Ο ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ ο ψαράς, είχε μια βαρκούλα που την έλεγε «ψαροπούλα». Οι φίλοι του όμως θέλοντας να τον πειράξουν κάθε φορά που δεν τσιμπούσαν τα ψάρια, τη βάπτιζαν κοροϊδευτικά χάριν του ονόματος του καπετάνιου... ψαροκώσταινα! Το βαρκάκι που έμοιαζε πολύ με την Ελλάδα, έπλεε πότε σε ήρεμα, πότε σε τρικυμιώδη και άγρια νερά. Καλά, θα πείτε τώρα, ιστοριούλες για παιδάκια μας λες; Κυρίως για μεγάλους, θα έλεγα, διδακτικές όσο και πραγματικές όπως κι αυτή...
Ο ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ, λοιπόν, πήρε τους φίλους του ένα απόβραδο καλοκαιρινό με μπουνάτσα και ανοίχτηκαν στη θάλασσα για τσαπαρί. Έβγαλε καιρό όμως και όπως γινόταν πάντα, ο φίλος μας ο... ψαροκώστας, λίγο πριν μας... σκεπάσουν τα κύματα, έβαζε μπρος τη μηχανή για να βγούμε στη στεριά. Ήταν καλός καπετάνιος, αν και ξεροκέφαλος, ήξερε από θάλασσα. Πάντα την τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά στο τσακ γλιτώναμε... Όχι όμως τούτη τη φορά, αφού η μηχανή δεν έπαιρνε μπροστά και η νύχτα με έναν αέρα να λυσσομανά και βροχή δυνατή απομάκρυνε τις ελπίδες μας να σωθούμε. Και ξαφνικά μες στη νύχτα, στο βάθος, ένα φως... Έρχεται από τ΄ ανοιχτά προς την ακτή, να σωθεί απ’ τον καιρό, ο καπετάν - Μηνάς με το καΐκι του. Και ενώ μας πλησίαζε, ο Νικόλας πιο φοβητσιάρης της παρέας μας (των παρ’ ολίγο ναυαγών), σηκώνεται και φωνάζει όσο πιο δυνατά: «Εδώ, εδώ, βοήθεια... καπετάν - Μηνά, βοήθεια...». Ο ψαροκώστας, βλέποντας την απελπισμένη κίνηση του Νικόλα, αφήνει τις προσπάθειες να βάλει μπρός τη μηχανή και «αρπάζει» τον Νικόλα απ το γιακά: «Αστον αυτόν... άστον τον κερατά, μην τον φωνάζεις, δεν σου είπα, είμαστε μαλωμένοι σου λέω!»...
ΑΠΟ τότε, η ιστορία του Κωνσταντή του ψαρά, που προτιμούσε να πνιγεί μαζί με τους φίλους του, παρά να ζητήσει βοήθεια από έναν συγχωριανό του, που έτρεφε αγιάτρευτο μίσος επειδή κάποτε καβγάδισαν για τα πολιτικά σε έναν καφενέ, έρχεται συχνά στο μυαλό μου και μου κάνει περίεργους συνειρμούς. Γιατί, εκείνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα. Η «ψαροκώσταινα», το βαρκάκι που λέγαμε, που έμοιαζε με την Ελλάδα την «ψωροκώσταινα», βγήκε στη στεριά έστω μετά από τρεις ώρες προσπάθεια με τα κουπιά... Βοήθεια δεν ζήτησε ο καπετάνιος και δεν θα είναι υποχρεωμένος ποτέ στον καπετάν - Μηνά.
ΟΤΑΝ ρώτησα τον Κωνσταντή, μετά από χρόνια, τι θα συνέβαινε αν εκείνο το βράδυ ζητούσε τη βοήθεια του ορκισμένου εχθρού του, η απάντηση που έλαβα ακόμα με προβληματίζει:
«Κοίταξε, μου είπε, αν με βοηθούσε, σήμερα θα ήμουν αναγκασμένος να του χαμογελάω και να τον ευγνωμονώ μια ζωή. Δεν θα τον ξεχρέωνα με τίποτα, πάντα θα του χρωστούσα... Αλλά το χειρότερο για μένα, αν συνέβαινε τότε θα ήταν και να του ζητούσα βοήθεια και να είχα πνιγεί κιόλας. Κατάλαβες; Και ντροπιασμένος και πνιγμένος!».
ΑΚΟΜΑ αυτή η πραγματική ιστορία, που μοιάζει περισσότερο με ανέκδοτο, με προβληματίζει. Θα μας έπνιγε ο μπαγάσας... Τι θα συνέβαινε, όμως, αν και ο καπετάνιος του ελληνικού σκάφους, αρνούνταν τη βοήθεια των δανειστών; Πάντως για το τέλος της ιστοριούλας ο δικός μας ο ψαράς, ο Κωνσταντής, εξακολουθεί να ζει καλά στο ψαροχώρι του και κυρίως να μην χρωστάει την παραμικρή υποχρέωση στον καπετάν - Μηνά...
Χρήστος Τσαντήλας