Από τη Μαριαλένα I. Κοντογιάννη
Με αφορμή το περιστατικό που συγκλόνισε και βύθισε σε πένθος ολόκληρη τη χώρα μας ,το ζήτημα της ενδοσχολικής βίας (bullying) έχει έρθει ξανά στο προσκήνιο των συζητήσεων. Δε θα ασχοληθούμε με κάποιον συγκεκριμένο ορισμό, είναι άλλωστε γνωστό σε όλους το περιεχόμενο των παραπάνω όρων. Είμαστε πλέον εξοικειωμένοι με αυτή τη μορφή ρατσισμού. Κάποιοι την έχουμε παρατηρήσει ως απλοί παρατηρητές να συμβαίνει γύρω μας, κάποιοι άλλοι την έχουν βιώσει, ενώ υπάρχουν κι εκείνοι που την έχουν προξενήσει. Πολλοί λίγοι είναι ωστόσο οι άνθρωποι που τολμούν να υψώσουν ανάστημα και να καταγγείλουν ότι οι ίδιοι ή κάποιος φίλος τους υφίστανται μία τέτοια απάνθρωπη συμπεριφορά.
Όμως τι είναι αυτό που ωθεί τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τα παιδιά σε βίαιες συμπεριφορές, τι είναι αυτό που τους κάνει να αισθάνονται ικανοποίηση βλέποντας κάποιον άλλον να υποφέρει; Τις βαθύτερες αιτίες θα πρέπει ίσως να αναζητήσουμε στην πρώτη ακόμη σχολική ηλικία. Εκεί που όλοι πιστεύουμε στην αγνότητα και αθωότητα των κινήτρων και των συμπεριφορών των παιδιών. Θα πρέπει να ερευνήσουμε τις πράξεις των παιδιών, τη στάση τους απέναντι στους συμμαθητές τους και να καταγράψουμε οποιαδήποτε αρνητική συμπεριφορά εμφανίζουν καθώς και τους λόγους που την προκαλούν.
Ας μην ξεχνούμε ότι πέρα από τα εγγενή χαρακτηριστικά που διαθέτουν τα παιδιά, αρκετές φορές οι πράξεις τους αποτελούν μίμηση των μεγαλύτερων, όπως για παράδειγμα πρόσωπα του συγγενικού τους περιβάλλοντος ή του ευρύτερου κύκλου τους και μια σειρά άλλων προτύπων των ΜΜΕ κτλ. Εάν κάποια βίαιη συμπεριφορά, όπως παρουσιάζεται συχνά σε διάφορες ταινίες, αντιμετωπιστεί με ωραίο και ενθαρρυντικό τρόπο, τυλιγμένη σε ένα σύννεφο ενθουσιασμού ή ακόμη και θαυμασμού, τότε το παιδί μπορεί να ταυτιστεί με αυτή και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο να προσπαθήσει να τη μιμηθεί. Η υπό διαμόρφωση προσωπικότητά του δε βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα να κρίνει και να αξιολογήσει σωστά ποια συμπεριφορά είναι αρμοστή και ποια όχι.
Είναι λοιπόν στο χέρι των γονέων και των δασκάλων να βοηθήσουν τα παιδιά να κατανοήσουν πού σταματούν τα όρια της ελευθερίας τους και πού αρχίζει η ελευθερία των άλλων ανθρώπων. Να καλλιεργήσουν στα παιδιά το αίσθημα του σεβασμού στα δικαιώματα, τα χαρακτηριστικά και τη διαφορετικότητα των άλλων ανθρώπων, των άλλων παιδιών. Η ανάρμοστη συμπεριφορά δε θα πρέπει να περνάει ασχολίαστη ή απαρατήρητη, αλλά να τονίζεται και να υποδεικνύεται το λάθος στο παιδί. Οι γονείς οφείλουν να θωρακίσουν τα παιδιά τους με φρονήματα ηθικής και ευγένειας, ενώ οι δάσκαλοι με αισθήματα συναγωνιστικότητας και ενότητας.
Το πιο σημαντικό από όλα όμως είναι να αναθεωρήσουν τις συμπεριφορές τους τα ίδια τα παιδιά που ασκούν ή που δέχονται τη βία. Οι πρώτοι θα πρέπει να κατανοήσουν την ανηθικότητα και τις συνέπειες των πράξεων τους τόσο στο περιβάλλον τους όσο και στον ίδιο τους τον εαυτό. Με το να συμπεριφέρονται άσχημα στα υπόλοιπα παιδιά δεν τους κάνει ούτε πιο έξυπνους ούτε πιο δυνατούς, ενώ σε καμία περίπτωση δε γίνονται ανώτεροι. Οι δεύτεροι θα πρέπει να αναζητήσουν μέσα τους το κουράγιο και τη δύναμη να καταπολεμήσουν το φόβο τους και να καταγγείλουν στους αρμόδιους φορείς οποιαδήποτε μορφή βίας αντιμετωπίζουν. Το ίδιο οφείλουν να πράξουν και όσοι «ουδέτεροι» τυχαίνει να βρίσκονται παρόντες σε σκηνές «bullying». Με το να μένουν αμέτοχοι ή να σιωπούν δεν προστατεύουν τον εαυτό τους και τους φίλους τους, απλώς κουκουλώνουν και επιβαρύνουν το υφιστάμενο πρόβλημα.
Η προβληματική συμπεριφορά των παιδιών μπορεί να έχει ποικίλες αιτίες που ξεκινούν από το σπίτι για να ενισχυθούν έπειτα στο σχολείο. Ο άκρατος ανταγωνισμός που κυριαρχεί στις περισσότερες τάξεις πηγάζει από την πίεση για επιτυχία που ασκείται από τους μεγαλύτερους. Τα παιδιά επιφορτίζονται με τις ανησυχίες ή τις φιλοδοξίες των γονέων. Δεν ενθαρρύνονται οι επιλογές τους και είναι μετρημένες οι φορές που λαμβάνονται υπόψη οι επιθυμίες τους. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με πολλούς άλλους παράγοντες μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση ακραίων συμπεριφορών, που ενδεχομένως να αποβεί μοιραία τόσο για τα ίδια όσο και για το ευρύτερο περιβάλλον τους.
Συνοψίζοντας, οφείλουμε να ερευνούμε τη συμπεριφορά των παιδιών και να σημειώνουμε οποιοδήποτε περιστατικό αρνητικής συμπεριφοράς τραβάει την προσοχή μας, όσο ασήμαντο κι αν αυτό φαντάζει στην αρχή. Είτε πρόκειται για τους γονείς είτε για τους εκπαιδευτικούς των τάξεων. Επιθυμούμε να δημιουργήσουμε στα σχολεία ένα φιλικό και φιλόξενο περιβάλλον για να αναπτύξουν τα παιδιά μας πολύπλευρες και ολοκληρωμένες προσωπικότητες, να κοινωνικοποιηθούν και να βιώσουν ευχάριστες εμπειρίες μακριά από τη σκιά του εκφοβισμού. Ας φροντίσουμε λοιπόν όλοι μαζί να τους χαρίσουμε μία υγιή παιδική ηλικία, που θα συμβάλει σε ένα καλύτερο για εκείνα μέλλον. Έτσι ώστε να μη θρηνήσουμε άλλα θύματα και να μη δημιουργήσουμε άλλους μελλοντικούς θύτες!
* Η Μαριαλένα I. Κοντογιάννη, είναι τελειόφοιτη του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ.