται να έχουν ωριμάσει εκατέρωθεν, οι συνθήκες για να έλθουμε επιτέλους με τους Τούρκους, σε έναν ιστορικό συμβιβασμό και να εξομαλυνθούν για τα καλά και για πάντα οι σχέσεις μας. Δόθηκε όμως η ευκαιρία, στον Έλληνα πρωθυπουργό να τονίσει στους συνομιλητές του, ότι η επίλυση των διαφορών μας, στο Αιγαίο θα πρέπει να έχει ως βάση, το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, για να πάρει την απάντηση από τον Ερντογάν του «καζάν-καζάν», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «όλοι κερδισμένοι», που υποκρύπτει μάλιστα τη συνεκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου τούτου (Αιγαίου).
Ας αφήσουμε λοιπόν κατά πάντα τις διαφορές μας, που μας χωρίζουν με την Τουρκία και ας έλθουμε σε εκείνα, που βοηθούν στην ανάπτυξη των δύο χωρών και ας δούμε τη γειτονική μας αυτή χώρα, ως στρατηγικό εμπορικό εταίρο και ας σταθούμε στα οικονομικά οφέλη, που μπορούν να προκύψουν απ’ αυτή τη συνεργασία, σε θέματα «χαμηλής πολιτικής και καθημερινότητας» και της ενίσχυσης του κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Κατά τη συνάντηση κορυφής, υπεγράφησαν ως γνωστόν 25 συμφωνίες, με τις οποίες εκτιμάται ότι επετεύχθη ο στόχος της βελτίωσης του κλίματος, στις διμερείς σχέσεις. «Θερμό» κλίμα επικράτησε και στο τετ -α- τετ των δύο πρωθυπουργών διάρκειας μιας ώρας και 45 λεπτών, παρότι συζητήθηκε ολόκληρο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένου του Κυπριακού και του «αγκαθιού» της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, χωρίς φυσικά να προκύψει κανένα θετικό βήμα, απεναντίας διαπιστώθηκε για μια φορά ακόμα το υφιστάμενο χάσμα.
Η Τουρκία είναι μια αγορά 80.000.000 ανθρώπων, με ταχεία ανάπτυξη 8,5% του ΑΕΠ το 2011 και ανερχόμενη οικονομική περιφερειακή κυρίαρχη δύναμη 17η σήμερα στον κόσμο, ανήκει στις G20 χώρες και έχει ως εθνικό στόχο, μέχρι το 2030 να καταστεί 10η στον κόσμο. Το 2000 οι εξαγωγές της Τουρκίας στο σύνολό τους ήσαν 21 δισ. ευρώ για να φθάσουν το 2012 στα 114 δισ. ευρώ. Οι μεταξύ μας εμπορικές συναλλαγές το 2012 διαμορφώθηκαν στα 5 δισ. ευρώ και είχαμε 3,5 δισ. ευρώ εξαγωγές και μόλις 1,5 δισ. ευρώ εισαγωγές απ’ αυτήν. Συνεπώς βλέπουμε ότι το μεταξύ μας εμπορικό ισοζύγιο πληρωμών, είναι πολύ θετικό 2 δισ. ευρώ υπέρ της χώρας μας. Μέχρι το 2016 εκτιμάται ότι οι ετήσιες εμπορικές συναλλαγές μπορούν να φθάσουν τα 10 δισ. ευρώ.
Η τέταρτη σε μέγεθος τράπεζα της Τουρκίας η Finansbank είναι θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας. Θεωρείται φιλέτο στην πολλά υποσχόμενη αγορά της Τουρκίας, με 400 εκατ. ευρώ κέρδη στο 9μήνο του 2012.
Στρατηγικός στόχος της Intralot θυγατρική της Intracom, που ειδικεύεται στα τυχερά παιχνίδια, είναι να διεκδικήσει τον υπό ιδιωτικοποίηση Τουρκικό ΟΠΑΠ (Mili Piyango) μέσω κοινοπραξίας, με σκοπό στη συνέχεια να επεκταθεί σε Καζακστάν και Τουρκμενιστάν, ακολουθώντας το πετυχημένο μοντέλο του Αζερμπαϊτζάν.
Την αγορά της Τουρκίας μαζί με εκείνες της Μέσης Ανατολής, αλλά και της Β. Αφρικής, έχει βάλει εδώ και καιρό ο όμιλος των ΕΛΠΕ στη γειτονική μας χώρα. Τα ΕΛΠΕ εκτός από καύσιμα (ντίζελ) εξάγουν ήδη μεγάλες ποσότητες σε πετροχημικά και νάφθα στη γειτονική μας χώρα.
Στις ιχθυοκαλλιέργειες οι Έλληνες επιχειρηματίες, συζητούν για την από κοινού χρηματοδότηση, επενδύσεων με Τούρκους συναδέλφους τους, όπως επενδύσουν μαζί σε αραβικές χώρες στη Β. Αφρική αλλά και στην Ισπανία.
Το 60% του βαμβακιού μας το αγοράζουν οι Τούρκοι και αυτοί στη συνέχεια το μετατρέπουν σε ένδυμα με κύριους πελάτες τους Ευρωπαίους αλλά και εμάς τους Έλληνες.
Το 2012 περισσότεροι από 500.000 Τούρκοι επισκέφθηκαν τη χώρα μας και εάν ρυθμιστεί το θέμα της βίζας τότε τα νησιά του Αιγαίου θα κατακλύζονται από Τούρκους τουρίστες.
Εάν λάβουμε υπόψη το θερμό κλίμα και τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες, διεξήχθησαν οι συνομιλίες αυτές και ότι όλα τα ΜΜΕ ηλεκτρονικά και έντυπα της Τουρκίας, προέβαλαν θετικά ως πρώτο θέμα, αυτή τη συνάντηση, που είναι η δεύτερη συνεδρίαση του διμερούς Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο Χωρών, η πρώτη είχε γίνει την 14-5-2010 στην Αθήνα, όπου τότε είχαν υπογραφεί 21 συμφωνίες, μπορούμε να πούμε ότι, η επαφή αυτή, επέτυχε του σκοπού της και ότι διανοίγονται πλέον μεγάλες προοπτικές, για την περαιτέρω βελτίωση των μεταξύ σχέσεών μας, επ’ ωφελεία φυσικά και των δύο πλευρών.
Γίνεται έτσι φανερό ότι αυτό, που τώρα προκύπτει είναι να εκφραστεί ξεκάθαρα πλέον η πολιτική βούληση των δύο μερών ότι έφθασε επιτέλους η ώρα και η στιγμή να τα βρουν. Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει να είναι διατεθειμένες οι δύο χώρες, να απαλλαγούν οριστικά, από την επιρροή των γνωστών ακραίων εθνικιστικών και ανεγκέφαλων θα έλεγα κύκλων, οι οποίοι τόση ζημιά προκαλούν όλα αυτά τα χρόνια και δεν αφήνουν να λυθούν τα όντως χρόνια προβλήματα, που υπάρχουν στις σχέσεις μας και μας έχουν οδηγήσει τέσσερις φορές στα πρόθυρα πολέμου (1967 - 1974 -1987 – 1996). Μόνο τότε υπάρχει ελπίδα να προκύψει μια νέα εποχή στις σχέσεις των δύο χωρών. Ο Ερντογάν φαίνεται να έδειξε ότι έχει την πολιτική βούληση, για την οριστική επίλυση των διαφορών μας και δεν έχει παρά έμπρακτα να το αποδείξει.