Ο ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ γνωστής ταβέρνας της περιοχής, (που κάποτε ήθελες μέσον για να βρεις θέση), έφερε τον λογαριασμό και τον ακούμπησε στο τραπέζι διστακτικά. Με κινήσεις μάλλον... ενοχής. Ενενήντα πέντε ευρώ για τέσσερα άτομα! (... και τα φρούτα προσφορά του καταστήματος!) Τουτέστιν, μεταφραζόμενο σε ελληνικό χρήμα, κάτι παραπάνω από 30 χιλιάδες δραχμές για ένα κιλό παϊδάκια, δύο μπιφτέκια, λίγα πιάτα... πλαστικής πατάτας και κονσερβοποιημένων αλοιφών εν είδει... σαλατικών! Ο οικοδεσπότης που θα πλήρωνε και το λογαριασμό, έκανε τον δικό του συλλογισμό: «Θυμάμαι το ΄85 δούλευα οκτάωρο νυχτερινό και ανθυγιεινό και ο μισθός μου ήταν κάπου 15.600 δραχμές! Δηλαδή, αν καταλάβατε, θα έπρεπε να δουλεύω δύο μήνες τότε, για να φάω ένα κιλό παϊδάκια σήμερα!».
«ΔΕΝ πάει έτσι», θα πει κάποιος, προσαρμοσμένος και προσγειωμένος στη (μετά δραχμής) πραγματικότητα, χωρίς όμως και να μπορεί να εξηγήσει στους συνδαιτυμόνες, για χάρη της κουβέντας βεβαίως,... «πώς γίνεται βρε παιδάκι μου, τα παϊδάκια που κάνουν το πολύ 10 ευρώ στο κρεοπωλείο, να φτάνουν στο πιάτο σου γαρνιρισμένα με πατάτες... ενενήντα!».
«Και πώς γίνεται να μιλάνε όλοι για κρίση για τον καημένο τον κοσμάκη που έκοψε πλέον τις πολλές εξόδους και κανείς να μην κάνει πίσω; Γιατί δεν κατεβάζουν τις τιμές;
Η δεύτερη κουβέντα έγινε σε παραλιακό καφέ. Τέσσερις (μοντέρνοι) ευρωπαϊκοί καφέδες (της εποχής βεβαίως) και ένα τσάι (σιγά μην υποχρεωθεί ο κόσμος να πίνει μόνο ελληνικό καφέ) σύνολον 15 ευρώ, τουτέστιν 5.500 δραχμούλες! Αν θυμάμαι καλά, έλεγε πάλι ο γνωστός αντιδραστικός της παρέας, «τότε με ένα πεντοχίλιαρο, αγόραζες καφέ να έχεις και στα... γεράματα!» «Στο... τροκαντερό των Παρισίων τον πίνουμε φθηνότερο τον καφέ από την παραλία Σκοτίνας!».
ΥΣΤΕΡΑ η συζήτηση ήρθε και σε άλλα. Τη βενζίνη (ακριβότερη και από το κρασί) και τη θέρμανση στο σπίτι, τα φροντιστήρια των παιδιών που αραίωσαν και τα απανωτά χαράτσια, στους νέους μας και την ανεργία που τους... καταπίνει, στο ενοίκιο του σπιτιού και το δάνειο, στα φάρμακα και τη διασκέδαση, στις υποχρεώσεις και στις απαιτήσεις, στην πολιτική... και την κατάντια μας... Κοινός παρονομαστής... «που να πάρει και να σηκώσει»!
ΜΙΑ κυριακάτικη εκδρομή, συννεφιασμένη και καταθλιπτική. Οι περισσότεροι χωρίς τη διάθεση και την καλή ψυχολογία των παλιών καλών ημερών. Στο δρόμο τα αυτοκίνητα έχουν αραιώσει, τα «πέρα δώθε» περιορίστηκαν δραματικά και στα παραλιακά μαγαζιά οι σερβιτόροι σκοτώνουν πλέον μύγες! Με τους επαγγελματίες να φαίνεται ότι προτιμούν τις... μύγες από το να κατεβάσουν τις τιμές. Και από πάνω να διαμαρτύρονται γιατί η κρίση και μόνο φταίει που κλείνουν τα μαγαζιά. Κανείς δεν κάνει πίσω, κανείς δεν προσπαθεί, η δεκαετία της «ένοχης χλιδής» και του «ακούραστου πλουτισμού», έχουν αλλοτριώσει το κακομαθημένο έθνος. Και δυστυχώς, θα αργήσει πολύ να συνέλθει...
«ΕΙΜΑΣΤΕ έθνος ανάδελφο», είπε κάποτε ο πρόεδρος Χρ. Σαρτζετάκης, αλλά το ένιωσα κι αλλιώς, αυτή την χλωμή Κυριακή. «Πρόεδρε, όχι μόνον έθνος ανάδελφο αλλά και... αδιόρθωτο, θα συμπλήρωνα εγώ»!
Χρήστος Τσαντήλας