Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Μπορεί η κυβέρνηση και τα κυρίαρχα ΜΜΕ να συνεχίζουν την υπερπροβολή των καταιγιστικών αποκαλύψεων περί την εγκληματική δραστηριότητα της ναζιστικής «Χρυσής Αυγής» (και καλά κάνουν, αν και έχουν ξεπεράσει κάθε μέτρο) πλην, όμως, για προφανείς λόγους αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, υποβαθμίζουν όλα τα άλλα καυτά ζητήματα της καθημερινότητας, δηλαδή την καλπάζουσα ανεργία, τις απολύσεις (με τον μανδύα της διαθεσιμότητας) τους φόρους και κυρίως τα νέα μέτρα που έρχονται.
Τα νέα μέτρα, τα οποία, ως συνήθως, διαψεύδει η κυβέρνηση, αλλά τα οποία έχουν, ήδη, προαναγγείλει ως αναπόφευκτα, τόσο το ΔΝΤ (που ως του θαύματος κι αυτό τα διαψεύδει…) όσο και το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, καθώς και σημαντική μερίδα του διεθνούς Τύπου, που τονίζουν αυτό που άπαντες (πλην φυσικά των κυβερνώντων) παραδέχονται ότι, δηλαδή, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι απαιτείται ένα ουσιαστικό του «κούρεμα».
Ωστόσο, επί του προκειμένου, συνεχίζουν να ερίζουν το ΔΝΤ και το Βερολίνο, με το μεν πρώτο να επιμένει στην αναγκαιότητα εντός «κουρέματος» και τους Γερμανούς να αντιδρούν και αυτό διότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν εγγυηθεί τα δάνεια στην Ελλάδα και επομένως κάθε περικοπή θα ανέβαζε το δικό τους χρέος και θα επιβάρυνε τους φορολογούμενούς τους.
Κι ενώ είναι, όπως προαναφέραμε, κοινό μυστικό ότι «ο λογαριασμός δεν βγαίνει», εντούτοις οι κυβερνώντες επιμένουν στο success story, το οποίο έχουν επιμελώς φιλοτεχνήσει (με τη συνδρομή των κυρίαρχων ΜΜΕ) και παρουσιάζουν μια «μαγική εικόνα» της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, «εικόνα» φυσικά η οποία δεν έχει καμμία σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες.
Προκειμένου δε να μην χαλάσει αυτή η «εικόνα» πέρασε σχεδόν στο «ντούκου» η αποκάλυψη της αμερικανικής εφημερίδα «Wall Street Journal», αποκάλυψη η οποία κατέδειξε πως η περιβόητη «στήριξη» που «προσέφεραν» η ΕΕ και το ΔΝΤ στην Ελλάδα από το 2010, είναι μια «στήριξη» γεμάτη λάθη, σκοτεινά σημεία και τεχνάσματα, τα οποία, ωστόσο, παρά την αποκάλυψή τους από το ίδιο το Ταμείο, δεν έχουν οδηγήσει σε καμιά αλλαγή πολιτικής. Παρά δε τη συνεχιζόμενη κοινωνική αναταραχή στην Ελλάδα, τη συνεχώς αυξανόμενη ανεργία και την περαιτέρω μείωση της καταναλωτικής δυνατότητος εκατομμυρίων πολιτών, η στάση των δανειστών παραμένει το ίδιο ανελαστική και σκληρή.
Σε μια χρονική συγκυρία, κατά την οποία τα πάντα κρύβονται κάτω από το σεντόνι της «Χρυσής Αυγής» (όπως για παράδειγμα η έκθεση της Eurostat ότι τρεις στους 10 Έλληνες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, ότι η ανεργία έχει ξεπεράσει το 27%, ότι θα κληθεί η κοινωνία να πληρώσει περισσότερα από 2 δισ. ευρώ σε νέους φόρους και ακόμη ότι οι τιμές των ακινήτων έπεσαν, μέσα σε πέντε χρόνια, κατά 40%) δημοσίευμα της «Wall Street Journal» αποκάλυψε πως το ΔΝΤ συμμετείχε στο δανειακό πρόγραμμα για την Ελλάδα το έτος 2010, παρά τις έντονες εσωτερικές διαφωνίες στους κόλπους του Ταμείου, ως προς το αν το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα λειτουργούσε.
Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδριάσεως του ΔΝΤ (9ης Μαΐου 2010) τα οποία διαψεύδουν τις επίσημες δηλώσεις αξιωματούχων του Ταμείου, σχεδόν το ένα τρίτο των μελών του διοικητικού συμβουλίου του, που αντιπροσωπεύουν περισσότερες από 40 μη ευρωπαϊκές χώρες, είχαν εγείρει μείζονες ενστάσεις για το ελληνικό πακέτο «στηρίξεως». Στη δε συνέχεια του δημοσιεύματος υπογραμμίζεται ότι είχαν τότε επισημάνει ότι το πρόγραμμα ήταν καταδικασμένο να αποτύχει, αν οι πιστωτές της Ελλάδος δεν μείωναν το υπερβολικό βάρος χρέους της χώρας.
Υπενθυμίζεται, εν προκειμένω, ότι τον Ιούλιο του 2012, ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδος στο ΔΝΤ Τάκης Ρουμελιώτης είχε αποκαλύψει στους «New York Times» ότι το Ταμείο γνώριζε εξαρχής ότι το ελληνικό πρόγραμμα δεν θα πετύχει, αφού «δεν είχαμε κανένα, μα κανένα, επιτυχημένο παράδειγμα» και είχε επισημάνει ότι «η Τρόικα υποτίμησε τις αρνητικές συνέπειες του προγράμματος για την ελληνική οικονομία και εντέλει η οικονομία οδηγήθηκε σε μεγάλη ύφεση».
Όλα δε αυτά σημαίνουν ότι τόσο οι εγχώριοι διαφωνούντες (κι εννοούμε κόμματα και αναλυτές) όσο κι οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ που είχαν εκφράσει τις διαφωνίες τους, αποδείχτηκαν σωστοί στις προβλέψεις τους, καθώς η Ελλάδα δεν μπόρεσε να εκπληρώσει τους δημοσιονομικούς της στόχους και χρειάστηκε δεύτερο δάνειο το 2012, ενώ το ελληνικό χρέος έχει ήδη και παρά ταύτα εκτοξευτεί, με αποτέλεσμα (και παρά τα όσα διατυμπανίζει η κυβέρνηση των Αθηνών) να είναι ορατή η προοπτική ενός τρίτου δανεισμού, ο οποίος φυσικά και θα συνοδεύεται από νέα μέτρα λιτότητας.
Την ίδια δε στιγμή, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή ανακοίνωσε πως «η τρέχουσα δανειακή σύμβαση με την Τρόικα με όρους που περιλαμβάνονται στο «Μνημόνιο» λήγει το 2014, οπότε και θα καταβληθεί η τελευταία δόση. (Όμως) από το Β’ εξάμηνο 2014 οι πόροι που διαθέτει η χώρα δεν θα επαρκούν για να καλύψει τις υποχρεώσεις προς πληρωμή των τόκων για τα δάνεια που έχει λάβει». Ακόμη το Γραφείο επισήμανε ότι «το ΔΝΤ προβλέπει ένα «δημοσιονομικό κενό» 4,4 δισ. προς τα τέλη 2014 και επιπλέον 6,5 δισ. το 2015 - συνολικά 11 δισ. Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι το κενό είναι μικρότερο, ελπίζοντας ότι θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,83 δις. Όπως και να διαμορφωθεί τελικά, το «κενό» θα πρέπει να καλυφθεί, πράγμα που μπορεί να γίνει με νέο δανεισμό, μείωση των επιτοκίων και νέα μέτρα ή με ένα συνδυασμό όλων αυτών». Υπογραμμίζει δε (αυτό που η κυβέρνηση προσποιείται πως δεν «βλέπει») ότι, δηλαδή, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και ακόμη σημειώνει πως «είναι ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους συν τυχόν έκτακτες ανάγκες».
Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζεται η εμμονή στα λάθη και στο αδιέξοδο πρόγραμμα λιτότητας, που, σε τελική ανάλυση, αποσκοπεί στο οδηγήσει σε ακόμη ένα Μνημόνιο, το οποίο θα δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερες δεσμεύσεις για τη χώρα και την κοινωνία και αφ’ ης στιγμής δεν υπάρχουν χρήματα στα συνήθη υποζύγια, δηλαδή μισθωτούς και συνταξιούχους, υπάρχει ο υπόγειος ενεργειακός πλούτος της Ελλάδος και δημόσια φιλέτα.
Δηλαδή, διά των υποτιθέμενων λαθών τους, οι δανειστές θα έχουν επιτύχει τους σκοπούς τους.